Δ040.18 Μετασχηματίζοντας το αστικό τοπίο | Η επανένταξη των προσφυγικών της Λ. Αλεξάνδρας στο δίκτυο της πόλης


Διπλωματική Εργασία: Μετασχηματίζοντας το αστικό τοπίο | Η επανένταξη των προσφυγικών της Λ. Αλεξάνδρας στο δίκτυο της πόλης
Φοιτήτρια: Aναστασία Βυθούλκα
Επιβλέπων Καθηγητής: Δημήτρης Γιαννίσης
Tμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πανεπιστημίου Πατρών | Νοέμβριος 2018

Διασχίζοντας μια απ’ τις κεντρικές λεωφόρους της Αθήνας, την λεωφόρο Αλεξάνδρας, η ροή των ομοιογενών σχετικά όψεων διακόπτεται απ’ την παρουσία ενός διαφορετικού συγκροτήματος κατοικιών που μοιάζει να στέκει παρατημένο στο χρόνο ανάμεσα στις μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες. Tα προσφυγικά, αποτελούν ένα ισχυρό τοπόσημο για την περιοχή, προκαλώντας διφορούμενα συναισθήματα. . Για κάποιους είναι ιστορικά σύμβολα, για άλλους ερείπια του παρελθόντος, για πολλούς δείγματα της ασχήμιας της πόλης και για τους αρχιτέκτονες μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Αυτή η διχογνωμία έχει οδηγήσει σε μια περίεργη ιδιαίτερη κατάσταση ως προς τη διαχείριση και την αξιοποίηση τους. Για πολλούς η ιστορική μνήμη που φέρουν και τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά τους χαρακτηριστικά επιβάλλουν τη διατήρηση τους ενώ για άλλους αποτελούν παραφωνία στο εκσυγχρονισμένο προφίλ της πόλης (βλ. η κάλυψή τους κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών αγώνων το 2004). Σε κάθε περίπτωση, μέχρι σήμερα αντιμετωπίζονται ως προβληματικά κελύφη, απαλλαγμένα απ’ τη χρήση τους αποκομμένα από τη ζωή της πόλης.
 Η συγκεκριμένη σχεδιαστική πρόταση επιχειρεί να επανεντάξει τα Προσφυγικά της Λ. Αλεξάνδρας θα επανενταχθούν στον αστικό ιστό και τον περίπατο της πόλης, αναδεικνύοντας την ιστορικότητά τους, με σεβασμό στην αρχική τους χρήση.


ΙΣΤΟΡΙΑ

Τα προσφυγικά αποτελούν  ένα οικιστικό συγκρότημα, που αναγέρθηκε για να στεγάσει τους πρόσφυγες που εισέρρεαν στην Ελλάδα μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Σύμφωνα με τον Τουρνικιώτη, πρόκειται για «αυστηρά ωφελιμιστικά κτίρια, στη γραμμή του γερμανικού φονξιοναλισμού, απλά παραλληλεπίπεδα κατασκευασμένα με πλάκες οπλισμένου σκυροδέματος και επιχρισμένη λιθοδομή, «χωρίς ίχνος διακόσμησης ή άλλης παραχώρησης σε πλαστικές αναζητήσεις». Το συγκρότημα απαρτίζεται από 8 τριώροφες πολυκατοικίες με 228 διαμερίσματα που αποτελούνται από 1-2 υπνοδωμάτια και βοηθητικούς χώρους, με το εξαιρετικό πλεονέκτημα να διαθέτουν φυσικό φωτισμό. Ένα κλιμακοστάσιο αντιστοιχεί σε δυο μονάδες, ενώ στην ταράτσα βρίσκονται τα κοινόχρηστα πλυσταριά. Πέρα απ’ την τυποποιημένη μονάδα, ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι κοινόχρηστοι  χώροι και κυρίως οι χρήσεις που τους προσέδωσαν οι κάτοικοι. 

