του Μανώλη Αναστασάκη
Περίληψη
Αφορμή για αυτό το κείμενο ήταν η συμμετοχή μου στο
διεθνή διαγωνισμό evolo 2006 για ουρανοξύστες. Το άρθρο αυτό επικεντρώνεται πλέον στην Ελλάδα και επανεξετάζει
τις ισοπεδωτικές ρυθμίσεις για το μέγιστο ύψος των κτιρίων καθώς και στην
αντίληψη άρνησης του ψηλού κτιρίου μετά το 1980. Επισημαίνει τις συνέπειες και
το έλλειμμα για την μητροπολιτική Αθήνα από την απουσία μίας πολιτικής
ανάπτυξης ψηλών κτιρίων. Διερευνάται στη συνέχεια ο κτιριακός τύπος του
ουρανοξύστη, τόσο στη διάστασή του ως εργαλείο αστικής ανάπτυξης και αστικής
ανάπλασης όσο και στην ιδιότητά του να υπερβαίνει τις πολεοδομικές και
οικονομικές αναγκαιότητες της ανέγερσής του και να ανάγεται σε σύμβολο της
περιοχής όπου εντάσσεται.
Με βάση την ευρωπαϊκή και διεθνή εμπειρία, το άρθρο θέτει
τα ερωτήματα και τις προϋποθέσεις για την ανέγερση ουρανοξυστών και ανιχνεύει
τις δυνατότητες χωροθέτησης ψηλών κτιρίων στην μητροπολιτική πλέον Αθήνα.
Διερευνά τέλος μία πρόταση για την ανέγερση ενός κτιρίου-συμβόλου στην υπό
ανάπλαση περιοχή του Ελαιώνα. Το νέο αυτό συγκρότημα ψηλών κτιρίων συνδέεται
σχεδιαστικά με τη φυσική και πολιτισμική ιστορία της περιοχής. Εκτός από το
γεγονός ότι τα προτεινόμενα ψηλά κτίρια-πύργοι μπορούν να αποτελέσουν ένα
ισχυρό εργαλείο αστικής αναγέννησης, ένας ουρανοξύστης συνδεδεμένος με την
ιστορία της πόλης και όχημα αναγνωρισιμότητας για την ίδια, μπορεί να προσφέρει
στην Αθήνα μια ισχυρότερη θέση στο άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον του δικτύου
των μητροπόλεων του κόσμου. Παρατίθενται στο τέλος του άρθρου ορισμένα
δημοσιεύματα και αναφορές από την περίοδο της πρώτης δημοσίευσης στο Βήμα Ιδεών
το 2007.
Ο ουρανοξύστης είναι ένα εργαλείο, είναι μία δομή και μία μορφή, είναι και ένα σύμβολο. Κυριάρχησε ως κτιριακός τύπος στις μεγαλουπόλεις του 20ου αιώνα και συνεχίζει, με μεγαλύτερο δυναμισμό και αυξανόμενη καινοτομία, να εμπνέει και να ορίζει τα νέα αστικά τοπία ανά τον κόσμο.
Στον ελλαδικό χώρο όμως, μία πολεοδομική και ρυθμιστική αδράνεια 20ετίας
και μία πολιτική αλλά και αρχιτεκτονική ατολμία έχουν στερήσει την Αθήνα από το
ισχυρό αυτό εργαλείο αστικής ανάπτυξης και αστικής ανάπλασης. Τα ψηλά κτίρια (πύργοι
ή ουρανοξύστες) μπορούν να αποτελέσουν τους γεννήτορες πολεοδομικών ανασυγκροτήσεων.
Διαθέτουν τη δυναμική να κινητοποιήσουν – όπως ένας νέος δρόμος ή μία νέα
υποδομή – μηχανισμούς και δυνάμεις που θα ολοκληρώνουν μία επιδιωκόμενη αστική ισχυροποίηση
ή, κατά περίπτωση, αστική αναγέννηση. Αντίστοιχα πρόσφατα παραδείγματα, όπου
ψηλά κτίρια αναμορφώνουν και αναζωογονούν την περιοχή όπου εντάσσονται,
διανθίζουν τις κορυφογραμμές των πόλεων της Ευρώπης και του κόσμου.
