Δ044.17 Τοπιακή αποκατάσταση Ιλισού με αστικούς όρους

Τίτλος: Τοπιακή αποκατάσταση Ιλισού με αστικούς όρους
Φοιτητής: Πέτρος Καραγεώργος
Επιβλέπουσες καθηγήτριες: Μαρλάντη Μαρία, Τσιράκη Σοφία
Σύμβουλοι: Βλαστός Θάνος, Κουτρολίκου Πέννυ
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Οκτώβριος 2017

Η διπλωματική εργασία πραγματεύεται την τοπιακή αποκατάσταση του Ιλισού ποταμού και την επανένταξή του στον αστικό ιστό. Αφορμή για την επιλογή του συγκεκριμένου θέματος αποτέλεσε η επαφή μου με παρόμοια υλοποιημένα έργα του εξωτερικού, τα οποία αποσκοπούν στην ανάκτηση του δημόσιου χώρου, στην επιστροφή του φυσικού στοιχείου στην πόλη, στη βιώσιμη κινητικότητα και στην απόδοση ελεύθερων χώρων πρασίνου στους πολίτες. 


Η Αθήνα είναι μία πόλη η οποία διέθετε πλούσιο φυσικό τοπίο, το οποίο με το πέρασμα των χρόνων αλλοιώθηκε και εξαφανίστηκε. Ο Ιωάννης Πολύζος αναφέρει ενδεικτικά ότι μπαζώθηκαν 800 χλμ ρεμάτων, γεγονός που όχι μόνο άλλαξε τη φυσιογνωμία του αστικού χώρου, αλλά υποβάθμισε την ποιότητα ζωής και τα βιοκλιματικά οφέλη, ενώ παράλληλα, σε περίπτωση δυνατής βροχόπτωσης , τα ρέματα αυτά μπορούν να αποβούν επικίνδυνα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η υπερχείλιση του Ιλισού και του Κηφισού το 2013 καθώς και η πρόσφατη καταστροφή στη Μάνδρα Αττικής που δυστυχώς δεν υπήρχαν μόνο υλικές απώλειες.


Τρία είναι τα μεγάλα ποτάμια που διαθέτει η πόλη της Αθήνας. Ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Ηριδανός. Ως πεδίο μελέτης ορίζεται ο Ιλισός. Ο Ηριδανός απορρίπτεται, διότι είναι ο μικρότερος σε έκταση και σε παροχή νερού, ενώ η κοίτη του είχε ήδη καλυφθεί από τον 1ο αιώνα μ.Χ., επομένως δεν αποτελεί πλέον ζωντανό στοιχείο της συλλογικής μνήμης. Ο Κηφισός, μεγαλύτερος από τους άλλους δύο, δεν επιλέγεται διότι σε μεγάλο του τμήμα ταυτίζεται με το ευρωπαϊκό οδικό δίκτυο, με αποτέλεσμα να θεωρείται σχεδόν αδύνατη η κατάργηση του για την ανάδειξη του αρχαίου Θεού. Αντίθετα, ο Ιλισός διατρέχει την Αθήνα σε μεγάλο μήκος της (πηγάζει από τον Υμηττό και εκβάλλει στο Φαληρικό όρμο) και γειτνιάζει με υπερτοπικές χρήσεις πολιτισμού και ψυχαγωγίας ( Εθνικό Ωδείο, Εθνική Πινακοθήκη, Πάρκο της Ριζάρη, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Πολεμικό Μουσείο, Βυζαντινό Μουσείο, Καλλιμάρμαρο, Στύλοι του Ολυμπίου Διός). Ακόμα, η διευθέτηση-κάλυψη της κοίτης του ολοκληρώθηκε τη δεκαετία του 60, με αποτέλεσμα να συνεχίζει να υπάρχει στη συλλογική μνήμη. Τέλος, ορισμένα τμήματα της κοίτης του παραμένουν ανοιχτά, όπως στην Καισαριανή, στου Παπάγου, στους στύλους του Ολυμπίου Διός και στην Καλλιθέα.

