Φοιτήτρια: Μαρία Αλζιγκούζη - Κομηνέα
Επιβλέπων: Σταύρος Γυφτόπουλος, Παναγιώτης Βασιλάτος
Σχολή: ΕΜΠ
Το θέμα της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη ενός Ολυμπιακού Κέντρου Υγρού Στίβου στην περιοχή Τατσούμι του Τόκιο, στην Ιαπωνία.
Η εργασία έγινε με αφορμή την ενασχόλησή μου για πολλά χρόνια με τον αθλητισμό και συγκεκριμένα με την καλλιτεχνική κολύμβηση, καθώς και την πρόκριση μου με την Εθνική Ομάδα στους Ολυμπιακούς αγώνες του Τόκιο το 2021.
Στόχος της εργασίας είναι η διερεύνηση της σχέσης του ανθρώπου με το υγρό στοιχείο όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τα βιώματα μιας αθλήτριας καλλιτεχνικής κολύμβησης, και ο τρόπος που αυτή μεταμορφώνεται σε αρχιτεκτονική σύνθεση.
Παράλληλα, εξετάζονται θέματα, όπως ο τρόπος που συνδέεται η πόλη με τη θάλασσα, η γη με το νερό, αλλά και ο συνδυασμός των λειτουργικών και μορφολογικών αναγκών ενός σύγχρονου κολυμβητηρίου με τα στοιχεία της τοπικής ιαπωνικής αρχιτεκτονικής.
Ο κόλπος του Τόκιο αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς και συγκοινωνιακούς κόμβους της Ιαπωνίας, ενώ η ιστορία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη της πόλης του Τόκιο. Με την ταχεία αστικοποίηση από τον 19ο αιώνα, η ανάγκη για επιπλέον γη οδήγησε στη δημιουργία ανακτημένης γης μέσω τεχνητών νησιών, διαδικασία που περιλάμβανε την κατασκευή θαλάσσιων τοιχωμάτων και την απόθεση υλικών στον κόλπο. Η νέα γη χρησιμοποιήθηκε για οικιστικές, εμπορικές και βιομηχανικές ζώνες, συμβάλλοντας στην αστική επέκταση. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή επηρέασε τα φυσικά οικοσυστήματα, θέτοντας προκλήσεις για την ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη και την περιβαλλοντική διαχείριση.
Η περιοχή μελέτης βρίσκεται στην πτέρυγα του Tokyo Bay που ονομάζεται Koto, και συγκεκριμένα στο τεχνητό νησί Τατσούμι που αποτελεί εξ’ολοκλήρου ανακτημένη γη.
Η περιοχή του Tatsumi, χαρακτηρίζεται από ποικιλία χρήσεων γης και πολεοδομικών στοιχείων. Το διάγραμμα των δομημένων περιοχών δείχνει ότι τα κτίρια είναι πιο πυκνά και μικρότερα στο βόρειο τμήμα, ενώ όσο πλησιάζουμε στη θάλασσα οι ακάλυπτοι χώροι αυξάνονται, με εκτεταμένους χώρους πρασίνου ιδιαίτερα στο νησί Shinkiba και το ανατολικό Tatsumi. Στο διάγραμμα ογκοπλασίας, τα πιο ψηλά κτίρια και οι ουρανοξύστες βρίσκονται στα δυτικά, ενώ στα ανατολικά κυριαρχούν χαμηλά κτίρια και πάρκα. Το οδικό δίκτυο παρουσιάζεται με έντονη σύνδεση μέσω εναέριων λεωφόρων και σιδηροδρομικών γραμμών, που διχοτομούν την περιοχή και ενώνονται σε έναν κεντρικό κόμβο. Οι χρήσεις γης δείχνουν ότι το νησί έχει έντονο αθλητικό χαρακτήρα με πάρκα και αθλητικές εγκαταστάσεις στα ανατολικά, κατοικίες στα δυτικά και εμπορικές δραστηριότητες στο νότο, κοντά στο λιμάνι.
Η περιοχή στην οποία τοποθετείται το κολυμβητήριο είναι κοντά στο όριο με τη θάλασσα. Πρόκειται για μια επίπεδη περιοχή που δεν έχει ιδιαίτερες υψομετρικές διαφορές επειδή αποτελεί ανακτημένη γη.
