Δ035.16 ΠΕΙΡΑΙΑΣ: Αναδιαμορφώνοντας τις παλιές γραμμές ως το Λιμάνι

Τίτλος: ΠΕΙΡΑΙΑΣ: Αναδιαμορφώνοντας τις παλιές γραμμές ως το Λιμάνι
Φοιτήτριες: Μαρουκιάν Αλίν, Λύτρα Κλεονίκη, Πανούση Μαρία Μαρίνα
Επιβλέποντες Καθηγητές: Πατρίκιος Γιώργος, Παπαγιαννόπουλος Γεώργιος, Ξενοφών Διαλεισμάς
Δημοκρτίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ημερομηνία παρουσίασης: 8/7/2016

Η παρούσα διπλωματική πραγματεύεται την επανένταξη των παλιών σιδηροδρομικών γραμμών στο τμήμα από το τερματικό σταθμό Πειραιάς-Λιμάνι του ΟΣΕ, ως την οδό Ρετσίνα στη περιοχή Μανιάτικα. Το ίχνος των γραμμών έχει  μήκος 1,5 χιλιόμετρο περίπου και διασχίζει διαφορετικές γειτονιές του Πειραιά. Αφετηρία αποτελεί η περιοχή Μανιάτικα και κατόπιν αποτελεί το όριο ανάμεσα στις περιοχές Αγία Σοφία και Παπαστράτειο. Διασχίζει την περιοχή του Αγίου Διονύσιου και καταλήγει στον Άγιο Φανούριο. Επιπλέον η περιοχή συνορεύει με τοπόσημα ευρύτερης σημασίας για την πόλη του Πειραιά. Συναντάμε το Πάρκο Δηλαβέρη, που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του '80 από το Δήμο και αναπλάστηκε το 2013. Τέλος στο άκρο της περιοχής βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος της Ηετιώνειας Πύλης. 


Εξαιτίας της αναγκαιότητας ύπαρξης ασφαλούς σύνδεσης των γειτονιών του Πειραιά με το λιμάνι, δημιουργήθηκε μια πορεία που χαρακτηρίζεται  από δυο κύρια στοιχεία. Πρώτoν την δημιουργία χώρων πρασίνου και δεύτερων την ανάδειξη κελυφών, που αναδεικνύουν την ιστορία της περιοχής. Διαφορετικά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας πολιτιστικός, ψυχαγωγικός και εμπορικός περίπατος. 

Πρόθεση μας είναι η αντιμετώπιση όλης της περιοχής παρέμβασης ως ένα ενιαίο σύνολο που δεν αποκόπτεται από την  πόλη αλλά διαχέεται στο εσωτερικό της. Με αυτό τον τρόπο μεταβάλουμε τον προγενέστερο χαρακτήρα των γραμμών που λειτουργούν ως όριο μεταξύ της άνω και της κάτω γειτονιάς.
Αρχικά θέλαμε να αποφύγουμε την αυστηρή οριοθέτηση της περιοχής παρέμβασης. Για τον λόγο αυτό εισχωρούμε στους δρόμους που τέμνουν κάθετα την βασική μας γραμμή. Οι βασικές γραμμές των χαράξεων ενοποιούν σημεία των διαφορετικών κατόψεων των κελυφών που έχουν μέτωπο στις σιδηροδρομικές γραμμές. Ταυτοχρόνως δώσαμε ιδιαίτερη σημασία στην οπτική αντίληψη του επισκέπτη, συσχετίζοντας τις χαράξεις με το οπτικό του πεδίο. Διαμορφώνοντας την κάτοψη και έχοντας πάντα στο μυαλό μας το οπτικό πεδίο του παρατηρητή, ανάλογα την περίπτωση επιλέγουμε να αποκρύψουμε ή να αποκαλύψουμε επόμενα στοιχεία της περιοχής ανάπλασης. Για να το επιτύχουμε αυτό χρησιμοποιήσαμε χαμηλή, μέτρια και υψηλή φύτευση εκμεταλλευόμενες την κορυφογραμμή που διαμορφώνουν. 


