Δ036.23 | Πορεία προς την Ίαση στα λουτρά του Ηρακλή: Κέντρο Θερμαλισμού και Ευεξίας στις πηγές του Καλλιδρόμου

Φοιτήτριες: Βαρέλη Αικατερίνη, Κωστή Χριστίνα
Επιβλέποντες: Σοφία Τσιράκη, Αγγελής Γιώργος
Σχολή: ΕΜΠ, 2023

Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά στον σχεδιασμό ενός Κέντρου Θερμαλισμού και Ευεξίας στις ιαματικές πηγές Καλλιδρόμου, γνωστές και ως Ψωρονέρια. Η ονομασία των πηγών προέκυψε από την ιδιότητα του συγκεκριμένου ιαματικού νερού να θεραπεύει και την ψωρίαση, γεγονός που ήταν γνωστό ήδη από την αρχαιότητα. Η περιοχή μελέτης επιλέχθηκε έπειτα από επίσκεψη της σπουδαστικής ομάδας για λουτροθεραπεία, καθώς και από το προσωπικό ενδιαφέρον της για τις ευεργετικές ιδιότητες του νερού. 






Σύμφωνα με τον μύθο, η θεά Αθηνά ζήτησε από τη Γαία να φτιάξει τις πηγές του Καλλιδρόμου και των Θερμοπυλών και τις δώρισε στον Ηρακλή, ούτως ώστε να γιατρεύει τις πληγές του μετά από κάθε άθλο. Η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του τοπίου, η εμβληματική παρουσία του υγρού και του γήινου στοιχείου, των ιαματικών πηγών και των βράχων, καθώς και το μυθολογικό στοιχείο που φορτίζει την περιοχή, έθεσαν τα θεμέλια της σκέψης μας και ταυτόχρονα συνέθεσαν το σχεδιαστικό μας υπόβαθρο. Έπειτα από μία μακροσκελή έρευνα, ανάλυση και αξιοποίηση των χαρακτηριστικών αυτών, λάβαμε τα απαραίτητα εφόδια για τον σχεδιασμό μας. 





Η κεντρική ιδέα της αρχιτεκτονικής πρότασης αποτελεί μια αναφορά στις πληγές του Ηρακλή, οι οποίες θεραπεύονται με το ιαματικό νερό. Έτσι, μια επιμήκης, τεθλασμένη χαρακιά στο βουνό έρχεται να αποτυπώσει την ιδέα της πληγής, τη στιγμή που εκατέρωθεν αυτής αναπτύσσονται χώροι σε κάναβο, εκφράζοντας την ιδέα του ράμματος. Η χαρακιά ταυτίζεται με τον βασικό άξονα της κίνησης του επισκέπτη, ενώ οι χώροι που αναπτύσσονται εκατέρωθεν αυτής, φιλοξενούν τις διάφορες λειτουργίες, αποτελώντας χώρους στάσης και θεραπείας. Η ροϊκότητα του βασικού άξονα εκφράζει τη ροϊκότητα του νερού, ενώ η διαρκής ανοδική του πορεία συνδέεται με τη διαρκή ανάβλυση του ιαματικού νερού από τα έγκατα της γης. 




Παρατηρώντας τις πηγές του Καλλιδρόμου, πρωταρχική ανάγκη αποτέλεσε η σύνδεση των διασπαρμένων λιμνών μεταξύ τους, καθώς και η ανάδειξη του φυσικού τοπίου με διαδρομές. Στην προσπάθεια αυτή, κρίνεται σημαντική η ενεργοποίηση της κεντρικής ζώνης, η οποία επιτρέπει τη σύνδεση με το βουνό και προσφέρει νέες δυνατότητες στον περιπατητή ή λουόμενο. Παράλληλα, γεννιέται η ανάγκη για τον σχεδιασμό ενός κτιρίου μεσαίας κλίμακας που θα λειτουργεί ως πέρασμα ή στάση και θα συνομιλεί με τα φυσικά στοιχεία του τόπου, δημιουργώντας μία νέα τοπιογραφία. Επιπλέον, βασικό μέλημα αποτελεί η χθόνια σχέση με το έδαφος για τη δημιουργία ενός εσωστρεφούς χώρου και μιας μυστικιστικής ατμόσφαιρας. 
 
