Δ061.18 «Ενδιάμεσος» χώρος αστικής συμπερίληψης - επανάχρηση Ιταλικού Στρατώνα | Αντικατάσταση κτιρίου πρώην υποκαταστήματος ΙΚΑ


Διπλωματική Εργασία: «Ενδιάμεσος» χώρος αστικής συμπερίληψης - επανάχρηση Ιταλικού Στρατώνα | Αντικατάσταση κτιρίου πρώην υποκαταστήματος ΙΚΑ
Φοιτήτριες: Ραυτοπούλου Ευρυδίκη, Τσιρώνη Φωτεινή
Επιβλέπων: Τζομπανάκης Αλέξιος
Πολυτεχνείο Κρήτης, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Δεκέμβριος 2018

Αφετηριακή σκέψη της διπλωματικής εργασίας αποτέλεσε το φαινόμενο των αστέγων. Ζήτημα που καθίσταται επίκαιρο λόγω του μεγέθους του πληθυσμού που αφορά στο πρόβλημα, της ορατότητάς του, της διάρκειας παραμονής στην κατάσταση της αστεγίας και του πλαισίου στο οποίο συντελείται. Επιπλέον, στα Χανιά, όπου χωροθετείται και η επέμβασή μας, εντοπίζεται αφενός ο  εκτοπισμός των μόνιμων κατοίκων λόγω της  διάδοσης των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης διαμερισμάτων ή δωματίων και αφετέρου ένα μεγάλο ποσοστό κτιριακού αποθέματος που για διάφορους λόγους παραμένει ανενεργό, παράγοντες που οδηγούν στη διόγκωση του φαινομένου.

Η επέμβαση αφορά στη δημιουργία μίας δομής στέγασης ημιμόνιμου χαρακτήρα, εντός αστικού ιστού, για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν στεγαστικό πρόβλημα, καθώς και χρήσεων που καλύπτουν καθημερινές προσωπικές δραστηριότητες (ξεκούραση, υγιεινή, διατροφή, σκέψη, ονειροπόληση) και αναφέρονται σε όσους βιώνουν την έλλειψη «σπιτιού»(έλλειψη καταφυγίου, ιδιωτικότητας, δικαιωμάτων, ιδιοκτησίας ενός χώρου, και υποκειμενικών ζητημάτων, όπως έλλειψη ταυτότητας, χώρου ανάπτυξης συναισθηματικών σχέσεων, της αίσθησης του ανήκειν κλ.π). Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται η επανάχρηση και αποκατάσταση του ιστορικού κτιρίου του Ιταλικού Στρατώνα και η αντικατάσταση του γειτονικού κτιρίου του πρώην υποκαταστήματος ΙΚΑ, τα οποία βρίσκονται σε μια κεντρική περιοχή(Δημοτικός Κήπος, Πάρκο Ειρήνης και Φιλίας, Σχολεία οδού Κοραή και Στάδιο Χανιων) που χαρακτηρίζεται από περιφραγμένες, μονολειτουργικές χρήσεις και υπεροχή του αδόμητου σε σχέση με το δομημένο περιβάλλον, διαμορφώνοντας έτσι ένα μεγάλο αστικό «κενό».

Βασική επιδίωξη υπήρξε τα κτίρια να λειτουργούν ως στεγασμένος δημόσιος χώρος, φιλικός προς τους ανθρώπους χωρίς στέγη, αλλά παράλληλα και ως «ενδιάμεσος» χώρος οπού μπορεί να λάβει χώρα η υβριδοποίηση, δηλαδή η ισότιμη συνεχής διαπραγμάτευση, αλληλεπίδραση και συμπερίληψη. Έτσι, επιχειρείται η ενεργοποίηση της ευρύτερης περιοχής μέσω της δημιουργίας αστικών συνδέσεων και νέων κτιριακών όγκων και την οργάνωση του αστικού πρασίνου.


Μπορούμε να πούμε ότι από το πρώτο σχέδιο πόλεως, το οποίο βασίστηκε στα ήδη υπάρχοντα μονοπάτια, μέχρι σήμερα δεν παρουσιάζονται σημαντικές αλλαγές στην οργάνωση του αστικού και πολεοδομικού ιστού, ενώ ορισμένες περιοχές παραμένουν ακόμα ασχεδίαστες.

Το όριο της πόλης έχει μετατοπιστεί από την περίμετρο που όριζαν τα τείχη στην περίμετρο που ορίζεται από την οδό Γογονή. Και το σύγχρονο κέντρο δεν είναι πλέον η παλιά πόλη αλλά η ευρύτερη περιοχή γύρω από αυτήν.
Όσον αφορά την ευρύτερη περιοχή που εντάσσεται η επέμβασή μας, μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί κατάλοιπο μιας προηγούμενης κατάστασης, καθώς πρόκειται για ένα μεγάλο κενό το οποίο διασπά τον αστικό ιστό.



