Δ014.17 Περί θανάτου

Τίτλος: Περί θανάτου
Φοιτήτριες: Σακκούλη Δήμητρα, Τσετσενέκου Παναγιώτα
Επιβλέπων: Κωνσταντόπουλος Ηλίας
Πανεπιστήμιο Πατρών, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Μάρτιος 2017

ΑΦΟΡΜΗ
«Πώς είναι να έχει κανείς θέα σε ένα νεκροταφείο;»
Αυτό το ερώτημα, που προέκυψε μελετώντας μια σειρά φωτογραφιών του Manuel Alvarez Diestro των νεκροταφείων του Hong Kong, αποτέλεσε αφορμή για την εκπόνηση της ερευνητικής μας εργασίας με τίτλο Οι ζωντανοί και οι χώροι των νεκρών: Τα νεκροταφεία ως χώροι κατοίκησης, η οποία επικεντρώθηκε στη μελέτη παραδειγμάτων σχέσης μεταξύ του νεκροταφείου και της πόλης με κύριο την Πόλη των Νεκρών στο Κάιρο όπου συναντάται η περίπτωση κατοίκησης στο χώρο των νεκροταφείων. Με τη σειρά της, η ολοκλήρωση της ερευνητικής και το γεγονός πως τα νεκροταφεία σε πολλά μέρη του κόσμου έχουν φτάσει σε ένα σημείο κορεσμού γέννησαν ένα νέο ερώτημα: 
«Θα μπορούσε να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα χώρου της πόλης και του νεκροταφείου ένα μοντέλο συνύπαρξης των δύο;». Ένας χώρος συνύπαρξης που θα έχει προκύψει μέσα από σχεδιασμό και όχι λόγω ανάγκης, όπως τα παραδείγματα που μελετήθηκαν, χωρίς να ακολουθεί απαραίτητα τις συνθήκες που παρουσιάζονται σε αυτά. Και αφού δημιουργηθεί ένας τέτοιος χώρος ποια θα είναι η σχέση του με την πόλη και η θέση του σε αυτήν.  
Στην παρούσα διπλωματική εργασία επιχειρούμε να δώσουμε μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα.

ΠΡΟΘΕΣΗ 
Λαμβάνοντας υπόψιν της αντιλήψεις περί θανάτου που επικρατούν στον ελλαδικό χώρο, δε θεωρήσαμε ότι μπορεί να εφαρμοσθεί μια σχέση συνύπαρξης όπως αυτή που συναντήσαμε στα παραδείγματα της ερευνητικής και ούτε νομίζουμε ότι μπορεί να επιβληθεί κάποια αντίστοιχη κατάσταση, μιας και οι συνθήκες και οι αντιλήψεις μεταξύ των χωρών είναι διαφορετικές. Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν επιχειρήσαμε να παρουσιάσουμε ένα διάλογο της πόλης με το χώρο των νεκρών πιο ανοικτό. Πρόθεσή μας δεν είναι ο σχεδιασμός ενός νεκροταφείου, αλλά η δημιουργία ενός χώρου περί θανάτου.

ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑΣ 
Ως πόλη επέμβασης επιλέγεται η Πάτρα, στην οποία φαίνεται το θέμα του χώρου των νεκρών να απασχολεί ιδιαίτερα την πολιτεία μιας και τα περισσότερα νεκροταφεία έχουν αγγίξει ένα σημείο κορεσμού, ενώ παράλληλα, ο δήμος κινείται προς τη δημιουργία κέντρου αποτέφρωσης. Συγκεκριμένα, το κτήμα Παπαγγελή, μια μικρή κοιλάδα ανοικτή προς την πόλη στο κάτω της μέρος που οριοθετείται από πλαγιές στις άλλες τρεις πλευρές της. 
Η επιλογή βασίστηκε στην μορφολογία της περιοχής, καθώς και στην εγγύτητα της με την πόλη και την ευκολία πρόσβασης από αυτή και ευρύτερες περιοχές.
Η απόφαση επέμβασης κοντά σε κατοικημένη περιοχή και το πρόβλημα κορεσμού των νεκροταφείων, καθώς και το ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Ελλάδας είναι χριστιανοί ορθόδοξοι μας οδήγησε να επιλέξουμε ως μέθοδο διαχείρισης του νεκρού σώματος την αλκαλική υδρόλυση (γνωστή και ως resomation, aquamation ή water cremation).


ΧΩΡΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
 «Για τρία πράγματα μόνο είμαι σίγουρος: ότι γεννήθηκα, ότι υπάρχω ακόμα και ότι θα πεθάνω.» 
Ionesco
Παραδεχόμενοι πως οι τρεις φάσεις που περιγράφει ο Ionesco αποτελούν γεγονότα, ερχόμαστε και συμπληρώνουμε άλλες δύο, μία πριν τη στιγμή της γέννησης και μία μετά τη στιγμή του θανάτου. 
Το ΠΡΙΝ αναφέρεται στις άπειρες πιθανότητες ύπαρξης κάποιου ατόμου, σε όσους δεν έχουν ακόμη γεννηθεί και έτσι μπορούμε να τους αποκαλέσουμε και α-θάνατους, αφού για να υπάρξει θάνατος πρέπει πρώτα να υπάρξει ζωή. Η ΖΩΗ αναφέρεται στην περίοδο εξέλιξης του ατόμου από τη στιγμή της γέννησης μέχρι τη στιγμή του θανάτου και το ΜΕΤΑ στην περίοδο μετά το θάνατό του. 
Το ΠΡΙΝ μεταφράζεται σε ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑ, η ΖΩΗ σε ΠΟΡΕΙΑ, και το ΜΕΤΑ σε ΣΥΛΛΟΓΗ. Σε αυτές τις νέες έννοιες εισάγεται ως κοινό στοιχείο το τετράγωνο. Στο χώρο που είναι αφιερωμένος στους α-θάνατους το τετράγωνο (10x10m) σπάει, στο κομμάτι της ζωής θέτει τα όρια (100x100m) μέσα στα οποία θα εκτυλιχθεί μια σπειροειδής κίνηση, και τέλος στο χώρο των νεκρών γίνεται κάναβος (10x10m) και ορίζει ένα σύστημα οργάνωσης.  
Οι τρεις χωρικές ενότητες τοποθετούνται στο οικόπεδο αντίστροφα από ότι στο διάγραμμα επιτυγχάνοντας μια πιο άμεση χωρική εγγύτητα του χώρου των νεκρών με την πόλη, και υποδηλώνοντας τη σημασία του θανάτου κάποιου και το πως αυτός μπορεί να αποτελέσει αφορμή για να ανατρέξουμε και να αναλογιστούμε τη δική μας ζωή. Μεταξύ αυτών δημιουργούνται ενδιάμεσοι χώροι που παραπέμπουν στο θάνατο και στη γέννηση. 
Τις τρεις αυτές χωρικές ενότητες συνδέει μια κεντρική κίνηση που διατρέχει το μήκος του οικοπέδου και ξεκινάει από την πόλη.  

Σ.Ε.Ν.Σ. ¬(Σημείο Εναπόθεσης Νεκρού Σώματος)

