Δ044.18 Εγκάρσια δίκτυα και αστικές χωρικότητες | (B)reeding between the lines


Διπλωματική Εργασία: Εγκάρσια δίκτυα και αστικές χωρικότητες | (B)reeding between the lines
Φοιτήτρια: Καρυτσίου Ιωάννα 
Σύμβουλος: Βογιατζάκη Μαρία
Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης | 2018

ΣΥΝΟΨΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Η διπλωματική εργασία διερευνά σε έναν δυναμικό και πολύπλευρο αστικό οργανισμό τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ενσωματωθεί ο σιδηροδρομικός σταθμός Λαρίσης στο αστικό περιβάλλον, λειτουργώντας όχι ως εμπόδιο αλλά ως σχεδιαστικό εργαλείο στην αρχιτεκτονική της πόλης.


Εξετάζοντας το ρόλο που διαδραματίζει στον αστικό ιστό σήμερα, διαπιστώνουμε ότι ο σιδηροδρομικός σταθμός διέπεται από μία πολυπλοκότητα ως προς τις ανάγκες που έρχεται να εξυπηρετήσει, καθώς αποτελεί ένα μικρόκοσμο της ζωής στην πόλη. Είναι ένας τόπος που έρχεται να δεχτεί τον ταξιδιώτη, τον εργαζόμενο, τον παρατηρητή, τον κάτοικο. Είναι ένας τόπος όπου η στάση και η κίνηση αλληλεπιδρούν. Είναι σημείο συνάντησης και αποχωρισμού, η πρώτη εικόνα του ταξιδιώτη για την πόλη, ένα τοπόσημο.


Στην περίπτωση του σιδηροδρομικού σταθμού Λαρίσης, πέρα από τις αυξημένες και πολύπλοκες λειτουργικές ανάγκες που έρχεται να καλύψει, ενδιαφέρον παρουσιάζει η τοποθεσία του. Στο αρχικό σχέδιο της πόλης τοποθετείται στην περιφέρεια αυτής. Καθώς η πόλη επεκτείνεται, ο σταθμός καλείται να ενσωματωθεί με την πόλη και να εξυπηρετήσει επιπρόσθετες ανάγκες. Αντί αυτού, αυτό που ως πρόθεση συνέβαλε στην ανάπτυξη της πόλης λειτούργησε σταδιακά ως ένα εμπόδιο, ένας περιορισμός για τον αστικό σχεδιασμό. Η υπάρχουσα χάραξη των σιδηροδρομικών γραμμών και η έλλειψη περασμάτων δημιουργούν ένα ισχυρό όριο ανάμεσα στις δύο πλευρές του σταθμού. Η ρήξη της συνέχειας του αστικού ιστού, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία υποπεριοχών με δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ τους, απομακρύνοντας έτσι και τους ίδιους τους χρήστες. Η κοινωνική και πολιτιστική αλληλεπίδραση μεταξύ των χρηστών μπορεί να παραχθεί μέσω ενός χώρου διεμπλοκής.
Επιχειρείται, λοιπόν, η σύνδεση των δύο περιοχών μέσω του ίδιου του κτιρίου. Ύστερα από μελέτη και παρατήρηση της περιοχής, σημειώνονται τα σημεία που λειτουργούν ως κόμβοι διέλευσης και με βάση αυτά γίνεται προσπάθεια ενεργοποίησης του οικοπέδου με τη δημιουργία ενός δικτύου σχέσεων και διαδρομών. Τα βήματα της σχεδιαστικής λογικής είναι τα εξής:

α)η περιοχή παρέμβασης προσεγγίζεται ως ένα σύστημα ροών και συνδέσεων.
β)εκεί όπου τα διαφορετικά συστήματα συγκρούονται μεταξύ τους, δημιουργούν κόμβους ανταλλαγής πληροφορίας, ενέργειας.
γ)καθώς το δίκτυο διαμορφώνεται, δημιουργούνται επίπεδα που επιτρέπουν την ευελιξία και προσελκύουν κάθε είδους λειτουργίες.
δ)η σχεδιαστική διαδικασία δεν εστιάζει στο γεγονός ότι ένα επίπεδο τοποθετείται πάνω στο άλλο, αλλά στην κατάσταση ροής που προκύπτει από την διασταύρωση πολλαπλών στοιχείων.
ε)οι κόμβοι που δημιουργούνται ενεργοποιούν την περιοχή παρέμβασης και λειτουργούν ως αρθρώσεις κοινωνικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων.
στ)οι όγκοι και  οι επίφάνειες δεν εκφράζονται ως συμπαγή επίπεδα,  αλλά ως ένα σύμπλεγμα γραμμών και σημείων, μία συν(+)άθροιση στοιχείων.

Όσο για την κατασκευή, πρόκειται για ένα μεταλλικό σκελετό που γεφυρώνει τις δύο πλευρές και στηρίζεται σε στοιχεία από σκυρόδεμα. Επιπλέον, αυτό το σύστημα επιτρέπει να μην χρησιμοποιηθούν υποστηλώματα στο κτίριο, καθώς ολόκληρη η στατική δομή ενεργεί ως πλαίσιο. Η επένδυση είναι κατασκευασμένη από πάνελ από σκυρόδεμα.



Μαζί με τη δημιουργία του κτιρίου, το υπόβαθρό του σχεδιάζεται παράλληλα. Βασικές σχεδιαστικές κινήσεις είναι η δημιουργία κεντρικής νησίδας κυκλοφορίας (σταθμός TAXI, στάσεις λεωφορείων και είσοδος μετρό), καθώς και γραμμή ποδηλάτου, η προσθήκη δεύτερης εισόδου μετρό στην άλλη πλευρά της περιοχής, ο σχεδιασμός της πλατείας του σιδηροδρομικού σταθμού ως σημείο συνάντησης και διαχωρισμού και η χρήση του διατηρητέου κτιρίου του Σταθμού Πελοποννήσου ως μουσείο και του σχεδιασμού του περιβάλλοντος που το περιβάλλει. Ιδιαίτερα επειδή η περιοχή του Σταθμού Πελοποννήσου βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο, αντιμετωπίζεται ως παρατηρητήριο και για τη δημιουργία χώρου για κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, αφαιρείται ο υφιστάμενος δρόμος "Σιδηροδρόμων".


Η πρόταση εστιάζει στη ροϊκότητα που προκύπτει από τη διασταύρωση των πολλαπλών στοιχείων. . Η εμπειρία του κτιρίου γίνεται μια ανοικτή διαδικασία καθορισμού και επανακαθορισμού. Οι χώροι επιτρέπουν την ελεύθερη διέλευση της κίνησης, θολώνουν τη γραμμή μεταξύ του έξω και του μέσα, του ανοιχτού-κλειστού και δίνουν θέση σε ένα τόπο διεμπλοκής.