|
Οριζόντια καθήλωση
Για να αντιληφθούμε το έλλειμμα για την Αθήνα από τον
εγκλωβισμό σε μία αντίληψη άρνησης του ψηλού κτιρίου, ας αναλογισθούμε την
πρωτεύουσα χωρίς αττική οδό, χωρίς μετρό και νέο αεροδρόμιο. Όπως αυτά τα κύρια
δίκτυα μετακίνησης οργανώνουν και κατευθύνουν την αστικοποίηση του αττικού
χώρου, με ανάλογο τρόπο σημαντικές αστικές πυκνώσεις – και με τη μορφή ψηλών κτιρίων
- οφείλουν να είναι τα εργαλεία που θα συμπληρώνουν τις κατευθύνσεις μίας
πολιτικής για το χώρο της πόλης στον 21ο αιώνα. Είναι ζήτημα
αποδοτικότητας, είναι και ζήτημα βιώσιμης ανάπτυξης (η «διάσπαρτη πόλη», η εκτεταμένη
δηλαδή αστικοποίηση, θεωρείται πλέον μη βιώσιμη επιλογή μακροπρόθεσμα). Όμως, παρά
την πρόσφατη ανάπτυξή της στον τομέα των υποδομών, η Αθήνα καθηλώνεται στην
ομοιομορφία της οριζόντιας δόμησης, χωρίς επεξεργασμένες πυκνώσεις και
επιλεγμένες εξάρσεις, όντας υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της
μητροπολιτικής της εποχής με τις ισοπεδωτικές ρυθμίσεις περί υψών ενός
απηρχαιωμένου οικοδομικού κανονισμού. Ένα ιδεολογικό προκρούστειο όριο έχει
επικαθήσει στην κορυφογραμμή της πόλης σε ύψος 28 μ.
Η Αθηναϊκή μητρόπολη εισέρχεται λοιπόν στη νέα περίοδο επέκτασής της χωλαίνοντας. Για πρώτη ίσως φορά
στη σύγχρονη πορεία της είναι σε τέτοιο βαθμό αισθητή η αναντιστοιχία ανάμεσα
σε μια νέα φάση ανάπτυξης και στα κτίρια που την εκφράζουν. Από την εποχή της
μικρής επαρχιακής πρωτεύουσας έως εκείνη της μεγαλούπολης του 20ου
αιώνα, σημαντικά και σημαδιακά κτίρια αποτύπωσαν την εποχή τους και εξέφρασαν
τους μεγάλους σταθμούς της αστικής της ολοκλήρωσης. Παλάτι του Όθωνα,
Πανεπιστήμιο και Αρσάκειο για το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Πολυτεχνείο, Ζάππειο,
Βιβλιοθήκη, Ακαδημία και Εθνικό Θέατρο για το τέλος του 19ου και τις αρχές του
20ου αιώνα. Μετοχικό Ταμείο Στρατού, Rex
και Τράπεζα της Ελλάδος για το Μεσοπόλεμο. Χίλτον, Φιξ, Μέγαρο ΟΤΕ και ψηλά κτίρια
επί των λεωφόρων Μεσογείων και Κηφισιάς για τη μεταπολεμική περίοδο. Το
τελευταίο όμως διάστημα, έχει επικρατήσει μία εικοσαετής τουλάχιστον περίοδος
παγετού σε ότι αφορά την ανέγερση φιλόδοξων κτιρίων. Η εικόνα αυτή με δυσκολία
αμβλύνεται από τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις του 2004 και τις επιμέρους
αρχιτεκτονικές επιτυχίες.
Αναγκαιότητες και
συμβολισμοί
Αργά ή γρήγορα η Αθήνα θα κληθεί να απαντήσει στις
αναγκαιότητες μιας σύγχρονης μητρόπολης και ένα σημαντικό ζήτημα θα είναι και η
ανέγερση ψηλών κτιρίων. Το ερώτημα τέθηκε πρόσφατα για το Λονδίνο, το Παρίσι,
τη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη, το Μόναχο, τη Βιέννη, το Ρότερνταμ και άλλες μεγάλες
ευρωπαϊκές πόλεις για λόγους που έχουν να κάνουν με την οικονομία, τον αστικό
σχεδιασμό, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις φιλοδοξίες της κάθε κοινότητας. Τελικά,
η πρόσφατη ανέγερση ουρανοξυστών σε πόλεις της Ευρώπης εκφράζει το δυναμισμό
τους και τη θέλησή τους να σταθούν με αξιώσεις στην παγκόσμια σκηνή. Ο
ουρανοξύστης, με την προεξέχουσα μορφή και την επιβλητική παρουσία, αντιμετωπίζεται
ως προνομιακό όχημα προβολής. Και αυτό διότι μπορεί να υπερβαίνει την
πρωταρχική του αποστολή ως ιδιαίτερης κατασκευής που ικανοποιεί οικονομικές και
πολεοδομικές αναγκαιότητες και να ανάγεται σε αναγνωρίσιμη εικόνα της περιοχής
και της πόλης του. Περισσότερο και από αστικό τοπόσημο, συμπυκνώνει και
παγιώνει τα πολιτιστικά και τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής του. Εμπεριέχει,
ως γιγάντιο αρχιτεκτονικό γλυπτό, μία έντονα συμβολική διάσταση, τόσο για την
ίδια την κοινότητα που τον υποδέχεται όσο και για τους άλλους.
