ΔΕ002.21 | Συγκρότημα Κοινωνικής Κατοικίας στα Πάνω Πολεμίδια στην Επαρχία Λεμεσού



 
Συμμετοχή στον Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό

ΑρχιτέκτωνNOA ARCHITECTS

Τοποθεσία: Πάνω Πτολεμίδια, Λεμεσός

Πελάτης: Ιδιωτικό
 
Ομάδα Μελέτης: Σπύρος Θ. Σπύρου, Χάρης Χριστοδούλου, Ιωάννα Ευαγόρου, Ναταλία Ψαθά

Credits NOA ARCHITECTS




Γειτονιά ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΟΙΚΗΣΗΣ 

«φύσει πολιτικόν/κοινωνικόν ζώον»
(ριστοτέλης, Πολιτικά)


Ο άνθρωπος, ανέκαθεν όν κοινωνικό και πολιτικό, έχει την ανάγκη να ζει και να κατοικεί στις πόλεις, γιατί σε τέτοιο περιβάλλον μπορεί να αναπτυχθεί και να ολοκληρωθεί.

Η κοινωνικοπολιτική και οικονομική πραγματικότητα της σύγχρονης ζωής από τη μία δημιουργεί συνθήκες έντονης αστικοποίησης και από την άλλη δυσχεραίνει την απόκτηση κατοικίας εντός των πόλεων.




Η προσφορά προσιτής κατοικίας στην πόλη αποτελεί πρόκληση. Τόσο η οικονομική παράμετρος υλοποίησης ενός τέτοιου έργου, όσο και η ανταγωνιστική του φύση, σε σχέση με παρόμοιας προσφοράς και διάθεσης έργα, θα πρέπει να προσφέρουν αξιόλογες ποιότητες για την εδραίωση του.

Σε αυτή την εκτός αστικού κέντρου περιοχή προτείνεται η δημιουργία μιας γειτονίας η οποία διατηρεί τις ποιότητες του κέντρου και εμπλουτίζεται με χωρικές ποιότητες και βιοκλιματικά στοιχεία που συναντώνται στη δομή των παραδοσιακών κατοικιών και οικισμών που με σοφία αναπτύχθηκαν στο παρελθόν.




Ο έντονος διαχωρισμός των ιδιοκτησιών και η απουσία κοινών τόπων αλληλεπίδρασης αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό των περισσότερων σύγχρονων αναπτύξεων κατοικιών στην Κύπρο. Η παρούσα πρόταση εστιάζει στην ανατροπή αυτού του μοντέλου αστικής κατοίκησης. Εκτεταμένοι κοινόχρηστοι χώροι, μικρές πλατείες, χώροι αθλοπαιδιών και παιγνιδιού, χωροθετούνται ανάμεσα στις κατοικίες, σε διάσπαρτες θέσεις του μεγάλου τεμαχίου παρέχοντας την ευκαιρία στους κάτοικους για να γνωριστούν, να αναπτύξουν σχέσεις μεταξύ τους και μαζί να υφάνουν το πλέγμα που δένει τα μέλη μιας κοινότητας. Μια ουσιώδης έννοια της γειτονιάς.




Η ιδιαίτερη τοπογραφία των λόφων στα Πάνω Πολεμίδια, παρέχει την ευκαιρία για τη διαμόρφωση ενός κλιμακωτού οικισμού που συνδιαλέγεται με το τοπίο και τη θέα. Σχέσεις κλειστού και ανοικτού όγκου, συμπαγούς και διάτρητου ορίου, εσωτερικού, ημι-υπαίθριου, και εξωτερικού χώρου, ενορχηστρώνονται σε μια σύνθεση όπου ο ενδιάμεσος χώρος είναι το συνεκτικό στοιχείο που δένει μαζί τις μονάδες κατοίκησης.