Η επιλογή του συγκεκριμένου θέματος αποτελεί μία ισχυρή χωρική απόφαση, η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης μέσα στην πόλη με την εισαγωγή του φυσικού στοιχείου και το σχεδιασμό χώρων που θα λειτουργήσουν ως κοινωνικοί πυκνωτές, στην ανάδειξη της αξίας του Ιλισού και γενικότερα του φυσικού τοπίου, στη μείωση των κινδύνων λόγω πλημμύρας, στην ενίσχυση της θέσης της Αθήνας στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη, στην αποκατάσταση της αρχετυπικής σχέσης του ανθρώπου με το υγρό στοιχείο και στη δημιουργία αναπτυξιακών οικονομικών διεργασιών. Η υλοποίηση του θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη χρηματοδότηση από προγράμματα του ΕΣΠΑ (Στρατηγική της Λισσαβώνα 3/2000, στρατηγική της ΕΕ για αειφόρο ανάπτυξη 6/2006, Στρατηγική Ευρώπη 2020 6/2010) και το Πράσινο Ταμείο.

Σε ένα χωροταξικό πολεοδομικό επίπεδο προτείνεται η διαχείριση του ποταμού στο σύνολό του. Αρχικά, καταγράφηκε η σημερινή κατάσταση της κοίτης του. Στις περιπτώσεις όπου η φυσική κοίτη υφίσταται ( πρόποδες Υμηττού, Αγία Φωτεινή ) προτείνεται η διατήρηση και η προστασία της ως παράδειγμα φυσικού Αττικού τοπίου. Τα σημεία της ανοιχτής διατομής αποκαθίστανται και παραλαμβάνουν χρήσεις αναψυχής, πολιτισμού. Ενώ σε κομβικά σημεία πολεοδομικής σημασίας προτείνεται η αποκάλυψη και η πλήρης αποκατάσταση του ποταμού. Στα τμήματα που δεν είναι εφικτή η ανάδειξη του, η ύπαρξη του ποταμού σηματοδοτείται με γραμμικές φυτεύσεις παραρεμάτιων ειδών.

Στην πορεία, πραγματοποιείται εστίαση στον οδικό άξονα της οδού Μιχαλακοπούλου. Η κοίτη του Ιλισού ταυτίζεται με την χάραξη της οδού. Συνοπτικά, προτείνεται η κατάργηση της ως δρόμος, κατά το ήμισυ ( από την οδό Παπαδιαμαντοπούλου μέχρι την οδό Φειδιππίδου). Δηλαδή οι δύο λωρίδες ανά κατεύθυνση μειώνονται σε μία και ο χώρος που απομένει αποδίδεται στην πόλη κι επανασχεδιάζεται ως ελεύθερος δημόσιος χώρος πρασίνου. Η μείωση της χωρητικότητας της οδού πραγματοποιήθηκε έπειτα από παρακολούθηση του κυκλοφοριακού φόρτου επί μία εβδομάδα. Στα σημεία που επιτρέπεται, δημιουργούνται τεχνητοί υγροβιότοποι-κήποι νερού, οι οποίοι συλλέγουν το νερό της βροχής, το καθαρίζουν βιολογικά και το αποθηκεύουν για μελλοντική χρήση. Με αυτόν τον τρόπο ο χρήστης έρχεται σε άμεση επαφή με τον κύκλο του νερού, ενώ γίνεται γνώστης τον πολύτιμων οφελών της φύσης.

Παράλληλα, στο υπόλοιπο μήκος της (από την οδό Παπαδιαμαντοπούλου μέχρι την οδό Βασιλέως Κωνσταντίνου) αποκαλύπτεται ο Ιλισός και δημιουργείται ένα αστικό πάρκο το οποίο ενοποιεί τους υφιστάμενους κατακερματισμένους χώρους πρασίνου. Σε αυτό το τμήμα δεν είναι εφικτή η πρόσβαση των αυτοκινήτων. Τα μέτωπα των οικοδομικών τετραγώνων, που επαφίονται  με τη λύση, εξυπηρετούνται ανά δυο μέσω από δρόμους ήπιας κυκλοφορίας. Η εμφάνιση του ποταμού συμβολίζεται με το σπάσιμο της σκληρής επιφάνειας που τον έχει καλύψει και την ανασήκωση δύο τριγώνων από οπλισμένο σκυρόδεμα. Το νερό στην αρχή διαπερνά τέσσερις τεχνητούς υγροβιότοπους, οι οποίοι επιτυγχάνουν το βιολογικό καθαρισμό του. Τα πρανή της κοίτης έχουν δεχτεί παραποτάμια φύτευση, η οποία μέσω των ριζών συγκρατεί το χώμα σε περίπτωση πλημμύρας και δεν επιτρέπει τη διάβρωσή του. Επιπλέον, ο ποταμός έχει σχεδιαστεί ακολουθώντας τη μορφή μαιάνδρου για τη μείωση της ταχύτητας του νερού, ενώ σε αρκετά σημεία η τοποθέτηση βράχων εγκάρσια στην κίνηση του συμβάλλει στην περαιτέρω επιβράδυνση. Η χάραξη, η οποία εμπεριέχει τον ποταμό και τα πρανή, δεν ακολουθεί το μαιανδρικό σχήμα, άλλα πρόκειται για μία αυστηρή, καθαρά γεωμετρική χάραξη η οποία ακολουθεί το κενό της πόλης. Με αυτόν τον τρόπο υποδηλώνεται η κάλυψη του ποταμού των προηγουμένων χρόνων κι όχι η εξάπλωση της πόλης μέχρι το οργανικό σχήμα του ποταμού.