Ως βασική μονάδα αυτής της ενότητας επιλέγεται κάτι αντίστοιχο με τη βιβλιοθήκη που μόνο αντί για βιβλία φιλοξενεί τη συλλογή ανθρώπινων ιχνών. Πρόκειται για μια νεκροθήκη στα ράφια της οποίας θα εναποτεθεί το νεκρό σώμα κάποιου. Οι διαστάσεις κάθε ραφιού είναι 35x60x35cm, ώστε να μπορεί να χωράει και μια οστεοθήκη. Κάθε ράφι όταν έρθει και πληρώνεται αποκτά δύο όψεις, όπου στη μία θα είναι η φωτογραφία του νεκρού και στην άλλη το όνομά του. 
Οι νεκροθήκες αντιστοιχούν στις πλευρές των τετραγώνων του κανάβου 10x10m, οι οποίες αποκολλούνται για να διευκολύνουν την κίνηση ανάμεσά τους δημιουργώντας δύο τύπους περασμάτων: τον Α, που διαθέτει μια υποτυπώδης σκίαση προσδίδοντάς του χαρακτηριστικό σημείου στάσης, και το Β. Στις μικρές πλατείες εσωτερικά των τετραγώνων που σχηματίζονται από τις νεκροθήκες τοποθετούνται χώροι στάσεις.  Το σύστημα του κανάβου, έτσι όπως έχει πλέον διαμορφωθεί, αναπτύσσεται εκατέρωθεν της κεντρικής κίνησης, που έχει οριστεί, και σε επίπεδα, μιας και οι υψομετρικές του οικοπέδου υφίστανται διαμόρφωση δημιουργώντας πεζούλες ενός μέτρου. 
Η ανάπτυξη αυτή περιορίζεται από τη μορφολογία της περιοχής και το οδικό δίκτυο, για το οποίο προτείνουμε διαμόρφωση στηριζόμενες στο πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας αποσκοπώντας στη δημιουργία πιο ευνοϊκών συνθηκών για την εξέλιξη της πόλης παράλληλα με το χώρο του Σ.Ε.Ν.Σ..


ΘΑΝΑΤΟΣ
Μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης χωρικής ενότητας, δημιουργείται ένα πλάτωμα ως ο ενδιάμεσος χώρος που παραπέμπει στο θάνατο.  Η απουσία πλέον των νεκροθηκών εκατέρωθεν της κεντρικής διαδρομής ανάβασης αντιπαραθέτεται με την σωματική απουσία του ανθρώπου με το θάνατό του.  
Εδώ εντάσσεται και το κτιριολογικό πρόγραμμα που αφορά κυρίως στις μέρες που ακολουθούν μετά το θάνατο κάποιου. Σχεδιάζεται ένας χώρος γραφείων που θα λειτουργεί και ως κέντρο ενημέρωσης πέρα από διαχείρισης του χώρου, οι κτιριακές εγκατάστασεις που αφορούν στη διαχείριση του νεκρού σώματος, βοηθητικοί χώροι και δύο πανομοιότυπες αίθουσες διαφορετικής χωρητικότητας που θα είναι στη διάθεση των πολιτών είτε για να τελέσουν κάποια τελετή, είτε για να ξενυχτήσουν το νεκρό τους, είτε ακόμα για να μαζευτούν μετά τη κηδεία για να τιμήσουν τη μνήμη του. Αυτές περιβάλλονται από ένα τοίχο στραμμένο να ακολουθεί τις υψομετρικές, παραπέμποντας στα σπίτια της γύρω περιοχής, ενώ αυτές ακολουθούν τους άξονες της πρότασης.



ΡΑΜΠΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ  
Ο σχεδιασμός της συγκεκριμένης χωρικής ενότητας στηρίχτηκε στο πως η ζωή είναι μια μη ομαλή πορεία που ξεκινάει με τη γέννηση και τελειώνει με το θάνατο.  Επιλέγεται εσωτερικά του τετραγώνου 100x100m να δημιουργηθεί μια σπείρα, καθώς επιθυμείται μια απόσταση που θα χρειάζεται κάποιο διάστημα να διανυθεί, ώστε να δοθεί στον περιπατητή η δυνατότητα ανάπτυξης ενός εσωτερικού διαλόγου αναλογισμού και στοχασμού.  Έτσι, θέτοντας το θάνατο στο σημείο έναρξης, ξεκινάει μια αντίστροφη πορεία προς τη γέννηση με τη μορφή μιας σπειροειδούς κίνησης που εξελίσσεται προς το κέντρο, και με γενική κατεύθυνση προς το εσωτερικό της γης, με τις πλευρές της σπείρας να έχουν μεταβαλλόμενη κλίση, και όχι πάντα την ίδια κατεύθυνση με τη γενική, παραπέμποντας στις εναλλαγές της ζωής και επιχειρώντας να δημιουργηθούν διαφορετικές σχέσεις με την περιοχή που εντάσσεται και τις θεάσεις που προσφέρει σε αυτόν που κινείται σε αυτή.