Στο πέρασμα του χρόνου, τα Προσφυγικά, χωροταξικά και ταξικά, αποτέλεσαν σημείο αναφοράς, απ’ τα Δεκεμβριανά μέχρι και σήμερα. Τις μέρες μας φιλοξενούν διαφορετικές και πολλές φορές αντικρουόμενες κατηγορίες κατοίκων, οι οποίες όμως καταφέρνουν να συμβιώνουν και να συγκροτούν πρώιμες δομές συλλογικής συνύπαρξης, που προσπαθούν να επεκταθούν και πέρα απ’ τα όρια του συγκροτήματος. Στοιχεία του αρχικού σχεδιασμού έχουν παραληφθεί (όπως ο σχεδιασμός των υπαίθριων χώρων που έχει μετατραπεί σε πάρκινγκ) είτε  ή έχουν τροποποιηθεί απ’ τους ίδιους τους κατοίκους. Στο εσωτερικό του οικοπέδου, η έννοια του ορίου, με λιγότερο αυστηρό χαρακτήρα, διαμορφώνει διαφορετικές σχέσεις γειτνίασης με τα γύρω κτίρια. Ο δρόμος που διέρχεται απ’ τον Άγιο Σάββα, αρχικά διαχωρίζει τα δεξιά κτίρια απ τα υπόλοιπα ενώ η μάντρα πίσω και δεξιά περιορίζει την πρόσβαση στην πλευρά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, απ’ την πλευρά δηλαδή του ισχυρότερου ορίου. Την ίδια στιγμή, οι ενδιάμεσοι χώροι μεταξύ των κτιριακών όγκων έχουν μετατραπεί σε πάρκινγκ, δίνοντας την εντύπωση πως τα κτίρια μόνο λειτουργούν σαν νησίδες κατοίκησης, σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται απ’ την έντονη παρουσία του αυτοκινήτου.


ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΛΗ

Στη δεκαετία του 30’, η περιοχή πάνω απ’ την Αλεξάνδρας φιλοξενούσε ένα σύνολο κρατικών δομών, σαφώς οριοθετημένων, σε μία ιδιαίτερα μη πυκνοκατοικημένη περιοχή. Επιπλέον, δεν ανήκε στον πυρήνα του αστικού ιστού μιας και η πόλη δεν ακόμα είχε επεκταθεί ως εκεί. Κάνοντας μια σύγκριση με το σήμερα, θα μπορούσε κανείς να πει πως οι υπηρεσίες αφενός και οι οριοθετημένες δομές αφετέρου κυριαρχούν ακόμα. Στην περιοχή λειτουργούν πολλά σχολεία και νοσοκομεία, το όριο της Λ. Αλεξάνδρας είναι εξαιρετικά ισχυρό και πέρα απ’ τις όψεις των δημόσιων λειτουργιών, η κατοίκηση υπερισχύει.
Στη περιοχή παρατηρείται έντονη κινητικότητα κατά τη διάρκεια της μέρας σε αντίθεση με τη νύχτα. που αφορά επισκέπτες της περιοχής με συγκεκριμένο  προορισμό. Πρόκειται για πολίτες που βρίσκονται στη περιοχή για να εξυπηρετηθούν από τις γύρω δημόσιες υπηρεσίες. Δεν συναναστρέφονται, δεν στέκονται, απλά, καλύπτουν ένα κομμάτι διαδρομής. Το γεγονός της γειτνίασης με κτίρια υπερτοπικών χρήσεων (ΓΑΔΑ, δικαστήρια, γήπεδο ΠΑΟ, νοσοκομεία), με ορισμένο ωράριο λειτουργίας, ορίζει και την πυκνότητα της κυκλοφορίας ανά ώρα αλλά και τονίζει ακόμα περισσότερο το όριο της Λεωφόρου, εντάσσοντας και τις όψεις εκατέρωθεν της Αλεξάνδρας σε αυτό.