Αυτή η συμβολική διάσταση επιζητά ιδιαίτερες αρχιτεκτονικές μορφές που θα
την εκφράσουν και αυτό είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά μιας νέας γενιάς
ουρανοξυστών. Είτε πρόκειται για μορφολογικές αναζητήσεις του νοήματος του
τόπου υποδοχής είτε για προβολή στην όψη
του κτιρίου κατασκευαστικών και τεχνολογικών στοιχείων, η τελική μορφή έχει
αποδεσμευτεί πλέον από την καθ’ ύψος συσσώρευση τυπικών ορόφων και έχει
αποκτήσει μία ιδιαιτερότητα και μία εκφραστικότητα. Αυτή η ωρίμανση στο
σχεδιασμό του ψηλού κτιρίου του επιτρέπει να διεκδικεί μία εξέχουσα θέση στο
αστικό τοπίο και στις συλλογικές παραστάσεις, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που η
κατασκευή ορθώνεται μοναχική και εμβληματική. Ο επαναπροσδιορισμός της μορφής,
ο βιοκλιματικός σχεδιασμός, και οι αναζητήσεις των σχέσεων του ψηλού κτιρίου με
το έδαφος, τον προσφερόμενο δημόσιο χώρο και το άμεσο δομημένο περιβάλλον του,
συνθέτουν τις κατευθύνσεις του σύγχρονου σχεδιασμού.
Εικ. 2: The Gherkin στο Λονδίνο |
Ερωτήματα και απουσίες
Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και διεθνούς εμπειρίας, η Αθήνα θα κληθεί να απαντήσει με τη σειρά της στα παρακάτω βασικά ερωτήματα για τα δικά της μελλοντικά ψηλά κτίρια. Σε ποιες τοποθεσίες; Μεμονωμένες μονάδες ή ομαδοποιήσεις ψηλών κτιρίων; Με χρήσεις αποκλειστικές ή με μικτές χρήσεις; Ισχυροποίηση του κέντρου ή της περιφέρειας; Εργαλείο ανάπλασης ή εργαλείο ισχυροποίησης; Τα ερωτήματα αυτά περιβάλλονται από προθέσεις ευρύτερης κοινωνικής και πολιτικής σημασίας. Θα θέτουν τα νέα ψηλά κτίρια φιλόδοξους στόχους για παρουσία στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκηνή ή απλά θα εκπληρώνουν τοπικές αναγκαιότητες; Στα παραπάνω ερωτήματα κάθε πόλη απαντά σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες και τους στόχους της. Μεμονωμένος πύργος για τη Βαρκελώνη, ομάδα πύργων για το λιμάνι του Ρότερνταμ. Ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών κέντρων με πύργους για την περιοχή La Défense στο Παρίσι, ανάπλαση με ψηλά κτίρια για τα υποβαθμισμένα Docklands στο Λονδίνο.
Για την Αθήνα τα νέα ψηλά κτίρια μπορούν να σχεδιαστούν και χωροθετηθούν με πρόθεση να ξεχωρίζουν και να αναδεικνύουν την περιοχή υποδοχής τους. Ο μέχρι σήμερα περιορισμός στην ανέγερσή τους έχει αφήσει ελεύθερο τον ορίζοντα της πόλης ώστε να επιτευχθούν ευτυχέστερες εντάξεις και σηματοδοτήσεις. Η απρογραμμάτιστη ανέγερση ψηλών κτιρίων της δεκαετίας του 1970 οδήγησε σε ένα σύνολο από 17 κτίρια άνω των 15 ορόφων (από τους Πύργους Αθήνας και Πειραιά έως τον Πύργο Atrina και το ξενοδοχείο President).
