Δ006.25 | Ανάκτηση του δημόσιου χώρου | Αστικός επαναπροσδιορισμός της Βάθη και αξιοποίηση των μοντέρνων μεσοπολεμικών θυλάκων της

Φοιτητής: Ευάγγελος Σαμαράς

Επιβλέπων: Αλέξανδρος Βαζάκας
Σχολή: Πολυτεχνείο Κρήτης




Η Βάθη αποτελεί σημαντικό τμήμα του μεσοπολεμικού ιστού των Αθηνών, διαθέτοντας μεγάλο αριθμό κτιρίων, τα οποία έχουν καταφανή ρόλο στην εικονογραφία της. Η εργασία στοχεύει στον επαναπροσδιορισμό του αστικού χώρου, παράλληλα με το παρόν μοντέρνο μεσοπολεμικό δίκτυο, όπως αυτό προέκυψε από την ερευνητική εργασία. Επίσης, σκοπός είναι η περιοχή να χαρακτηριστεί ξανά ως τόπος συνάθροισης των κατοίκων και να αλλάξει από κυκλοφοριακό κόμβο σε ενοποιητικό στοιχείο.




Η μελέτη αφορά το σύνολο της Βάθη, ενώ επίσης επιλέχθησαν τρία σημεία για περαιτέρω σχεδιαστική ανάλυση. Πιο συγκεκριμένα, είναι η πλατεία Βάθη, το πάρκο Τράιμπερ και ο κενός χώρος έναντι του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όπου θα τοποθετηθεί κτιριακή δομή. Η επιλογή αυτών των κομβικών σημείων αποσκοπεί στη μελέτη και διαχείριση όλων των κλιμάκων σχεδιασμού. 




Ο παλαιός λαϊκός χαρακτήρας της Βάθη δεν υφίσταται πλέον και η περιοχή ανάγεται σε συγκοινωνιακό κόμβο και είσοδο για την Αθήνα. Εντούτοις, η πρόταση ανάπλασης επαναπροσεγγίζει τον αστικό χώρο και αναδεικνύει τα ιδιαίτερα στοιχεία της Βάθη.




Η πλατεία Βάθη διαδραματίζει, ιστορικά, ενεργό ρόλο. Σκοπός του σχεδιασμού είναι η αναβάθμιση της πλατείας, η σύνδεσή της με τα υπόλοιπα τμήματα της περιοχής και με τους πόλους έλξης στην περίμετρο της τελευταίας, αλλά και η επαναδημιουργία ενός χώρου συγκέντρωσης των κατοίκων. Ο άξονας σχεδιασμού στηρίζεται στην παρουσία ενός κεντρικού τριγώνου το οποίο χαρακτηρίζεται από υψομετρική υποβάθμιση σε σχέση με την υπόλοιπη ενοποιημένη επιφάνεια, η οποία ενισχύεται από την παρουσία ημιυπαίθριων στοών στο ισόγειο των περιμετρικών κτιρίων. Ταυτόχρονα, εφάπτονται σε αυτό τρία μικρότερα τρίγωνα από τα οποία αναβλύζουν πίδακες νερού. 




Η πλατεία Βάθη διαδραματίζει, ιστορικά, ενεργό ρόλο. Σκοπός του σχεδιασμού είναι η αναβάθμιση της πλατείας, η σύνδεσή της με τα υπόλοιπα τμήματα της περιοχής και με τους πόλους έλξης στην περίμετρο της τελευταίας, αλλά και η επαναδημιουργία ενός χώρου συγκέντρωσης των κατοίκων. Ο άξονας σχεδιασμού στηρίζεται στην παρουσία ενός κεντρικού τριγώνου το οποίο χαρακτηρίζεται από υψομετρική υποβάθμιση σε σχέση με την υπόλοιπη ενοποιημένη επιφάνεια, η οποία ενισχύεται από την παρουσία ημιυπαίθριων στοών στο ισόγειο των περιμετρικών κτιρίων. Ταυτόχρονα, εφάπτονται σε αυτό τρία μικρότερα τρίγωνα από τα οποία αναβλύζουν πίδακες νερού. 




Επίσης, τα δέντρα, σε συνδυασμό με τα κάθετα στοιχεία φωτισμού της πλατείας, καδράρουν τα αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος κτίρια με αποτέλεσμα την ανάδειξή τους. Παράλληλα, σημαντικό στοιχείο που απαντάται στην πλατεία είναι οι δεντροστοιχίες κατά μήκος των δρόμων. Τέλος, η παρουσία ενός μεγάλου κεντρικού δέντρου προσδίδει μία ανάλαφρη εικόνα και μία ταυτότητα στον αστικό χώρο και ταυτόχρονα έχει άμεση αναφορά στην περίφημη ‘’Λεύκα της Βάθειας’’, η οποία αποκόπηκε το 1926 . 