Παρόλη την εύκολη πρόσβαση με κάθε μέσο στη περιοχή, τα Προσφυγικά εξακολουθούν να στέκουν ως μια μεμονωμένη νησίδα κατοίκησης στον αστικό ιστό. Οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής συγκεντρώνονται στη πλατεία του Αγίου Δημητρίου και ο στον παράλληλος προς την Αλεξάνδρας εμπορικό δρόμο, και το ισχυρό όριο της Λ. Αλεξάνδρας αποκόπτει τα προσφυγικά συγκροτήματα από τη δημόσια ζωή της περιοχής και τους χώρους πρασίνου.


ΚΑΤΟΙΚΟΙ

Τα Προσφυγικά όμως δεν είναι κενά κελύφη, είναι κατοικημένα κτήρια. Οι κάτοικοι τους χαρακτηρίζονται από το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τη μονιμότητα. Σήμερα στο συγκρότημα συνυπάρχουν παλιοί ιδιοκτήτες και φοιτητές, οικογένειες μεταναστών και κάποιοι εφήμεροι κάτοικοι. Οι ομάδες των κατοίκων που ξεχωρίζουν είναι οι παλιοί ιδιοκτήτες, οι μόνιμοι ένοικοι που είναι κυρίως οικογένειες μεταναστών που διαμένουν είτε με κάποιο παράτυπο διακανονισμό είτε υπό καθεστώς κατάληψης και τέλος τα διαμερίσματα που είτε είναι άδεια είτε χρησιμοποιούνται εντελώς εφήμερα από «περαστικούς» ενοίκους, από ανθρώπους δηλαδή που αντιμετωπίζουν την ολιγοήμερη διαμονή σε κάποιο διαμέρισμα των Προσφυγικών σαν μια απόλυτα προσωρινή λύση.

Σε αυτό το ανομοιογενές σύνολο κατοίκων, κυρίως λόγω των διαμαρτυριών για τη διατήρηση των Προσφυγικών αλλά και λόγω της ταξικής του σύνθεσης, έχουν διαμορφωθεί κάποιοι δεσμοί συλλογικότητας με δράσεις που αφορούν τόσο τους ενοίκους όσο και συνολικά τη γειτονιά με την ύπαρξη δομών πολιτισμού και αλληλεγγύης.

ΣΤΟΧΟΙ

Αρχικός προβληματισμός και στόχος της πρότασης είναι η διατήρηση της  ισορροπίας του ιδιωτικού με το κοινόχρηστο και το δημόσιο, όχι συνθέτοντας έναν περίκλειστο θύλακα κατοίκησης που λειτουργεί με συλλογικούς όρους, αλλά επιχειρώντας την ένταξη του συγκροτήματος στη ζωή της περιοχής, με μια σχέση αλληλοτροφοδότησης. Λόγω της θέσης τους αλλά και της σημασίας τους, τα Προσφυγικά αντιμετωπίζονται σαν ένας κόμβος κυκλοφοριών και δραστηριοτήτων.  Ο ιστορικός τους χαρακτήρας ενισχύεται με τη προσθήκη δημόσιων προγραμμάτων ενώ κομβικό ρόλο στην πρόταση μου διαδραματίζει η επίλυση του κυκλοφοριακού ζητήματος που προκύπτει τόσο για τη σύνδεση με την καθημερινή ζωή των κατοίκων όσο και για τη διαχείριση του ορίου της Λ. Αλεξάνδρας.

Βασική προϋπόθεση στην οργάνωση της περιοχής και της σύνδεσης των προσφυγικών με τον αστικό ιστό είναι η διαμόρφωση ενός πεζοδρομημένου δικτύου, που θα συνδέει την ιστορία με το δημόσιο χώρο και θα επανεξετάζει τη σχέση της με το δίκτυο της πόλης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση προτείνεται η σύνδεση  των χώρων πρασίνου, τους προσφυγικούς συνοικισμούς  και τα σχολεία, πάνω και κάτω απ’ την Αλεξάνδρας με την πλατεία της εκκλησίας, που είναι ο βασικός χώρος δραστηριοποίησης των κατοίκων της περιοχής.