Η περιοχή μελέτης διαθέτει άριστες προσβάσεις, με δίκτυο για οχήματα και πεζούς, πολλές στάσεις λεωφορείων και σιδηροδρομικό σταθμό.
-Για το σχεδιασμό της μελέτης έχουν ληφθεί υπόψιν όλες οι επίσημες τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές της Παγκόσμιας Κολυμβητικής Ομοσπονδίας (FINA).
Το Τόκιο είναι μια πόλη σε άμεση επαφή με το νερό, και δίνει την αίσθηση πως σταδιακά ο πυκνοδομημένος χώρος αραιώνει και αποσυντίθεται μέσα στη θάλασσα.
Το νερό είναι το σημαντικότερο στοιχείο συσχέτισης του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον. Και στην ιαπωνική αρχιτεκτονική επιδιώκεται η μέγιστη συσχέτιση με τη φύση.
Το στοιχείο του νερού δίνει στο Τόκιο έναν δυναμισμό, μια συνεχή ροή που δεν μπορεί με τίποτα να σταματήσει.
Το νερό και η συνεχής κίνηση συναντιώνται και παίρνουν μορφή στην έννοια του κύματος.
Κυματισμός παράγεται από κάθε επαφή με το νερό.
Από τη μακρόχρονη εμπειρία μου ως κολυμβήτρια οι πιο σημαντικές βιωματικές στιγμές ενός αθλητή είναι η στιγμή αυτή που αγγίζει το νερό και νιώθει αυτήν την αίσθηση της αλλαγής στο σώμα του (από το στεγνό στο υγρό). Είναι η είσοδος σε έναν ‘άλλο κόσμο’, και η συνειδητοποίηση πως εκείνη τη στιγμή ξεκινάει μια διαφορετική κατάσταση.
Το νερό από την ηρεμία αναταράσσεται, δημιουργεί κυματισμούς και αντανακλάσεις. Η επιφάνεια του αποτελεί το προστατευτικό κέλυφος του κόσμου αυτού.
Όταν διαταράσσεται η ισορροπία του νερού, τα όρια καμπυλώνονται, παραμορφώνονται.
Με τη βύθιση, γινόμαστε όλοι μέρος του κόσμου των αθλημάτων του υγρού στίβου.
Τα αγωνίσματα ξεκινούν από τη γη και καταλήγουν μέσα στο νερό όπως και η πόλη καταλήγει στη θάλασσα.
Ο συνδυασμός μορφολογικών στοιχείων της ιαπωνικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής με την έννοια του κύματος ήταν από τους κύριους στόχους της σύνθεσης.
Σε συνέχεια όλων των προηγουμένων, η έμπνευση για το σχεδιασμό του κέντρου υγρού στίβου ξεκινά από αυτήν ακριβώς την στιγμή της επαφής με το νερό και την είσοδο σε έναν άλλο κόσμο.
Η είσοδος των αθλητών στο νερό που γεννάει το κύμα θα αντικατοπτρίζεται στην γενική είσοδο του κτιρίου.
Ο κόσμος αυτός στον οποίο εισέρχονται οι θεατές θα καλύπτεται από ένα κέλυφος που θα τον προστατεύει από οτιδήποτε εξωτερικό, όπως η επιφάνεια του νερού.
Η μορφή του κελύφους θα είναι κυματοειδής, όπως ακριβώς είναι η αντίδραση του νερού κατά την επαφή μαζί του.
Το κυματοειδές στέγαστρο θα αποτυπώνει την μετάβαση από το «έξω στο μέσα», την στιγμή της εισχώρησης σε έναν διαφορετικό κόσμο.
Όλο το συγκρότημα είναι χωροθετημένο στην άκρη της πόλης, εκεί ακριβώς που η πόλη γίνεται νερό και βυθίζεται μέσα στη θάλασσα.
Το ίδιο το κτίριο θα συμμετέχει σε αυτή την βύθιση καθώς όλες του οι δραστηριότητες θα γίνονται κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Το κολυμβητήριο θα είναι φορέας αυτής της μετάβασης από τη γη στη θάλασσα.