Εστιάζοντας στην περιοχή μελέτης εντοπίζουμε διαφορετικά χαρακτηριστικά και ποιότητες τόσο στην ίδια όσο και στις περιοχές που συνορεύουν με αυτή. Η περιοχή, αποτελεί σημείο μετάβασης από τον πυκνό αστικό ιστό στον κατακερματισμένο και σημείο εισόδου στην πόλη.

Με σκοπό την ενεργοποίηση των κτιρίων επέμβασης και την ένταξη τους στον αστικό ιστό επανασχεδιάζεται το πάρκο ώστε να μπορέσει να αποτελέσει άρθρωση των διαφορετικών συστημάτων που εντοπίζονται γύρω από αυτό και σημείο αναφοράς της αστικής καθημερινότητας. Προκειμένου να συμβεί αυτό, δόθηκε έμφαση στις αστικές συνδέσεις στον άξονα Βορά-Νότου και Ανατολής-Δύσης. Βασική επιδίωξη αποτέλεσε η ενοποίηση και οριοθέτηση του πρασίνου και ο σχεδιασμός μιας πύλης εισόδου στην πόλη. Προτείνεται επίσης μια ιστορική περιπατητική διαδρομή σε συνδυασμό με ένα δίκτυο πρασίνου, η οποία ξεκινά από την Δημοτική Αγορά και καταλήγει στο Κουμ Καπί.


Το κτίριο του Ιταλικού Στρατώνα, το παρακείμενο κτίριο του πρώην υποκαταστήματος ΙΚΑ και το ενδιάμεσο σε αυτά οικοδομικό Τετράγωνο αποτελούν τα τρία στοιχεία στα οποία εστιάζει η σύνθεσή μας. Για να ενισχύσουμε την αξία παλαιότητας του κτιρίου του Ιταλικού Στρατώνα, προσδίδουμε σε αυτό αξία χρήσης. Προκειμένου να συμβεί αυτό κρίνεται απαραίτητο να πραγματοποιηθούν εργασίες αποκατάστασης. Εν αντιθέσει προχωράμε στην αντικατάσταση του πρώην υποκαταστήματος ΙΚΑ από ένα νέο κτίριο. Ενώ το ενδιάμεσο τετράγωνο σχεδιάζεται εκ νέου αποτελώντας αστικά ένα χώρο μετάβασης και σύνδεσης των δύο κτιρίων.



Κομβικό στοιχείο της σύνθεσής μας αποτελεί η διαμόρφωση των ισογείων των δυο κτιρίων και του ενδιάμεσου οικοδομικού τετραγώνου ώστε να λειτουργούν ενιαία ως στεγασμένος δημόσιος χώρος φιλικός προς τους ανθρώπους χωρίς στέγη αλλά και παράλληλα ως ενδιάμεσος χώρος που μπορεί να λάβει χώρα η υβριδοποίηση. Τα ισόγεια προσπαθούν να αποδώσουν με συμπυκνωμένο τρόπο ποιότητες που εντοπίζονται στον αστικό ιστό. Στην περίπτωση του νέου κτιρίου αποφεύγεται η ύπαρξη σαφών ορίων με σκοπό τη διάχυση του στο αστικό περιβάλλον ενώ στην περίπτωση του Ιταλικού Στρατώνα, το υφιστάμενο κέλυφος αποτελεί ένα σαφές όριο εντός του οποίου περιορίζεται η επέμβαση. Το ενδιάμεσο τετράγωνο διατηρεί στοιχεία και των δυο περιπτώσεων, το ισχυρό όριο του στρατώνα- τα διαπερατά όρια του νέου κτιρίου και τη λογική των διάσπαρτων όγκων που διαμορφώνουν χώρο που απαντάται και στις δύο περιπτώσεις.


Περνώντας στο κτίριο του πρώην υποκαταστήματος του ΙΚΑ, σε ότι αφορά το ισόγειο, αυτό αποτελείται από τρία στοιχεία, σταθερά και μεταβλητά στοιχεία που συγκροτούν τους κλειστούς χώρους, τους ενδιάμεσους χώρους και τους χώρους κίνησης/ υπολειπόμενους χώρους. Διαμορφώνονται τρεις ιεραρχημένες είσοδοι που ανταποκρίνονται στις αστικές συνδέσεις. Όσον αφορά τους ενδιάμεσους χώρους στις τρεις περιπτώσεις είναι κενοί στο ισόγειο και ελεύθεροι προς οργάνωση από τους ίδιους τους χρήστες, ενώ στους ορόφους διαμορφώνονται ως κοινόχρηστοι χώροι. Ο ένας εκ των δύο μεγαλύτερων διαμορφώνεται ως αίθριο ενώ ο κεντρικός παραλαμβάνει τις κινήσεις του ισογείου και είναι ο χώρος που οργανώνεται η κατακόρυφη κυκλοφορία.