Εικ. 3: Άποψη της Αθήνας με ψηλά κτίρια |
Εικ. 4: Μερική άποψη του Λεκανοπέδιου |
Χωροθετήσεις
Μέσα από μία πραγματιστική προσέγγιση, κάποιες επιλογές για χωροθέτηση ψηλών κτιρίων στην Αττική μπορούν να είναι:
- Μία περιοχή στην ανατολική Αττική κοντά σε αεροδρόμιο και σε άξονες κυκλοφορίας. Ομάδα ή ομάδες ψηλών κτιρίων μπορούν να συγκροτήσουν ένα επιχειρηματικό και διοικητικό κέντρο. Προωθείται ένας δημιουργικός ανταγωνισμός με το πυκνοδομημένο λεκανοπέδιο.
- Μία περιοχή γύρω από το Ολυμπιακό στάδιο. Μία ολιγάριθμη ενότητα ψηλών κτιρίων μπορεί να ισχυροποιήσει την τάση της περιοχής για κτίρια μεγάλης προβολής.
- Κατά μήκος της Αττικής οδού. Μία γραμμική και ρυθμική ανάπτυξη ψηλών κτιρίων, με αιχμή τον κόμβο με την Εθνική οδό, μπορούν να σηματοδοτήσουν ανάγλυφα αυτόν τον σημαντικό για την Αττική άξονα ανάπτυξης.
- Στην περιοχή του Ελληνικού ως μέρος της γενικότερης ανάπλασης. Συγκεντρώνεται η δόμηση σε ένα ή σε ολιγάριθμα ψηλά κτίρια το οποία μπορούν να σηματοδοτήσουν, ως νέοι «πύργοι ελέγχου», τη μετάβαση από τους αεροδιαδρόμους στους δρόμους αναψυχής και πολιτισμού. Ενισχύεται έτσι η στροφή της Αθήνας προς το Σαρωνικό και με την ανέγερση ψηλών κτιρίων όπως έχει ήδη προτείνει ο Ζήσης Κοτιώνης.
- Σε οικόπεδα όπου προγραμματίζονται αναπλάσεις ή κτίρια υψηλού γοήτρου. Επίκαιρο παράδειγμα είναι ο χώρος του παλιού Ιπποδρόμου όπου με τη διαφαινόμενη ανέγερση από το Ίδρυμα «Σταύρου Νιάρχου» της νέας Εθνικής Βιβλιοθήκης και της νέας Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μπορεί να δραχτεί η ευκαιρία τα νέα κτίρια να αποτελέσουν ένα «φάρο» πολιτισμού. Ο διεθνής διαγωνισμός που θα προκηρυχθεί οφείλει να προωθεί την ιδέα κτιρίων συμβόλων για όλη την Αθήνα και να αφήνει ελευθερία στην καθ’ ύψος ανάπτυξη της σχεδιαστικής πρότασης. Θα ήταν κοντόφθαλμο, για παρόμοιας εμβέλειας έργα και για τη συγκεκριμένη τοποθεσία, ένας διεθνής διαγωνισμός να εγκλωβιστεί στο όριο ύψους των 28 μ.
- Στην υπό ανάπλαση περιοχή του Εργοστασίου Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα. Στο επιχειρηματικό κέντρο που προτείνεται για την περιοχή περιλαμβάνεται ήδη και η ανέγερση ενός πύργου.
- Τέλος, σε υπό ανάπλαση και με νέα δυναμική ανάπτυξης εγκαταλελειμμένες κεντρικές περιοχές, όπως η περιοχή του Ελαιώνα. Στις ήδη προγραμματισμένες μεγάλες εγκαταστάσεις και υποδομές, η μελετημένη και περιορισμένη ανέγερση ψηλών κτιρίων θα αποτελέσει ισχυρότατο εργαλείο αναζωογόνησης. Επιπλέον, με την εμβέλεια, τη δύναμη και το συμβολισμό ενός συγκροτήματος ψηλών κτιρίων, την ταυτότητα της ανάπλασης μπορεί να ορίσει ο δημόσιος σχεδιασμός με μια πολιτική η οποία θα αναφέρεται τόσο στο επίπεδο των χρήσεων όσο και σε εκείνο των όρων και των προϋποθέσεων για μια τέτοιας κλίμακας αστική παρέμβαση.