Επίσης, τα δέντρα, σε συνδυασμό με τα κάθετα στοιχεία φωτισμού της πλατείας, καδράρουν τα αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος κτίρια με αποτέλεσμα την ανάδειξή τους. Παράλληλα, σημαντικό στοιχείο που απαντάται στην πλατεία είναι οι δεντροστοιχίες κατά μήκος των δρόμων. Τέλος, η παρουσία ενός μεγάλου κεντρικού δέντρου προσδίδει μία ανάλαφρη εικόνα και μία ταυτότητα στον αστικό χώρο και ταυτόχρονα έχει άμεση αναφορά στην περίφημη ‘’Λεύκα της Βάθειας’’, η οποία αποκόπηκε το 1926 . 




Το πάρκο Τράιμπερ αποτελεί σημαντικό στοιχείο του αστικού χώρου της Βάθη. Τα όρια του πάρκου είναι μεταξύ των οδών Ακομινάτου, Μαιζώνος, Σωνιέρου και Λιοσίων. Η πρόταση αξιοποιεί το υφιστάμενο πάρκο και τα κενά οικόπεδα μεταξύ των προαναφερθέντων οδών. Ο σχεδιασμός που ακολουθήθηκε στηρίζεται στην δημιουργία μίας κεντρικής πορείας (οδός Ταρέλλα) η οποία διέρχεται κατά μήκος του πάρκου. Εκατέρωθεν του κεντρικού άξονα τοποθετούνται κενές επιφάνειες είτε με σκληρό είτε με μαλακό υλικό οι οποίες έχουν άμεση σχέση με σημαντικά κτίρια (σχολικό συγκρότημα και Μουσείο Σκίτσου και Γελοιογραφίας) ή με συγκεκριμένες λειτουργίες (παιδική χαρά). Αυτές οι επιφάνειες διαμορφώνουν πορείες και στάσεις και τα όριά τους ιεραρχούν τις κινήσεις μέσα στο πάρκο. Η παρουσία των δέντρων προσδίδει μία ανάλαφρη εικόνα στον πυκνοδομημένο ιστό της περιοχής και ταυτόχρονα διαμορφώνουν όρια-φίλτρα μεταξύ του πάρκου και των περιμετρικών δρόμων. Παράλληλα, οι γεωμετρικές διαστάσεις των στοιχείων που εντάσσονται στην εικόνα των οδών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και συνεπώς κρίθηκε επιβεβλημένη η κλιμακωτή διάρθρωση των τελευταίων με την παρουσία του δικτύου φύτευσης και των κατακόρυφων στοιχείων φωτισμού. Επίσης, ένα σημαντικό στοιχείο που εντάσσεται στην συγκεκριμένη περιοχή είναι ένας υπόγειος χώρος στάθμευσης, για την εξυπηρέτηση των κατοίκων και των επισκεπτών στην περιοχή.




Κλείνοντας, θα αναλυθεί η πρόταση αξιοποίησης του κενού χώρου μεταξύ των οδών Γ’ Σεπτεμβρίου, Ηπείρου, 28ης Οκτωβρίου και Μάρνη. Ο συγκεκριμένος χώρος τοποθετείται στο βόρειο τμήμα του οικοδομικού τετραγώνου και έχει άμεση σχέση με σημαντικούς δρόμους του αστικού δικτύου και συνεπώς με σημεία-πόλους έλξης, όπως το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο σχεδιασμός του παρόντος χώρου αποτελείται από δύο τμήματα, δηλαδή το κτίριο – πολυχώρο στη συμβολή των οδών Ηπείρου και Γ’ Σεπτεμβρίου και τον υπαίθριο χώρο στη συμβολή των οδών Μάρνη και 28ης Οκτωβρίου. 




Όσον αφορά την πρώτη ενότητα, θα γίνει λόγος για τη δημιουργία ενός πολυχώρου ο οποίος θα στεγάζει χρήσεις πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Ο άξονας σχεδιασμού στηρίζεται στην εσωστρέφεια και στη δημιουργία ενδιάμεσων χώρων – παταριών. Οι βασικές χρήσεις του κτιρίου είναι εκθεσιακοί χώροι, βιβλιοθήκη και χώρος προβολών. Σε όλους τους ορόφους υπάρχουν βοηθητικοί χώροι για την εξυπηρέτηση του κοινού και για την εύρυθμη λειτουργία της δομής. Παράλληλα, στο κέντρο του πολυχώρου και καθ’ όλο το ύψος του τοποθετούνται τα βασικά στοιχεία ανάβασης, δηλαδή το κεντρικό κλιμακοστάσιο και οι ανελκυστήρες. Επίσης, προκειμένου το κτίριο να λειτουργεί σωστά υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, έχουν σχεδιαστεί κλιμακοστάσια οδεύσεων διαφυγής.