Η  προσαρμογή των προσφυγικών σε αυτό το δίκτυο επιβάλει τη διευθέτηση δυο ζητημάτων. Αφενός την επίλυση του κυκλοφοριακού, το πέρασμα της Αλεξάνδρας, και τον προγραμματικό εμπλουτισμό των προσφυγικών με ένα πρόγραμμα που θα αφορά την ιστορία και τη γειτονιά και θα αναβαθμίσει τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων τους.
Οι επιλογές σύνδεσης των προσφυγικών με τις γύρω γειτονιές κατοικιών δεν είναι πολλές. Έχοντας σαν αντίστοιχα παραδείγματα αναφοράς τα Underpass park kai Jessheim underpass, επιλέγουμε η κυκλοφορία των κατοίκων να γίνεται κάτω από τη λεωφόρο παρέχοντας τη δυνατότητα τόσο δημιουργίας ενός στεγασμένου όσο και υπαίθριου περάσματος. Η πρόσβαση γίνεται μέσω στεγασμένων ή υπαίθριων χώρων διττού ρόλου μιας και το ίδιο το πρόγραμμα οδηγεί και αποτελεί την πορεία του περάσματος. Το δημόσιο πρόγραμμα γίνεται κόμβος και πέρασμα.

Οι δημόσιες λειτουργίες αναπτύσσονται γύρω και κάτω από την Αλεξάνδρας με στόχο τη διαφύλαξη της ιδιωτικής ζωής των κατοίκων. Προτείνω Προτείνεται ένα σύνολο δημόσιων προγραμμάτων, που αφενός αναδεικνύουν την ιστορική μνήμη και αφετέρου μπορούν να αποτελέσουν πόλο έλξης τόσο για τους κατοίκους των Προσφυγικών, όσο και συνολικά για τους κατοίκους της περιοχής. Αυτό περιλαμβάνει μια βιβλιοθήκη με αναγνωστήριο, έναν εκθεσιακό χώρο με καλλιτεχνικά εργαστήρια και μια εμπορική ζώνη, κυρίως εστίασης. Τέλος δημιουργείται μια υπαίθρια αγορά, που αποτελεί καθιερωμένο τόπο συνάντησης σε επίπεδο γειτονιάς, όπως επίσης κάποιους χώρους πρασίνου και χώρους αθλητικών δραστηριοτήτων.


Όσο αφορά τις κατοικίες, εξετάζουμε τις διαφορετικές ομάδες κατοίκων του συγκροτήματος που σήμερα φιλοξενούνται στα κτήρια του, με βασική διάκριση μεταξύ των μόνιμων και εφήμερων. Η πρόταση για τις κατοικίες είναι διαγραμματική και ενδεικτική, με στόχο την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής των προσφυγικών.

Oι μόνιμοι κάτοικοι διαχωρίζονται σε, οικογένειες και ηλικιωμένους. Για καθέναν από αυτούς, προκύπτουν διαφορετικοί τύποι διαμερισμάτων, λαμβάνοντας υπόψιν τις ανάγκες τους. Απαραίτητο στοιχείο των μονάδων κατοίκησης των οικογενειών είναι η δυνατότητα πολυμορφίας του διαμερίσματος, κατ’ αντιστοιχία με την πολυμορφία της σύγχρονης οικογένειας. Ένας ενιαίος κοινόχρηστος χώρος ανά διαμέρισμα, υπνοδωμάτια που μπορούν να απομονωθούν και να διαχωριστούν απ’ το βασικό οικιακό πυρήνα με διαφορετικές προσβάσεις συνθέτουν ένα διαμέρισμα το οποίο χωρικά θα μεταλλάσσεται ανάλογα με τις ανάγκες της οικογένειας που το κατοικεί (λ.χ. τα παιδιά μεγαλώνουν άρα έχουν αυξημένη ανάγκη ιδιωτικότητας). Επιπλέον, μιας και ανάμεσα στους κατοίκους υπάρχουν αρκετές οικογένειες μεταναστών, θεωρώ πολύ σημαντική την ύπαρξη μονάδων που θα επιτρέπουν τη φιλοξενία, βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα, επιπλέον μελών της οικογένειας.
Τα διαμερίσματα των ηλικιωμένων, είναι ενιαίοι χώροι, με δυνατότητα απομόνωσης του χώρου ύπνου αλλά και δυνατότητα σύνδεσης με τη μονάδα της οικογένειας. Πολύ σημαντική θεωρώ σε αυτή την περίπτωση και τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης της μονάδας με αυτοκίνητο. Ουσιαστικά το μοτίβο των κατοικιών των μόνιμων κατοίκων περιλαμβάνει μια μονάδα η οποία, δυνητικά συνδέεται ή διαχωρίζεται από επιμέρους ιδιωτικούς χώρους, δημιουργώντας ένα ποικιλόμορφο σύνολο.