Στα πρανή υπάρχουν σημειακές κερκίδες, οι οποίες επιτρέπουν την κάθοδο προς το νερό ακόμα και από άτομα με ειδικές ανάγκες και δημιουργούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις για κοινωνική συναναστροφή. Τα πλατώματα οργανώνονται με υπαίθρια καθιστικά τα οποία αποσκοπούν στην κοινωνικοποίηση των χρηστών αλλά και στην εκτόνωση των χρήσεων της οδού Μιχαλακοπούλου.
Το τέλος του ποταμού συμβολίζεται μέσω μίας μεγάλης λίμνης, στην οποία εκβάλλει εμφανώς και ο κλάδος της Καισαριανής μέσω δυο μεγάλων δοκαριών ανοιχτής διατομής από οπλισμένο σκυρόδεμα. Το νερό που υπερχειλίζει απορροφάται από το σκληρό δάπεδο που την περικυκλώνει, αφήνοντας τον ποταμό να χαθεί για άλλη μια φορά κάτω από την πόλη. 


Οι εγκάρσιες κινήσεις εξυπηρετούνται από πεζογέφυρες. Τα μεγάλα ανοίγματα τους γεφυρώνονται από χωροδικτυώματα, τα οποία λειτουργούν ως προστατευτικά στηθαία της γέφυρας. Παράλληλα, εκατέρωθεν σχεδιάζονται δημόσιοι υπαίθριοι χώροι, ένα  αστικό πάρκο. 


Ακόμη, κομβική στρατηγική κίνηση αποτελεί η υπογειοποίηση της Βασιλέως Κωνσταντίνου, έτσι ώστε ο δημόσιος χώρος του Ιλισού να συνδεθεί με το υφιστάμενο πάρκο της Ριζάρη. Το δώμα του επανασχεδιάστηκε ως δημόσιος χώρος συρραφής ανάμεσα στην πρόταση και στο υφιστάμενο πάρκο. Με αυτή τη χειρονομία επιτυγχάνεται απόδοση ελεύθερου δημόσιου χώρου στην Εθνική Πινακοθήκη, η οποία ασφυκτιούσε από το ισχυρό οδικό δίκτυο που την περιέβαλε, και η ενοποίησή της με το πάρκο της Ριζάρη, με το Βυζαντινό Μουσείο, το Πολεμικό Μουσείο και το Εθνικό Ωδείο, δημιουργώντας έναν πράσινο υπερτοπικό πυρήνα πολιτισμού και ψυχαγωγίας. Όσον αφορά το πάρκο του Ευαγγελισμού η επέμβασή ήταν η ελάχιστη δυνατή, λόγω των μεγάλων σε μέγεθος κι ηλικία δέντρων. Κυρίως χαράκτηκαν ξανά τα μονοπάτια και οι προσβάσεις, διατηρώντας και προστατεύοντας το πλούσιο πράσινο, λαμβάνοντας υπόψη ακόμα και τη νέα στάση του Μετρό της Γραμμής 4.


Συνοψίζοντας, η σημασία της διπλωματικής έγκειται στο γεγονός πως ένα καθαρά τεχνικό έργο υποδομής μετατρέπεται σε αρχιτεκτονικό χώρο, ο οποίος διαθέτει πολλαπλά οφέλη για το κοινωνικό σύνολο και το περιβάλλον. Τέλος, το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της εργασίας αποτελεί η πρόταση για ένα νέο τρόπο ζωής. Ένας τρόπος ζωής ο οποίος σέβεται, συμβαδίζει και επωφελείται από την παρουσία της φύσης στην καρδιά του αστικού ιστού και  αποσκοπεί στη δημιουργία κοινωνικών πυκνωτών , στους οποίους έχουν ελεύθερη πρόσβαση όλοι πολίτες προσφέροντας καλύτερες συνθήκες διαβίωσης.