Παράλληλα με όλα τα παραπάνω, έγινε προσπάθεια να μεταγραφούν στο σήμερα κάποια από τα στοιχεία της ιαπωνικής αρχιτεκτονικής.
Επειδή οι χαράξεις στην περιοχή είναι ορθοκανονικές, στόχος είναι το αυστηρό όριο που χωρίζει τη γη με το νερό να εξομαλυνθεί και να καμπυλώσει. Όπως το νερό παραμορφώνεται και δημιουργεί κυματισμούς, έτσι και η χωροθέτηση του κολυμβητηρίου στο χώρο παραμορφώνει αυτό το αυστηρό όριο.
Κάτω από την επιφάνειά της θάλασσας, τοποθετείται ένας εκθεσιακός χώρος ο οποίος θα έχει εκθέματα που θα αφορούν τον υγρό στίβο, γιατί αποτελεί στόχο σχεδιασμού του κολυμβητηρίου να συνδυαστεί ο αθλητισμός με τον πολιτισμό και όλη η πόλη να έρχεται στο κτίριο όχι μόνο για τις αθλητικές διοργανώσεις.
Επίσης, στο σημείο που είναι το υφιστάμενο κολυμβητήριο τοποθετούνται γήπεδα και άλλες αθλητικές δραστηριότητες, σε συνδυασμό με το πολλά πάρκα που ήδη έχει η περιοχή.
Το κτίριο τοποθετείται στο όριο της θάλασσας,
Χρησιμοποιείται ο νοητός άξονας του κεντρικού δρόμου, ο οποίος θα αποτελεί και την κεντρική είσοδο στο κολυμβητήριο. Στο σημείο που ο άξονας συναντά τη θάλασσα δημιουργείται μια κοιλότητα που συμβολίζει την παραμόρφωση, την καμπύλωση του αυστηρού ορίου της γης με τη θάλασσα.
Η πορεία αυτή της εισόδου θα είναι εναέρια σε άμεση συνάφεια με τους εναέριους αυτοκινητόδρομους του Τόκιο, προκειμένου η είσοδος στο κολυμβητήριο να είναι ανεμπόδιστη και άμεση.
Η θέση του κολυμβητηρίου είναι σε άμεση σύνδεση με το δεύτερο υφιστάμενο αθλητικό κέντρο του Τατσούμι που είναι και αυτό τοποθετημένο στο όριο με τη θάλασσα.
Όλες οι χαράξεις του κολυμβητηρίου δεν είναι ορθοκανονικές αλλά καμπύλες, δυναμικές.
Το κτίριο είναι βυθισμένο, έτσι ώστε η στάθμη του αγωνιστικού επιπέδου να είναι κάτω από το επίπεδο της θάλασσας, για να είναι οι θεατές μαζί με τους αθλητές μέρος αυτού του κόσμου.
Το κολυμβητήριο οργανώνεται σε τρεις λειτουργικές ζώνες: την είσοδο και τους βοηθητικούς χώρους, τους αγωνιστικούς χώρους με τις κερκίδες, και την πλωτή ζώνη με υποθαλάσσιο εκθεσιακό χώρο. Οι κυκλοφορίες είναι διαχωρισμένες, ενώ η δυναμική μορφή του κτιρίου, με καμπύλες και κλίσεις που οδηγούν στο νερό, αποπνέει την αίσθηση μιας χορογραφίας. Το κτίριο διαθέτει οκτώ εισόδους και μπορεί να φιλοξενήσει έως 11.500 θεατές σε μια έκταση 15.000 τ.μ.
Το κέλυφος που καλύπτει τις κερκίδες, εμπνευσμένο από τα έργα του Felix Candela, συνδυάζει σκυρόδεμα και χάλυβα και ακολουθεί γεωμετρικά ακριβείς καμπύλες, δημιουργώντας μια ανάλαφρη και δραματική μορφολογία.
Το μεταλλικό στέγαστρο εκτείνεται σε 126 μέτρα και στηρίζεται σε χωροδικτυώματα με κλίση προς τη θάλασσα, παραπέμποντας στην παραδοσιακή ιαπωνική στέγη.