Κάθε μία από τις παραπάνω επιλογές χωροθέτησης ψηλών κτιρίων δεν αποκλείει την άλλη. Όμως η κεντρικότερη θέση, όπως στην περίπτωση του Ελαιώνα, αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση και το μεγαλύτερο στοίχημα. Για κάθε τοποθεσία πάντως προαπαιτούνται μελέτες που αφορούν στις σχέσεις με τα μνημεία της πόλης, τις θέες, τις προστατευόμενες περιοχές, τους ανοιχτούς χώρους. Μελέτες ακόμα σχετικές με τις επιπτώσεις στο αστικό περιβάλλον - την εγγύτερη και την ευρύτερη περιοχή.
«Φυσικές» αναδύσεις στον Ελαιώνα
Η πρότασή μας για έναν ουρανοξύστη – σύμβολο για την Αθήνα, τον τοποθετεί στο μεγαλύτερο για το λεκανοπέδιο εναπομένον «αστικό κενό», μόλις 2,5-3 χιλ. από την Ομόνοια. Μία πύκνωση της πόλης και μία νέα κεντρικότητα είναι προδιαγεγραμμένες από τις ήδη προγραμματισμένες παρεμβάσεις κατά μήκος και εκατέρωθεν της Ιεράς Οδού.
Πράγματι, το ενδιαφέρον για αστική ανάπλαση επικεντρώνεται σήμερα στην έκταση που αντιστοιχεί στον αρχαίο ελαιώνα, προς τα δυτικά και κοντά στο κέντρο, η οποία έως σήμερα κατείχε βιομηχανικό χαρακτήρα. Η έκτασή της είναι περίπου 9000 στρέμματα και παρέμεινε σχεδόν αδόμητη έως τον 19ο αιώνα. Η εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων κατά τον 20ο αιώνα και η σταδιακή απομάκρυνσή τους σήμερα, αφήνει μία κληρονομιά από βιομηχανικά κελύφη και μεγάλες αδόμητες εκτάσεις. Με την διαγραφόμενη αποβιομηχάνιση της περιοχής προγραμματίζονται μεγάλα έργα όπως η ενοποίηση των ελεύθερων χώρων σε περιοχή μητροπολιτικού πράσινου, η επέκταση της γραμμής μετρό, το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού, εμπορικά κέντρα, κτίρια συνεδρίων και κτίρια γραφείων.
Μέσα σε αυτό το ρεύμα ανάπτυξης της περιοχής του ελαιώνα, προτείνουμε την ανέγερση του ψηλότερου κτιριακού συγκροτήματος της Αθήνας. Τα προτεινόμενα ψηλά κτίρια-πύργοι θα αποτελέσουν ένα ισχυρό εργαλείο αστικής αναγέννησης και θα σηματοδοτήσουν τη νέα δυναμική της περιοχής. Θα εμπλουτίσουν την κορυφογραμμή της Αθήνας με μία μορφή που μεταφέρει το νόημα του τόπου και θα αναδειχθούν σε ένα δυναμικό σύμβολο που θα εδραιώνει τη θέση της ως της μεγαλύτερης μητρόπολης της Μεσογείου.
Μέσα από μία πραγματιστική προσέγγιση, κάποιες επιλογές για χωροθέτηση ψηλών κτιρίων στην Αττική μπορούν να είναι:
- Μία περιοχή στην ανατολική Αττική κοντά σε αεροδρόμιο και σε άξονες κυκλοφορίας. Ομάδα ή ομάδες ψηλών κτιρίων μπορούν να συγκροτήσουν ένα επιχειρηματικό και διοικητικό κέντρο. Προωθείται ένας δημιουργικός ανταγωνισμός με το πυκνοδομημένο λεκανοπέδιο.
- Μία περιοχή γύρω από το Ολυμπιακό στάδιο. Μία ολιγάριθμη ενότητα ψηλών κτιρίων μπορεί να ισχυροποιήσει την τάση της περιοχής για κτίρια μεγάλης προβολής.
- Κατά μήκος της Αττικής οδού. Μία γραμμική και ρυθμική ανάπτυξη ψηλών κτιρίων, με αιχμή τον κόμβο με την Εθνική οδό, μπορούν να σηματοδοτήσουν ανάγλυφα αυτόν τον σημαντικό για την Αττική άξονα ανάπτυξης.