ΓΕΝΝΗΣΗ 
Η μετάβαση από τη ράμπα της ζωή προς το χώρο των α-θάνατων γίνεται μέσω μιας πορείας, η οποία ξεκινάει υπόγεια από το κατώτερο σημείο της ράμπας και οδηγεί ανοδικά στο χώρο των α-θάνατων, καδράροντας κατά κάποιο τρόπο την κατεύθυνση που επιθυμείται να ακολουθήσει κάποιος στην επόμενη ενότητα.


ΧΩΡΟΣ Α-ΘΑΝΑΤΩΝ  
Το σπασμένο τετράγωνο που είχε οριστεί αρχικά παίρνει τη μορφή μιας υπερυψωμένης πλατείας που τοποθετείται κεντρικά σε ένα βυθισμένο σε σχέση με τις υπάρχουσες υψομετρικές πλάτωμα.  Στόχος εδώ ήταν να επιτευχθεί μια αίσθηση του απείρου και των πολλαπλών πιθανοτήτων ύπαρξης κάποιου ατόμου από τη μία και από την άλλη να αποτελέσει συνέχεια των προθέσεων μας για μια στροφή του περιπατητή προς ένα εσωτερικό διάλογο. 
Reflect through reflections.
Η πλατεία οριοθετείται από δύο περιβλήματα. Το εσωτερικό την περικλείει με καθρέφτες, ενώ το εξωτερικό είναι από ανακλαστικούς υαλοπίνακες. Το εξωτερικό περίβλημα λόγω της διαφάνειας αποδίδει μια αίσθηση μεγαλύτερης ασάφειας ως προς το τι είναι πραγματικό και τι αντανάκλαση, καθώς ο επισκέπτης έχει ορατότητα του γύρω περιβάλλοντος, οι αντανακλάσεις του οποίου μαζί με αυτές του εαυτού του συγχέονται. Όταν βρεθεί στην πλατεία οι αντανακλάσεις του περιβάλλοντος και του εαυτού του διαχωρίζονται, και οι δεύτερες παίρνουν το βασικό ρόλο. Η καθαρή πλέον εικόνα του εαυτού του φαίνεται να πολλαπλασιάζεται επ’άπειρον και τα όρια της πλατείας να επεκτείνονται. Περιμετρικά του πλατώματος δημιουργείται ένας χώρος στάσης ώστε να δοθεί η δυνατότητα στον επισκέπτη να ξεκουραστεί, αναλογιστεί, προβληματιστεί πριν πάρει την πορεία της επιστροφής.


ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ  
Πρόκειται για μια σύντομη πορεία κίνησης, αντίστροφη από αυτή της ανάβασης, η οποία ξεκινάει από το χώρο των α-θάνατων ως ευθεία πορεία μέχρι τη ράμπα της ζωής, από όπου αρχίζει μια κάθοδος μέχρι το ενδιάμεσο πλάτωμα για να επιστρέψει στην πόλη διασχίζοντας για ακόμα μια φορά το κεντρικό δρόμο του Σ.Ε.Ν.Σ..  Με αυτή την επανάληψη της ίδιας κίνησης επιθυμούμε ο επισκέπτης ύστερα από την εμπειρία του στο χώρο να αντιληφθεί το χώρο των νεκρών και τη σχέση που θα μπορούσε να έχει αυτός με την πόλη διαφορετικά.