Θεωρήσαμε σκόπιμη την ύπαρξη μιας ποικιλίας υλικών για την δημιουργία υποπεριοχών με διαφορετικό χαρακτήρα και σκοπό. Έτσι καταλήξαμε  στο χρωματισμό της περιοχής παρέμβασης με πέντε διαφορετικά υλικά. Σχετικά με την παρουσία του ίχνους των παλιών γραμμών, αναγνωρίζοντας το στίγμα που έχουν αφήσει στην περιοχή, αποφασίσαμε την διατήρηση τους, χωρίς την επιπλέον κάλυψη τους με κάποιο υλικό. Όπως προαναφέρθηκε η έντονη ανάγκη της περιοχής για πράσινο μας οδήγησε στη δημιουργία χώρων πρασίνου οι όποιοι καλύπτουν το μεγάλο μέρος της περιοχής μελέτης αυξάνοντας το ποσοστό που βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. 

Στην απόληξη της γραμμικής διαδρομής συναντάμε τον παλιό σιδηροδρομικό σταθμό και μια μεγάλη αδιαμόρφωτη έκταση ελεύθερου χώρου. Ο διαχωρισμός τους γίνεται ακόμα πιο έντονος με την ύπαρξη του παλιού πέτρινου αναληματικού τοίχου. Πρώτη μας κίνηση ήταν η δημιουργία ενός ελεύθερου δημόσιου  χώρου που προκύπτει από την ανάγκη εκτόνωσης των κατοίκων των προσφυγικών κατοικιών  και την ενοποίηση των διαφορετικών ενοτήτων, λόγω της αντιμετώπισης της ευρύτερης  περιοχής παρέμβασης ως ενιαίο σύνολο. Έτσι επιλέξαμε την  αφαίρεση τμημάτων του τοίχους και την εξομάλυνση της κλίσης του εδάφους.


Όσο αφορά την περιοχή Καστράκι επιλέχθηκε η αναδιαμόρφωση του υφιστάμενου πάρκου  και η δημιουργία ενός μικρού κτιριακού όγκου. Η συνθετική δομή βασίζεται στην δημιουργία αλλεπάλληλων ανοιχτών υπαιθρίων χώρων, που συνδέονται με ένα δίκτυο ραμπών και παραλαμβάνουν τον επισκέπτη από την είσοδο διοχετεύοντας τον  στο εσωτερικό του πάρκου. Τα επίπεδα αυτά αποτελούν τους χώρους στάσης  και εκμεταλλεύονται την έντονη υψομετρική διαφορά με σκοπό την οπτική φυγή προς τη θάλασσα από διαφορετικά σημεία και επίπεδα. 


Στο νότιο άκρο της παρέμβασης, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, προτείνεται η δημιουργία ενός κτιριακού όγκου. Στο κέλυφος του θα φιλοξενείται συμπυκνωμένη η ιστορία της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά. Η δημιουργία ενός κτιρίου με αυτά τα χαρακτηριστικά ως προς την χρήση του, ενισχύει την τον χαρακτήρα της περιοχής ως πολιτιστικό πόλο. Η ένταξη του μέσα στην διαμόρφωση του πάρκου της περιοχής Καστράκι δεν ενισχύει μόνο τη δυναμική λειτουργία του αλλά ταυτόχρονα αποτελεί ένα  κέλυφος μουσειακού χαρακτήρα που είναι ικανό να αποτελέσει προθάλαμο στην Πολιστική Ακτή. Το κτιριολογικό πρόγραμμα εκτείνεται σε δύο επίπεδα συνολικής επιφάνειας 800 τμ. Το ύψος του κτιρίου φτάνει στην στάθμη 10.50. Η επιλογή του χαμηλού ύψους¬ ( 7.50 μ) του, είναι συνειδητή με σκοπό την μη παρεμπόδιση της θέας προς τη θάλασσα. 


Πρόκειται για ένα αυστηρό περίβλημα με ελεύθερη διαχείριση της κάτοψης στο εσωτερικό του. Μια συγκεκριμένη διαδρομή  παραλαμβάνει τον επισκέπτη από τον χώρο εισόδου και τον καθοδηγεί σε κάθε υποπεριοχή της έκθεσης. Το κύριο κομμάτι των εκθέσεων γίνεται στο επίπεδο + 7.00 στο οποίο ο επισκέπτης κατευθύνεται μέσω ενός πυρήνα κατακόρυφης επικοινωνίας. Ο χώρος έκθεσης καταλήγει στην νότια πτέρυγα του κτιρίου όπου ο επισκέπτης μεταβαίνει ομαλά ξανά στο επίπεδο του ισογείου παρακολουθώντας την πορεία των εκθεμάτων. Η απόληξη της έκθεσης βρίσκει τον επισκέπτη πάλι στον χώρο της εισόδου.