Στους εφήμερους κατοίκους εντάσσονται οι πρόσφυγες και οι συγγενείς των ασθενών των γύρω νοσοκομείων. Εδώ η βασική  επιδίωξη είναι η ύπαρξη χώρων που μπορούν να φιλοξενήσουν δομές και υπηρεσίες υποστήριξης, η ύπαρξη κοινόχρηστων, ανά ορισμένους κατοίκους, χώρων κοινωνικοποίησης και τέλος η διαμόρφωση επαρκών χώρων ιδιωτικότητας, τόσο για οικογένειες, όσο και για μεμονωμένους ενοίκους. Ο χειρισμός βέβαια γι’ αυτές τις δυο κατηγορίες είναι διαφορετικός, μιας και στην πρώτη για μένα είναι σημαντική η σύνδεση με τη ζωή τους συγκροτήματος και η ένταξη τους στην κοινότητα, ενώ στη δεύτερη η σύνδεση αυτή είναι δευτερεύουσα.


ΞΕΝΑΓΗΣΗ

Αρχικά, η πρόταση ξεκινάει απ’ τη διαμόρφωση ενός δικτύου πεζοδρόμησης, που ξεκινάει απ’ την πλατεία Αγίου Δημητρίου και μέσω της οδού Βάθεως, διέρχεται απ’ τα προσφυγικά και περνώντας στην οδό Τσοχά, κάτω απ’ το γήπεδο του ΠΑΟ, επεκτείνεται στην περιοχή.  Αυτή η πορεία, επηρεάζει τις κατευθύνσεις των δρόμων οι οποίες αναδιοργανώνονται ενώ δεν επηρεάζει την πρόσβαση με αυτοκίνητο στα υπερτοπικά σημεία της περιοχής (όπως κεντρικές υπηρεσίες ή χώροι εργασίας).Περισσότερο εστιάζω στη διαμόρφωση του «κόμβου» των Προσφυγικών, μελετώντας τις αλλαγές χρήσης και το βασικό πέρασμα της Λ. Αλεξάνδρας.

Το γήπεδο του ΠΑΟ μεταφέρεται απελευθερώνοντας χώρο που προορίζεται για τις δημόσιες χρήσεις του κόμβου. Στη θέση του, διαμορφώνονται κλιμακωτές πλατείες, με διαφορετικές χρήσεις. Η λογική είναι η διαμόρφωση μιας διαδρομής που θα ξεκινάει απ’ το επίπεδο του δρόμου, θα κατεβαίνει στα -6 μέτρα και θα καταλήγει στην απέναντι πλευρά της Αλεξάνδρας με μια υπαίθρια και μια στεγασμένη πορεία.

Στην ίδια λογική, απ’ την οδό Τσοχά γίνεται η πρόσβαση στο υπόγειο πάρκινγκ με δυο στάθμες, το οποίο στο επίπεδο του δρόμου φιλοξενεί αθλητικές δραστηριότητες. Το πάρκινγκ αυτό, απευθύνεται τόσο στους περιηγητές της πλατείας, όσο στους κατοίκους των Προσφυγικών αλλά και της υπόλοιπης περιοχής.