Η διαμόρφωση του α’ ορόφου βασίζεται στην εναλλαγή κενού πλήρους, ενώ η τοποθέτηση των μονάδων πραγματοποιείται βάσει κανάβου που διαμορφώνεται από τις διαστάσεις α και α/2. Το ίδιο ισχύει και στον δεύτερο όροφο με τη μετατόπιση της εναλλαγής σε σχέση με τον πρώτο κατά α.

Το κενό εξυπηρετεί ως χώρος κίνησης άλλα και υπαίθριος χώρος συναναστροφής των διαμενόντων. Η εναλλαγή που αναφέρθηκε μπορεί να επαναληφθεί επιτρέποντας την ανάπτυξη της δομής καθ’ ύψος, καθώς όπως αναφέρθηκε η λογική της συγκεκριμένης δομής είναι η δυνατότητα εφαρμογής της σε οποιοδήποτε περιβάλλον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση επιλέγουμε να δημιουργήσουμε ένα ισχυρό μέτωπο στη συμβολή των οδών Νεάρχου και Σολωμού με την αποδυνάμωσή του προς το εσωτερικό του τετραγώνου. Η διαμόρφωση των όψεων προκύπτει μέσω της εναλλαγής κενού-πλήρους και μετατόπισης των όγκων κατά τη διάσταση α και α/2. Το πρώτο επίπεδο των όψεων επανασχεδιάζεται μέσω της χρήσης  ελαφρών μεταλλικών στοιχείων όπως φαίνεται και στα διαγράμματα και στα σχέδια των όψεων.


Όσον αφορά τον Ιταλικό Στρατώνα, το ισόγειο διαμορφώνεται με βασικό στοιχείο τα τοιχία που λειτουργούν ως φέρων οργανισμός των κατοικιών στον όροφο και της κατακόρυφης κίνησης. Αντίστοιχα με το κτίριο του πρώην υποκαταστήματος του ΙΚΑ διαμορφώνεται από σταθερά και μεταβλητά στοιχεία στα οποία τοποθετούνται οι λειτουργίες, ενδιάμεσους χώρους και χώρους κίνησης/υπολειπόμενους χώρους. Με σκοπό την οργάνωση της κίνησης στο ισόγειο στη βόρεια πλευρά σφραγίζονται τα υφιστάμενα ανοίγματα τα οποία φαίνεται να διανοίχθηκαν μεταγενέστερα, ενώ διανοίγεται εκ νέου μία εκ των εισόδων της αρχικής φάσης του κτιρίου.

Τόσο το ισόγειο όσο και ο όροφος διαμορφώνονται βάσει του ρυθμού που ορίζουν τα μεταγραφόμενα υποστυλώματα του συστήματος της στέγης.

Με τη λογική της εναλλαγής του κενού σε σχέση με το πλήρες οργανώνονται τρεις πυρήνες κατοικιών, στον όροφο,  ο καθένας από τους οποίους διαθέτει ένα κοινόχρηστο χώρο διημέρευσης για τους διαμένοντες. Ενώ στον κεντρικό χώρο ο οποίος είναι προσβάσιμος από την εξωτερική υφιστάμενη διπλή κλίμακα τοποθετούνται κάποιοι χώροι απομόνωσης, οι οποίοι αποσκοπούν στην επίτευξη της ιδιωτικότητας εντός του δημοσίου χώρου. Πρόκειται για χώρους διπλού ύψους οι οποίοι διαθέτουν μεταβαλλόμενα στοιχεία που επιτρέπουν την πολλαπλή χρήση των χώρων αυτών.

Το πρίσμα που τοποθετείται στο νότιο τμήμα του κτιρίου , επιθυμούμε να αποτελέσει ένα τοπόσημο σηματοδότησης της εισόδου στην πόλη. Πρόκειται για έναν εκθεσιακό χώρο ευαισθητοποίησης για το ζήτημα των αστέγων. Αποτελεί μια μεταλλική κατασκευή στην οποία εισχωρεί η επέκταση του συστήματος της στέγης, ενώ η πλήρωση στις εξωτερικές πλευρές πραγματοποιείται από ξύλινα κατακόρυφα στοιχεία. 

Βασικό συνθετικό εργαλείο αποτελεί η κίνηση εντός του, ως στοιχείο που χαρακτηρίζει τη ζωή των αστέγων. Η κίνηση οργανώνεται στον κατακόρυφο άξονα του δυτικού τμήματος του πρίσματος, ενώ το ανατολικό τμήμα παραμένει κενό υπονοώντας το ίχνος της πρώτης φάσης του κτιρίου. Ο εκθεσιακός χώρος που διαμορφώνουμε αποτελείται από πέντε επίπεδα με βασικό στοιχείο ένα μεγάλο αμφιθέατρο που στηρίζεται στη στέγη και ακολουθεί την κλίση της. Αντίστοιχη κατασκευή εφαρμόζεται και στο κεντρικό τμήμα του κτιρίου, η οποία αναπαριστά τη μορφή του αντίστοιχου τμήματος πριν καταστραφεί από την πρόσφατη πυρκαγιά.