Δ056.16 Μείον Μηδέν: Ζωή πέρα από το πάρκινγκ

Τίτλος: Μείον Μηδέν
Υπότιτλος: Ζωή πέρα από το πάρκινγκ
Φοιτητές: Κουτσιουμάρης Διονύσιος, Φιορεντίνος Γεώργιος, Χρονόπουλος Αργύρης
Επιβλέποντες Καθηγητές: Ανδρέας Κούρκουλας, Γιάννης Ζαχαριάδης
Σύμβουλοι: Γιώργος Νικόπουλος, Νίκος Ρώσσης
Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Ιούλιος 2016


Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται το μέλλον δύο υπoγείων πάρκινγκ στο κέντρο της Αθήνας, ευρισκόμενα στην πλατεία Κάνιγγος και οδό Ριζάρη αντίστοιχα. Πρόκειται για δυο υπόγειες μηχανές στην πόλη, η έρευνά πάνω στις οποίες υποδεικνύει πως οδηγούνται σε απόσυρση. Στα δικά μας μάτια ο κτιριακός αυτός τύπος παρομοιάζεται με μια μηχανή, με την έννοια του machine-à-habiter μόνο που ο κάτοικός τους,  εν προκειμένω το αυτοκίνητο, μοιάζει εν μέσω κρίσης να τα εγκαταλείπει. 
Οι χώροι στάθμευσης συναντώνται στον Αθηναϊκό ιστό σε τρεις τυπολογίες, τα υπαίθρια, τα υπέργεια και τα υπόγεια πάρκινγκ. Η έρευνά μας στρέφεται γύρω από τα υπόγεια λόγω των δυσμενών συνθηκών που αντιμετωπίζουν σε σύγκριση με τους άλλους δύο τύπους, όπως η απουσία φυσικού φωτός, ο μεγάλος όγκος τετραγωνικών μέτρων, η κυκλοφορία εντός αυτών και η απουσία σημαίνουσας υπέργειας μορφής .


Η ήδη και μάλιστα πολλάκις διατυπωμένη ρητορική περί της αποπομπής του αυτοκινήτου από τα αστικά κέντρα δίνει αφορμή στο εγχείρημα μετατροπής των χώρων αυτών. Ο ισχυρισμός εδνυναμώνεται από την κατιούσα πορεία των ισολογισμών των συγκεκριμένων δομών, αλλά και το προκύπτον από στοιχεία^1 ποσοστό μη χρησιμοποιούμενων θέσεων στάθμευσης που παραμένουν κενές κατά τη λειτουργία τους. Αν στα στοιχεία αυτά προσθέσει κανείς την αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος που προβλέπεται από το 2030 και μετά , όπου το μεγαλύτερο ποσοστό των εν λόγω χώρων περνούν σε κρατική ιδιοκτησία, καθώς και το γεγονός πως σε παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης, σημειώνεται μείωση κατά περίπου 30%  της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων στο κέντρο της Αθήνας, προκύπτει ένα ζήτημα διαχείρισης μεγάλου όγκου χώρων στάθμευσης σε αδράνεια.



Οι υπόγειοι χώροι στάθμευσης της Αθήνας αποτελούν μητροπολιτικές μηχανές σε απόσυρση. Το μέλλον και η αξιοποίηση αυτών των χώρων ανάγονται σε αντικείμενο σχεδιασμού της παρούσας διπλωματικής εργασίας, με σκοπό την εύρεση ενός οικονομικά βιώσιμου τρόπου αναζωογόνησης των χώρων αυτών ώστε να εξυπηρετήσουν και να επανενταχθούν στη σύγχρονη Αθηναϊκή αστική πραγματικότητα.