Πιο συγκεκριμένα, στο επίπεδο του ισογείου τοποθετούνται οι άξονες κίνησης που ενώνουν τον πολυχώρο με τον δημόσιο χώρο και το εξωτερικό υπαίθριο τμήμα. Ταυτόχρονα, το ισόγειο στεγάζει τη χρήση των εκθέσεων και προκειμένου να υπάρχει ιεράρχηση μεταξύ των χώρων και να τονίζεται ο κεντρικός ρόλος της έκθεσης, τοποθετούνται επιφάνειες από γυαλί που επιτρέπουν την οπτική επικοινωνία. Αυτές οι επιφάνειες υιοθετούνται σε όλους τους ορόφους. Ακόμη, στο ισόγειο τμήμα και τον ημιώροφό του υπάρχουν γραφεία για το προσωπικό του κτιρίου.




Στον πρώτο όροφο παραμένει η χρήση του εκθεσιακού χώρου, ενώ είναι άξιο αναφοράς ότι οι βασικές χρήσεις τοποθετούνται σε σημεία όπου το ύψος είναι καθαρό. Δηλαδή, δεν παρεμβάλλονται άλλες επιφάνειες και συνεπώς ιεραρχούνται αυτοί οι χώροι και ως προς την κάθετη διάσταση. 




Η χρήση του δεύτερου ορόφου είναι αυτή της βιβλιοθήκης. Στον χώρο υπάρχουν βιβλιοστάσια, χώροι και δωμάτια ανάγνωσης, χώρος ηλεκτρονικών υπολογιστών και τμήμα εργαστηρίων. Αυτή η ποικιλία χρήσεων καθιστά τον συγκεκριμένο όροφο σημαντικό τμήμα του κτιρίου. Ταυτόχρονα, στον ημιώροφο έχουν τοποθετηθεί επιπρόσθετοι χώροι ανάγνωσης για την εξυπηρέτηση του κοινού.




Τέλος, στο δώμα του πολυχώρου έχει τοποθετηθεί το τμήμα προβολών, ενώ στην κάτοψη παρουσιάζονται και άλλες χρήσεις, όπως αναψυκτήριο και χώρος έκδοσης εισιτηρίων. Σημαντικό χαρακτηριστικό του δώματος και των υπόλοιπων ορόφων είναι η οπτική επικοινωνία με τον εξωτερικό διαμορφωμένο χώρο του κτιρίου. Αυτό το χαρακτηριστικό επιτυγχάνεται στους άλλους ορόφους μέσω της δημιουργίας μεγάλων υαλοστασίων. Παράλληλα, στο δώμα του κτιρίου είναι ευδιάκριτη η συνέχεια του φέροντος οργανισμού, η οποία βοηθά αφενός στην στατική λειτουργία της δομής και αφετέρου στην οπτική ολοκλήρωση του όγκου.



Προχωρώντας, θα αναλυθεί η δεύτερη ενότητα, δηλαδή ο διαμορφωμένος υπαίθριος χώρος. Οι χρήσεις είναι αναψυκτήριο, τμήμα έκδοσης εισιτηρίων και ένας πολυλειτουργικός χώρος ο οποίος μπορεί να αξιοποιηθεί για εκθέσεις, παρουσιάσεις, παραστάσεις κ.ά. Για να διασφαλιστεί η λειτουργικότητα και η καθαρότητα των τμημάτων, αξιοποιήθηκαν οι γωνίες του οικοπέδου. Εντός του υπαίθριου χώρου υπάρχουν δύο κεκλιμένες επιφάνειες. Η μία εξ αυτών είναι η βασική πορεία προς τον υπαίθριο χώρο και η άλλη σχετίζεται με την παρουσία καθισμάτων τα οποία αφορούν τον κενό χώρο, όπου εκτυλίσσονται τα δρώμενα της πολιτιστικής δομής. Το οριζόντιο και κεκλιμένο επίπεδο αποτελεί οπτική προέκταση του δημόσιου υπαίθριου τμήματος του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και συνεπώς η χρήση αστικής φύτευσης είναι περιορισμένη. Παρόλο που υπάρχει οπτική επικοινωνία με τα πίσω τμήματα των κτιρίων, δεν κρίνεται επιβεβλημένη η τοποθέτηση περαιτέρω φίλτρων, διότι το ύψος των περιμετρικών τοίχων καθιστά έμμεση αυτήν την επαφή.