- Στην περιοχή του Ελληνικού ως μέρος της γενικότερης ανάπλασης. Συγκεντρώνεται η δόμηση σε ένα ή σε ολιγάριθμα ψηλά κτίρια το οποία μπορούν να σηματοδοτήσουν, ως νέοι «πύργοι ελέγχου», τη μετάβαση από τους αεροδιαδρόμους στους δρόμους αναψυχής και πολιτισμού. Ενισχύεται έτσι η στροφή της Αθήνας προς το Σαρωνικό και με την ανέγερση ψηλών κτιρίων όπως έχει ήδη προτείνει ο Ζήσης Κοτιώνης.
- Σε οικόπεδα όπου προγραμματίζονται αναπλάσεις ή κτίρια υψηλού γοήτρου. Επίκαιρο παράδειγμα είναι ο χώρος του παλιού Ιπποδρόμου όπου με τη διαφαινόμενη ανέγερση από το Ίδρυμα «Σταύρου Νιάρχου» της νέας Εθνικής Βιβλιοθήκης και της νέας Εθνικής Λυρικής Σκηνής, μπορεί να δραχτεί η ευκαιρία τα νέα κτίρια να αποτελέσουν ένα «φάρο» πολιτισμού. Ο διεθνής διαγωνισμός που θα προκηρυχθεί οφείλει να προωθεί την ιδέα κτιρίων συμβόλων για όλη την Αθήνα και να αφήνει ελευθερία στην καθ’ ύψος ανάπτυξη της σχεδιαστικής πρότασης. Θα ήταν κοντόφθαλμο, για παρόμοιας εμβέλειας έργα και για τη συγκεκριμένη τοποθεσία, ένας διεθνής διαγωνισμός να εγκλωβιστεί στο όριο ύψους των 28 μ.
- Στην υπό ανάπλαση περιοχή του Εργοστασίου Λιπασμάτων στη Δραπετσώνα. Στο επιχειρηματικό κέντρο που προτείνεται για την περιοχή περιλαμβάνεται ήδη και η ανέγερση ενός πύργου.
- Τέλος, σε υπό ανάπλαση και με νέα δυναμική ανάπτυξης εγκαταλελειμμένες κεντρικές περιοχές, όπως η περιοχή του Ελαιώνα. Στις ήδη προγραμματισμένες μεγάλες εγκαταστάσεις και υποδομές, η μελετημένη και περιορισμένη ανέγερση ψηλών κτιρίων θα αποτελέσει ισχυρότατο εργαλείο αναζωογόνησης. Επιπλέον, με την εμβέλεια, τη δύναμη και το συμβολισμό ενός συγκροτήματος ψηλών κτιρίων, την ταυτότητα της ανάπλασης μπορεί να ορίσει ο δημόσιος σχεδιασμός με μια πολιτική η οποία θα αναφέρεται τόσο στο επίπεδο των χρήσεων όσο και σε εκείνο των όρων και των προϋποθέσεων για μια τέτοιας κλίμακας αστική παρέμβαση.
Κάθε μία από τις παραπάνω επιλογές χωροθέτησης ψηλών κτιρίων δεν αποκλείει την άλλη. Όμως η κεντρικότερη θέση, όπως στην περίπτωση του Ελαιώνα, αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση και το μεγαλύτερο στοίχημα. Για κάθε τοποθεσία πάντως προαπαιτούνται μελέτες που αφορούν στις σχέσεις με τα μνημεία της πόλης, τις θέες, τις προστατευόμενες περιοχές, τους ανοιχτούς χώρους. Μελέτες ακόμα σχετικές με τις επιπτώσεις στο αστικό περιβάλλον - την εγγύτερη και την ευρύτερη περιοχή.
«Φυσικές» αναδύσεις στον Ελαιώνα
Η πρότασή μας για έναν ουρανοξύστη – σύμβολο για την Αθήνα, τον τοποθετεί στο μεγαλύτερο για το λεκανοπέδιο εναπομένον «αστικό κενό», μόλις 2,5-3 χιλ. από την Ομόνοια. Μία πύκνωση της πόλης και μία νέα κεντρικότητα είναι προδιαγεγραμμένες από τις ήδη προγραμματισμένες παρεμβάσεις κατά μήκος και εκατέρωθεν της Ιεράς Οδού.