Ανά επίπεδο, στο -3 και το -6 ορίζονται οι αντίστοιχες λειτουργίες. Στο -3 έχουμε ξεκινώντας απ’ το κτίριο-διάβαση το καφέ, τα εργαστήρια και τη δυνατότητα πρόσβασης στο θέατρο. Στο ίδιο επίπεδο ξεκινάει η πρώτη στάθμη του πάρκινγκ και η κατάληξη της υπαίθριας αγοράς.

Στο -6 εκτείνεται ο εκθεσιακός χώρος που καταλήγει στην κεντρική πλατεία του πρώην γηπέδου του ΠΑΟ. Περιμετρικά της, λειτουργούν διάφορα καταστήματα κυρίως εστίασης και η τελευταία στάθμη του πάρκινγκ. Στο ίδιο επίπεδο συναντάμε την κεντρική πρόσβαση του θεάτρου, του κτηρίου διάβαση και την υπαίθριας διάβασης.

Η ΑΓΟΡΑ

Η υπαίθρια αγορά, ξεκινάει απ’ το επίπεδο του δρόμου και καταλήγει στο -2,5, περικλείοντας ένα χώρο πρασίνου. Η κυκλοφορία σ’ αυτή ακολουθεί το μοτίβο της κυκλοφορίας και στα ίδια τα προσφυγικά. Κατεβαίνοντας στο -6, βρισκόμαστε στην κεντρική πλατεία που περιτριγυρίζεται από κλειστά καταστήματα κυρίως εστίασης. Η πλατεία αυτή, οδηγεί στις διαβάσεις και στο κτίριο ένωσης με τα Προσφυγικά.


ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ-ΔΙΑΒΑΣΗ

Κάτω απ’ την Αλεξάνδρας, διαμορφώνεται συνδετικό –μεταβατικό κτήριο απ’ την πλατεία στα προσφυγικά. Ουσιαστικά το κτίριο διάβαση και το 1ο κτίριο των Προσφυγικών αποτελεί το κορμό διάρθρωσης της πρότασης, ορίζοντας τα επίπεδα στεγασμένων αλλά και υπαίθριων χώρων. Απ’ το -6 ξεκινά ο εκθεσιακός χώρος ενώ, μια στάθμη πιο πάνω, βρίσκονται τα καλλιτεχνικά εργαστήρια και το καφέ. Απ’ το επίπεδο των εργαστηρίων, ανεβαίνοντας άλλη μια στάθμη βρισκόμαστε στο εσωτερικό του πρώτου κτιρίου των προσφυγικών το οποίο είναι δημόσιο. Τα τοιχία στήριξης, χρησιμοποιούνται για την έκθεση και τον εξοπλισμό των εργαστηρίων. Διασχίζοντάς το, βγαίνουμε στην κεντρική δημόσια αυλή του συγκροτήματος ενώ στο εσωτερικό εκτείνεται η βιβλιοθήκη και τα αναγνωστήρια σαν «εσωτερικά μπαλκόνια» στην εξωτερική τοιχοποιία του κτιρίου.

Με πρόσβαση απ’ το επίπεδο της κεντρικής πλατείας και ανεβαίνοντας στο +1 βρίσκεται το θέατρο, η λειτουργία του οποίου μπορεί να διαχωρίζεται απ’ το κύριο πρόγραμμα του κτιρίου. Αν και η βασική πρόσβαση γίνεται απ’ το επίπεδο της κεντρικής πλατείας, στο -3 υπάρχει η δυνατότητα υπαίθριας λειτουργίας του στο επίπεδο του βοτανικού κήπου.
Η διαμόρφωση αυτή, έχει δυο βασικές διαδρομές. Η πρώτη, προσφέρει την απευθείας σύνδεση των πλατειών με την απέναντι μεριά της Λ. Αλεξάνδρας μέσω της εξωτερικής διάβασης ενώ η δεύτερη, ακολουθώντας τη ροή των λειτουργιών καταλήγει επίσης στην, εσωτερική αυτή τη φορά, διάβαση μετά το τέλος της περιήγησης.