Η κεντρική ενδιάμεση στράτα διακίνησης διαμορφώνεται ως κάτι περισσότερο από διανομέας, παρέχοντας ευκαιρίες τυχαίων συναντήσεων και κουβέντας μεταξύ των κατοίκων. Άλλοτε σε διάσταση πεζόδρομου και άλλοτε με πλατώματα τα οποία τροφοδοτούνται και τροφοδοτούν την πόλη, προσφέρει πολλαπλές εναλλασσόμενες χωρικές ποιότητες που συναντά κανείς σε οικισμούς εκτός των αστικών κέντρων. Οι έμμεσες και φιλτραρισμένες οπτικές φυγές μεταξύ βεραντών και κοινόχρηστων χώρων, αντί να κρύβει, υπενθυμίζει τη συλλογικότητα σε αυτή την γειτονιά, όπου το φως της μέρας και ο αέρας ταξιδεύουν διαμέσου απρόσμενων οριζόντιων ή κατακόρυφων διαμπερών ανοιγμάτων στον κτιριακό όγκο. Η θέα προς την πόλη και την Θάλασσα, απρόσκοπτη από όλα τα επίπεδα. Εναλλαγές εικόνων μέσα και εκτός των κατοικιών εμπλουτίζουν τη βιωματική εμπειρία τόσο του χρήστη όσο και του επισκέπτη.




Καθοριστική σημασία στη διαμόρφωση της έννοιας της κοινότητας αποτελεί η κοινωνικοποίηση η οποία εδώ ενθαρρύνεται μέσω του επιδέξιου χειρισμού της υφιστάμενης τοπογραφίας, τη διαμόρφωση του ευρύτερου περιβάλλοντος και το κεντρικό ρόλο του πεζόδρομου - συλλογικού χώρου. Αυτός ο κεντρικός άξονας διασύνδεσης, μια σύγχρονη εκδοχή της συνοικιακής στράτας, οργανώνεται παράλληλα με το δρόμο της πόλης και συνδέεται με το δημόσιο χώρο πρασίνου στα βόρεια της ανάπτυξης, εμπλουτίζοντάς ταυτόχρονα την συνεχόμενη αυτή πορεία με μικρούς πλατειακούς χώρους, χώρους πρασίνου. Οι κύριες είσοδοι σε άμεση σχέση με τον κεντρικό πεζόδρομο τροφοδοτούν με ζωή αυτό τον κοινό τόπο αλληλεπίδρασης μεταξύ των κατοίκων της γειτονιάς. Δραστηριότητες άθλησης και παιχνιδιού παρέχουν πολλαπλές ευκαιρίες εκτόνωσης σε μικρούς και μεγάλους. Δέντρα, χαμηλή βλάστηση και ανθώνες με τοπικά αρωματικά φυτά κατά μήκος της πορείας, εμπλουτίζουν την εμπειρία της συλλογικής κατοίκησης.




Η συνολική ανάπτυξη διατηρεί, εν τέλει, τη δυνατότητα ένταξης των ανοικτών χώρων περιπάτου και δημόσιων χώρων πρασίνου σε ένα ευρύτερο δίκτυο δημόσιων χώρων που σχεδιάζονται για το προσεχές μέλλον στην περιοχή η οποία αναπτύσσεται.

ΤΥΠΟΛΟΓΙΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ και ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ Α




Η μορφή του κτιριακού όγκου απορρέει από τις τυπολογίες των Κατοικιών του τμήματος Α. Όλα τα διαμερίσματα διαμορφώνονται ώστε να είναι ουσιαστικά οροφοδιαμερίσματα, παρέχοντας επαρκή φυσικό φωτισμό και αερισμό σε όλους τους χώρους και δίνοντας την ευκαιρία για οπτικές φυγές προς διαφορετικές κατευθύνσεις από τους καθημερινούς χώρους και τις βεράντες των διαμερισμάτων. Αξιοποιώντας την  υφιστάμενη τοπογραφική κλίση του τεμαχίου τα ισόγεια διαμερίσματα οργανώνονται σε δύο διαφορετικές στάθμες υψομετρικής διαφοράς ενός ορόφου. Έτσι δίνεται η δυνατότητα της άμεσης σχέσης με την αυλή τους.