Πράγματι, το ενδιαφέρον για αστική ανάπλαση επικεντρώνεται σήμερα στην έκταση που αντιστοιχεί στον αρχαίο ελαιώνα, προς τα δυτικά και κοντά στο κέντρο, η οποία έως σήμερα κατείχε βιομηχανικό χαρακτήρα. Η έκτασή της είναι περίπου 9000 στρέμματα και παρέμεινε σχεδόν αδόμητη έως τον 19ο αιώνα. Η εγκατάσταση βιομηχανικών μονάδων κατά τον 20ο αιώνα και η σταδιακή απομάκρυνσή τους σήμερα, αφήνει μία κληρονομιά από βιομηχανικά κελύφη και μεγάλες αδόμητες εκτάσεις. Με την διαγραφόμενη αποβιομηχάνιση της περιοχής προγραμματίζονται μεγάλα έργα όπως η ενοποίηση των ελεύθερων χώρων σε περιοχή μητροπολιτικού πράσινου, η επέκταση της γραμμής μετρό, το νέο γήπεδο του Παναθηναϊκού, εμπορικά κέντρα, κτίρια συνεδρίων και κτίρια γραφείων.
Μέσα σε αυτό το ρεύμα ανάπτυξης της περιοχής του ελαιώνα, προτείνουμε την ανέγερση του ψηλότερου κτιριακού συγκροτήματος της Αθήνας. Τα προτεινόμενα ψηλά κτίρια-πύργοι θα αποτελέσουν ένα ισχυρό εργαλείο αστικής αναγέννησης και θα σηματοδοτήσουν τη νέα δυναμική της περιοχής. Θα εμπλουτίσουν την κορυφογραμμή της Αθήνας με μία μορφή που μεταφέρει το νόημα του τόπου και θα αναδειχθούν σε ένα δυναμικό σύμβολο που θα εδραιώνει τη θέση της ως της μεγαλύτερης μητρόπολης της Μεσογείου.
Εικ. 5: Προτεινόμενη
τοποθεσία για το νέο ουρανοξύστη
|
Στην πρότασή μας κυριαρχεί ο προβληματισμός για το είδος της αστικότητας που ένας ουρανοξύστης μπορεί να αποκαλύψει καθώς και για τον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύεται τη σχέση του με το έδαφος. Αυτός ο προβληματισμός έχει προέκταση στην φυσική και πολιτιστική ιστορία του τόπου. Στον τρόπο δηλαδή με τον οποίο ένα έργο μεγάλης εμβέλειας θα μεταφράσει τις ιδιαιτερότητες της τοποθεσίας και θα προτείνει συνδέσεις με νόημα σε σχέση με την ιστορική διαδρομή της.
Από αυτόν τον προβληματισμό αναδύεται μία σχεδιαστική στρατηγική. Οδηγούμαστε στη δημιουργία ενός σημαντικού ανοιχτού δημόσιου χώρου ο οποίος αποτελεί λειτουργικό μέρος του έργου. Αντιμετωπίζουμε τα υψηλόκορμα στοιχεία της κατασκευής ως φυσικές αναδύσεις από το οικείο έδαφος. Το έργο καλείται έτσι να δημιουργήσει έναν τόπο πυκνής αστικής ζωής σε άμεση μάλιστα συνδιαλλαγή με το φυσικό υπόστρωμα της πόλης – το φυσικό έδαφος.
Αντιμετωπίσαμε το θέμα του ουρανοξύστη όχι ως σχεδιασμό μίας μεγάλης μονολιθικής κτιριακής μονάδας, αλλά ως σύνθεση επιμέρους στοιχείων. Η πολλαπλότητα των στοιχείων απελευθερώνει δυνατότητες τόσο για τη δημιουργία ενός ανοιχτού δημόσιου χώρου όσο και για τη σύνδεσή τους με το φυσικό περιβάλλον.