Περνώντας πια στην πλευρά των Προσφυγικών, οι χρήσεις διαμορφώνονται με τρόπο τέτοιο ώστε το δημόσιο, το κοινόχρηστο και το ιδιωτικό να εξισορροπούν. Το πρώτο κτίριο και η αυλή του ανήκουν στο δημόσιο πρόγραμμα ενώ το δεύτερο αποτελεί τη σύνδεση δημόσιου-κοινόχρηστου μιας και φιλοξενεί διάφορες κοινοτικές, υποστηρικτικές και ψυχαγωγικές δομές, και έναν παιδικό σταθμό. Τα δύο κτίρια έχουν διττή απεύθυνση και ρόλο μιας και εξασφαλίζουν το πέρασμα απ’ το δημόσιο στο κοινόχρηστο και στη συνέχεια στο ιδιωτικό. Τα δυο επόμενα κτίρια φιλοξενούν τους μόνιμους κατοίκους ενώ τα πίσω κτίρια φιλοξενούν προσφυγικές οικογένειες. Τα δύο κτίρια πίσω απ’ τον Άγιο Σάββα «ανεξαρτητοποιούνται» απ’ το συγκρότημα και φιλοξενούν τους συγγενείς των ασθενών.


Στα δυο μπροστά κτίρια, ένα ή δυο δωμάτια αλλάζουν επίπεδο και δίνουν τη δυνατότητα ξεχωριστής πρόσβασης ώστε να καλύψουν τις διαφορετικές ανάγκες ιδιωτικότητας που μπορεί να προκύψουν.

Επιπλέον, τόσο στα κτίρια των ξενώνων όσο και στα κτίρια στέγασης των προσφύγων στο ισόγειο τοποθετούνται κοινόχρηστοι χώροι που στεγάζουν υπηρεσίες νομικής και ψυχολογικής υποστήριξης ενώ οι μονάδες διαφοροποιούνται ανάλογα με το πόσους ενοίκους θα έχουν.

Εκμεταλλευόμενη το ανάγλυφο του οικοπέδου, οριοθετούνται τα όρια τους συγκροτήματος, διατηρώντας τόσο την μπροστά όσο και την πίσω είσοδο. Στο ισόγειο των δυο πρώτων κτιρίων ιδιωτικής χρήσης τοποθετούνται οι ηλικιωμένοι ένοικοι, που έχουν άμεση πρόσβαση στο δρόμο και ιδιωτικές θέσεις στάθμευσης. Η αλλαγή χρήσης και η πορεία πεζού και αυτοκινήτου διαφοροποιούνται με υψομετρική διαφορά ενός μέτρου.

Κατ’αυτό τον τρόπο ο κοινόχρηστος εξωτερικός χώρος διαχωρίζεται απ’ το δημόσιο πρόγραμμα και οι ιδιωτικές αυλές διαχωρίζονται απ’ την κοινόχρηστη κυκλοφορία των κατοίκων. Ο βασικός υπαίθριος κοινόχρηστος χώρος είναι αυτός ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο κτίριο. Τοποθετούνται κυρίως χώροι παιχνιδιού, άσκησης και φύτευσης. Το έδαφος του υπαίθριου τμήματος των προσφυγικών καλύπτεται με κουροσάνι για να παραπέμπει στην διαμόρφωση του τώρα. 

Βασική στόχευση ήταν η δημιουργία  χώρων διαβαθμισμένης ιδιωτικότητας αλλά και κοινόχρηστης χρήσης έτσι ώστε η λειτουργία του δημόσιου προγράμματος και της κατοικίας να συνυπάρχουν αρμονικά, αλληλοτροφοδοτώντας το ένα το άλλο. Τέλος, βασικό στοιχείο της πρότασης είναι η διαμόρφωση του περιβάλλοντος που θα υποστηρίξει την ανάδειξη των Προσφυγικών, εστιάζοντας στην κατάσταση και όχι στο κτίριο.