Στόχος του σχεδιασμού είναι η δημιουργία υποδομών που θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά ως προς τις λίμνες, χωρίς να επιβληθούν σε αυτές και χωρίς να καταργήσουν τον δημόσιο χαρακτήρα του τόπου, αλλά προσθέτοντας δραστηριότητες θεραπευτικές για το σώμα και την ψυχή. Δεδομένης της μοναδικότητας του τοπίου και του γεωμορφολογικού του ενδιαφέροντος, δε θα μπορούσε να παραληφθεί η λειτουργία του και ως κέντρο ενημέρωσης, καθώς επίσης και ως ένα σημείο παρατήρησης της ευρύτερης περιοχής. 

Το λειτουργικό πρόγραμμα του κέντρου προκύπτει μέσα από ένα σενάριο θεραπείας, άμεσα συσχετισμένο με το ανθρώπινο σώμα και με έμφαση στην τελετουργία του νερού, καθιστώντας έτσι τον χώρο αφηγηματικό. Επομένως, διαμορφώνεται μια πορεία που δεν έχει ορισμένη αρχή και τέλος, αλλά οδηγεί τον θεραπευόμενο στους διάφορους, εσωστρεφείς χώρους, ανάλογα με τις ιαματικές του ανάγκες.  






Οι λειτουργίες αναπτύσσονται σε δύο στάθμες. Η κάτω στάθμη περιλαμβάνει διπλή υποδοχή, χώρους αποδυτηρίων και WC, τρεις δημόσιες λουτρικές δεξαμενές θερμού, χλιαρού και ψυχρού ύδατος, μία κολυμβητική δεξαμενή, ατομικά λουτρά, χώρους για μασάζ, σάουνα, χαμάμ και βοτανοθεραπεία. Η πάνω στάθμη διαθέτει μια μικρή υποδοχή, ιατρείο πρώτων βοηθειών, αίθουσα φυσικοθεραπείας και έναν ανοιχτό χώρο για ομαδικά προγράμματα ψυχοσωματικής άσκησης (π.χ. γιόγκα, πιλάτες, διαλογισμός κλπ). Τέλος, στην απόληξη της πάνω στάθμης και με θέα προς το βουνό, εντοπίζεται ένα μικρό αναψυκτήριο. 





Η επιλογή των υλικών προέκυψε από την ανάγκη ένταξης του κτιρίου στο φυσικό τοπίο. Έτσι, ως κύρια υλικά δόμησης αξιοποιούνται η τοπική πέτρα, συγκεκριμένα στον άξονα που ορίζει την κίνηση και το εμφανές σκυρόδεμα, υλικό κατασκευής του φέροντος οργανισμού και των ιαματικών χώρων. Τα βατά δώματα επιλέγεται να επιστρωθούν με πατημένο χώμα, ενώ τα δώματα των κεκλιμένων στεγών καλύπτονται με σκύρα, τα οποία εξάγονται κατά την δημιουργία του σκάμματος, προκειμένου να υπάρξει σύνδεση με το βραχώδες στοιχείο του βουνού. Το χωρικό αποτύπωμα που προκύπτει με το πέρας της συνθετικής διαδικασίας ενισχύει την εμβληματικότητα του υδάτινου στοιχείου, του γήινου και του κτισμένου περιβάλλοντος, τα οποία παντρεύονται σε ένα εναρμονισμένο, πλήρως ενταγμένο σύνολο. 




Βασικό ζήτημα αποτέλεσε, επίσης, η διερεύνηση βιοκλιματικών συνθηκών στο σώμα του κτιρίου, προστίθοντας μια περιβαλλοντική διάσταση στον σχεδιασμό του. Πρόκειται για μία αρχιτεκτονική, η οποία στοχεύει στην αξιοποίηση των μοναδικών, φυσικών ιδιοτήτων του οικοπέδου και στην άμεση προσαρμογή του κτιρίου στο φυσικό περιβάλλον και το τοπικό κλίμα. Έτσι, η επιλογή φυσικών υλικών, οι υπόσκαφοι χώροι του κτιρίου, η τοποθέτηση μικρών και αραιών ανοιγμάτων στον βορρά, η προσθήκη οριζόντιων περσίδων στον νότο σε συνδυασμό με την πλούσια βλάστηση του βουνού, αλλά και η δημιουργία φεγγιτών για τον διαμπερή αερισμό του κτιρίου αποτέλεσαν μερικές από τις βιώσιμες στρατηγικές για την διασφάλιση συνθηκών θερμικής άνεσης στο εσωτερικό του κτιρίου, αλλά και την εξοικονόμηση ενέργειας.