Η ανάδυση των πύργων από το έδαφος ως φύλλων ελιάς καθώς και η αποκατάσταση του φυσικού τοπίου του ελαιώνα αποτελούν συνδέσεις με τη φυσική και πολιτισμική ιστορία του τόπου. Με την πρόθεση να αποκατασταθεί η φυσική τοπογραφία της περιοχής, ο αποκαταστημένος ελαιώνας διασχίζει τους τρεις πύργους στη βάση τους και δημιουργεί μια περιοχή αστικού πάρκου. Ο ανοιχτός δημόσιος χαρακτήρας των εισόδων των πύργων ενισχύεται με τη στέγαση δημόσιων υπηρεσιών στους χαμηλούς ορόφους. Ο πολυλειτουργικός χαρακτήρας αναδεικνύεται με τη στέγαση πολλαπλών χρήσεων όπως καταστήματα, γραφεία, ξενοδοχείο και κατοικίες. Πρόκειται για ένα συγκρότημα όπου αναμιγνύονται χρήσεις, κτιριακοί όγκοι, η πόλη με τη φύση, η ιστορία με το παρόν, το δημόσιο με το ιδιωτικό. Αποκαλέσαμε αυτή τη σύλληψη για τα ψηλά κτίρια Multiscraper, τόσο για την πολλαπλότητα των ενοτήτων και των λειτουργιών όσο και για την πολλαπλότητα των δυνατοτήτων που προσφέρει.
Εικ. 6: Προτεινόμενοι
νέοι πύργοι στον Ελαιώνα
|
Εικ. 7: Νυχτερινή
άποψη των πύργων
|
Αναζήτηση συγκυριών
Η καθήλωση της αθηναϊκής μητρόπολης σε μία θέση οριζόντιας ανάπτυξης δεν απορρέει από επεξεργασμένες έρευνες και μελέτες ούτε από εκφρασμένες πολεοδομικές και πολιτικές επιλογές. Είναι μία θέση αδυναμίας. Στις σαρωτικές αλλαγές και στις πιεστικές απαιτήσεις της εποχής, οι πολεοδομικές παρεμβάσεις στην Ελλάδα σέρνονται από το όχημα της ευκολίας, επαναπαύονται στο γνώριμο και το δοκιμασμένο και διακρίνονται από ισοπεδωτικές γενικευτικές διατάξεις. Αυτή η στάση αργά ή γρήγορα καταλήγει σε αρτηριοσκληρωμένες αντιλήψεις και γεννάει ταμπού και φοβίες.
Για να επιτύχει η Αθήνα να κρυφοκοιτάξει τον κόσμο πίσω από τον πέπλο του εφησυχασμού της, αναζητούνται ευνοϊκές συγκυρίες σε πρόσωπα, φορείς και προγραμματισμένα έργα. Το κατόρθωσε ανέλπιστα με τους ολυμπιακούς αγώνες του 2004 και ιδιαίτερα με την τελετή έναρξης. Κι αυτό γιατί ευτύχησε να έχει τα πρόσωπα, αλλά και μία διοργάνωση αποδεσμευμένη από τους δύσκαμπτους μηχανισμούς των αγκυλωμένων δημόσιων υπηρεσιών. Σήμερα, μεγάλα έργα αναπλάσεων και κτίρια υψηλού κύρους είναι ήδη προγραμματισμένα. Η συγκυρία σε επίπεδο κατασκευών είναι ξανά ευνοϊκή ώστε η Αθήνα να προτείνει νέες δομές στην αστική της συγκρότηση και νέες μορφές στην αρχιτεκτονική των εμβληματικών κτιρίων της. Με κτίρια τα οποία εκφράζουν δυναμισμό, καινοτομία και φιλοδοξία, η Αθήνα μπορεί να επιταχύνει την έξοδό της από τον επαρχιωτισμό και την εσωστρέφειά της. Με έναν ουρανοξύστη συνδεδεμένο με την ιστορία της και όχημα αναγνωρισιμότητας για την ίδια, μπορεί να ελπίζει σε μια ισχυρότερη θέση στο άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον του δικτύου των μητροπόλεων του κόσμου.
Εικ. 8: Οι νέοι
πύργοι στο αθηναϊκό τοπίο
|
Εικ. 9: Σύγκριση με υπάρχοντα ψηλά κτίρια |
Πηγές εικόνων:
Εικ. 1: Torre Agbar Barcelona: https://www.dezeen.com/2017/01/18/impracticality-drives-tenants-jean-nouvel-barcelona-skyscraper-torre-agbar-spain/
Εικ. 2: The Gherkin London: https://londontopia.net/site-news/featured/30-st-mary-axe-10-interesting-facts-figures-gherkin/
Εικ. 3: Άποψη της Αθήνας με ψηλά κτίρια: http://www.flickr.com/photo_zoom.gne?id=220839271&size=m
Εικ. 4: Μερική άποψη του Λεκανοπέδιου: https://www.athensguide.com/lykavittos/