Σύμφωνα με τη διαμορφωθείσα μεθοδολογία, η κάθε μηχανή - πάρκινγκ καλείται να υποστηρίξει την έκφανση της μητροπολιτικής ζωής που την περιβάλλει. Ο υπόγειος χώρος της Κάνιγγος με το προτεινόμενο κτιριολογικό του πρόγραμμα, διευκολύνει ή/και συντηρεί τη συνθήκη αυτή, με στόχο να καλύπτει το φάσμα ενός πλήρους 24ώρου. Η εστίαση , το εμπόριο, η στάση, η εναλλαγή εικόνας και τόπου τη μέρα , η διασκέδαση, η εκτόνωση και η περιπλάνηση τη νύχτα είναι στοιχεία που ενσωματώνονται στο νέο πρόγραμμα του μέχρι πρότινος χώρου στάθμευσης και υπηρετούν τον έντονο αστικό χαρακτήρα της περιοχής παρέμβασης. Η πρόταση για τη χωροθέτηση ενός σταθμού μετρό στο κατώτερο επίπεδό της Κάνιγγος, στοχεύει στη μετατροπή ενός αδρανούς κελύφους σε ζωντανό πυρήνα μέσα στο κέντρο της πόλης.


Αντιστοίχως, το παράδειγμα αξιοποίησης του υπόγειου χώρου στάθμευσης της οδού Ριζάρη έρχεται και εκείνο να υπηρετήσει μια ανάγκη που προκύπτει μέσα από τον ίδιο το χαρακτήρα της ζωής στη μητρόπολη, την αποσυμπίεση του προγράμματός της. Ένα πρόγραμμα χρήσεων που σχετίζονται με το σώμα, τον πολιτισμό, τη δημιουργικότητα μέσα από τη συνύπαρξη, την κοινωνικοποίηση αλλά και ταυτόχρονα τη δυνατότητα απομόνωσης συνθέτει το προτεινόμενο πλαίσιο χαλάρωσης από την ένταση της μητροπολιτικής ζωής.



Τελικό αποτέλεσμα είναι ο σχηματισμός ενός διερευνητικού διπόλου· η πόλη και ο κήπος, η συμπίεση και η αποσυμπίεση, το "βρωμικο" και το "καθαρό" πρόσωπο της μητρόπολης. Το δίπολο αυτό τονίζει την ανάγκη ενός δημοσίου διαλόγου γύρω από το κτισμένο λανθάνον δυναμικό της πόλης. Σε περίοδο οικονομικής κρίσης, όπου οι ανάγκες μιας πόλης δεν συρρικνώνονται, αλλά απεναντίας μεταβάλλονται και παρουσιάζουν έξαρση, μία περίοδο όπου η δημιουργία νέων υποδομών είναι αδιανόητη, η πόλη οφείλει να ξανασκεφτεί και να δημιουργήσει τις δυνατότητες αξιοποίησης των υπαρχουσών υποδομών της. 


1. Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία του 2009*, στα πρόθυρα της «νέας εποχής» που θα έφερνε η οικονομική κρίση, περίπου 100.000 αυτοκίνητα αναζητούσαν θέσεις στάθμευσης καθημερινά στο κέντρο της Αθήνας στο χρονικό διάστημα  9πμ - 1μμ. Από τα παραπάνω, τα 65.000 κατέληγαν να σταθμεύουν σε νόμιμες θέσεις, ενώ τα 35.000 σε ιδιωτικούς  χώρους στάθμευσης και παράνομες θέσεις στην πόλη. Η συνολική δυναμικότητα θέσεων που μπορεί να υποστηρίξει το δίκτυο των Αθηναϊκών χώρων στάθμευσης υπολογίζεται περίπου στα 40.000 αυτοκίνητα**.


* Στοιχεία σύμφωνα με συγκοινωνιολογική μελέτη που δημοσιεύθηκε σε άρθρο της εφημερίδας 'Καθημερινή" ( "Δεν πάει 
    άλλο" λένε οι συγκοινωνιολόγοι, Αλεξάνδρα Κασσίμη, 01.02.2009)

** Στοιχεία σύμφωνα με καταγραφή που εκπονήθηκε στα πλαίσια της διπλωματικής εργασίας, εντός του κεντρικού 
    δακτυλίου της Αθήνας για την περίοδο 2015-2016.