Η σύνθεση τεσσάρων ελεύθερων διώροφων όγκων στο χώρο καθορίζει την βασική δομή της ανάπτυξης. Ο ισόγειος κοινόχρηστος χώρος αποτελεί επέκταση της ενδιάμεσης στράτας του τμήματος Β. Οργανώνει τις προσβάσεις στα ισόγεια διαμερίσματα τριών υπνοδωματίων και στα ανώγια διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων. Η πρόσβαση στο χώρο αυτό επιτυγχάνεται από τον γωνιακό δημόσιο δρόμο στο επίπεδο της πόλης ή μέσο κλίμακας από τον υπόγειο χώρο στάθμευσης. Η κατακόρυφη κυκλοφορία με κλίμακα και ανελκυστήρα δίνει πρόσβαση στον όροφο όπου χωροθετούνται δύο διαμερίσματα τριών υπνοδωματίων. Στο χαμηλότερο επίπεδο, μέρος του οποίου οργανώνεται και ο υπόγειος Χώρος στάθμευσης χωροθετούνται επίσης δύο ισόγεια διαμερίσματα δύο υπνοδωματίων.




Αυτό το κατασκευαστικό μοντέλο παρέχει την απαιτούμενη ευελιξία για εναλλαγή κλειστών και ανοικτών χώρων στις ελεύθερες όψεις, ιδιωτικών και καθημερινών χώρων, αλλά και τη διαμόρφωση διαμπερών κατακόρυφων και οριζόντιων ανοιγμάτων στον κτιριακό όγκο, που επιτρέπουν στο φως και τον αέρα να ταξιδεύει διαμέσου του κτιρίου.




ΤΜΗΜΑ Β

Η γειτονιά οργανώνεται από δύο παράλληλες σειρές κατοικιών κατά μήκους του δημόσιου δρόμου. Η κάθε μία έχει υψομετρική διαφορά ενός ορόφου από την άλλη. Ένας κεντρικός άξονας διακίνησης διατρέχει κατά μήκος το τεμάχιο δίνοντας πρόσβαση στις κατοικίες εκατέρωθεν, στους πεζού στο ισόγειο και στα αυτοκίνητα στο υπόγειο.




Η χωροθέτηση όλων των χώρων στάθμευσης υπόγεια απελευθερώνει την έκταση του εδάφους για διαμόρφωση άνετων ιδιωτικών αυλών και κοινόχρηστων χώρων κοινωνικοποίησης. Τη θέση των οχημάτων παίρνουν τα φυτά, τα δέντρα και οι άνθρωποι που απολαμβάνουν τους υπαίθριους χώρους.




Η κάθε κατοικία διαμορφώνεται σε δυο επίπεδα. Οι καθημερινοί χώροι τοποθετούνται στο πρώτο επίπεδο σε άμεση σχέση με την αυλή, ενώ τα υπνοδωμάτια χωροθετούνται στον όροφο. Στη σειρά των κατοικιών προς το δρόμο διαμορφώνεται πρόσβαση από το πεζοδρόμιο προς την αυλή, προς μια πορεία που οδηγεί στην κύρια είσοδο της οικίας. Αυτή η διαμπερότητα πρόσβασης διευκολύνει τη διακίνηση από, προς και διαμέσου της γειτονιάς για τους κάτοικους και τους επισκέπτες τους. Υπόγεια κάτω από κάθε κατοικία αυτής της σειράς χωροθετείται ο ιδιωτικός χώρος στάθμευσης από τον οποίο υπάρχει απευθείας σύνδεση προς τη μονάδα.




Στη σειρά των κατοικιών στην πλευρά προς τη θέα, η είσοδος των επισκεπτών διαμορφώνεται σε άμεση σχέση με τον πεζόδρομο. Αυτή η πρόσβαση που είναι στο επίπεδο των υπνοδωματίων, οδηγεί κατευθείαν μέσω της σκάλας στους καθημερινούς χώρους και την αυλή που βρίσκονται πιο κάτω. Από το επίπεδο των χώρων στάθμευσης διαμορφώνεται η είσοδος για τους κάτοικους σε άμεση σχέση με τους καθημερινούς χώρους.




Εσοχές στους όγκους, δημιουργούν εσωτερικές αυλές προς την πλευρά του πεζόδρομου, Διάτρητα μεταλλικά πλέγματα και φυτεμένοι ανθώνες ρυθμίζουν την επαφή με το κοινόχρηστο πέρασμα, επιτρέποντας ταυτόχρονα τη θέα προς τη θάλασσα και τον ηλιασμό των καθημερινών χώρων από αυτό τον προσανατολισμό.