Δ080.20 | Τοπία εν δράσει: ο ρόλος του αναλημματικού τοίχου ως εργαλείο ανασυγκρότησης του Ανδριώτικου τοπίου

 
Διπλωματική εργασία: Τοπία εν δράσει: ο ρόλος του αναλημματικού τοίχου ως εργαλείο ανασυγκρότησης του Ανδριώτικου τοπίου 
Φοιτήτριες: Βενιζέλου Μυρτώ, Παπαδοπούλου Κατερίνα 
Επιβλέπoυσα: Μάρδα Νέλλη 
Σύμβουλοι: Μίχα Ειρήνη, Ντάφλος Κωνσταντίνος, Βασιλάτος Παναγιώτης 
Σχολή: Ε Μ Π, 2020 
 
 

 
Άνδρος: το δεύτερο μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων κι όμως ένα από τα πιο αραιοκατοικημένα, με την παλιά αίγλη του να ξεθωριάζει. Η περιηγητική και ερευνητική μας επαφή με το νησί καθώς και η ανάγκη μας για απομάκρυνση από τον αστικό πυκνωτή της Αθήνας, αποτέλεσαν αφορμή για την αναζήτηση ενός σύγχρονου τρόπου ζωής στη δική μας διάσπαρτη μετά-πολη των Κυκλάδων. Εξετάζουμε, έτσι, το παράδειγμα της Άνδρου που, για εμάς, λειτουργεί ως προάστιο της Αθήνας λόγω των συχνά εβδομαδιαίων μετακινήσεων του πληθυσμού της, ως έναν τόπο ιδανικό να παραλάβει έναν εναλλακτικό τρόπο κατοίκησης-που δεν είναι μόνιμος αλλά περιοδικός-και λειτουργεί σαν μέρος ενός δικτύου. 
 
 

 
Το Ανδριώτικο τοπίο και οι δομές του μαρτυρούν την πολυτάραχη ιστορία του νησιού, την στροφή προς την γεωργία και την ναυτιλία και την αποστασιοποίησή του από τον μαζικό τουρισμό. Το ενδιαφέρον σύστημα των αιμασιών–όπως ονομάζονται οι πέτρινοι αναλημματικοί τοίχοι-του νησιού, καθώς και το δίκτυο των δομών και κτισμάτων υποστήριξης του πρωτογενούς παραγωγικού μοντέλου που το διαμορφώνουν, αποτέλεσαν για εμάς αντικείμενο συστηματικής μελέτης και πειραματισμού. Το αλώνι, ο περιστεριώνας, ο νερόμυλος, τα κονάκια και τα λαϊκά σπίτια γίνονται αφορμή αλλά και ενεργό κομμάτι του σχεδιασμού· και, μέσω επανερμηνειών, παράγεται ένα νέο αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο. Το τοπίο και ο αναλημματικός τοίχος γίνονται τα συνθετικά μας εργαλεία, και έρχονται να πλαισιώσουν ένα μοντέλο ζωής συνυφασμένο με την ύπαιθρο, τις αισθήσεις και τη μελέτη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. 
 
 

 
Λαμβάνοντας υπόψη το ευρωπαϊκό περιβαλλοντολογικό ενδιαφέρον για την Άνδρο και το Κόρθι που εστιάζει στη συντήρηση και επανακαλλιέργεια των αιμασιών, προτείνουμε ανάμεσα στους οικισμούς της Καππαριάς Κορθίου, ένα χώρο φιλοξενίας και έρευνας του ανδριώτικου τοπίου. Οι λειτουργίες απλώνονται ανάμεσα στους δύο οικισμούς με στόχο τη ενεργό συμμετοχή του χρήστη στο τοπίο και την ενεργοποίηση αυτού ως μεταβατικό χώρο. Συγκεκριμένα, το λιθόστρωτο μονοπάτι που  συνδέει τους οικισμούς οργανώνει την διασπορά των λειτουργιών ενώ συγχρόνως τις ενώνει. Έτσι, το τοπίο γίνεται το αντικείμενο μελέτης, το αντικείμενο θέασης, η αφορμή για κοινωνικοποίηση, στοχασμό ή απομόνωση. 
 
 

 
Η μεθοδολογία μας βασίζεται στην συνάρθρωση του σύγχρονου με το παραδοσιακό, την ώσμωση του ντόπιου με το νέο πληθυσμό, ακόμη και στην πλέξη της αρχιτεκτονικής με την τέχνη. Με στόχο να ερμηνεύσουμε και να επιτύχουμε μια ζωή υπαίθρια στα δώματα και ανάμεσα στα κτήρια, η ιδέα των χώρων φιλοξενίας ολοκληρώνεται με την διάσπαση των αυτόνομων λειτουργικά δωματίων της παραδοσιακής κατοικίας, την διατήρηση των στοιχειωδών διαστάσεων τους και την ενεργοποίηση της υπαίθρου. Παρόμοια λογική ακολουθείται και για το ερευνητικό εργαστήρι. Όμως, στόχος αυτήν τη φορά είναι η επέκταση του οικισμού και η ενεργοποίηση των ερειπίων του. 
 
 

 
Το σύνολο των κατοικιών τοποθετείται στον οικισμό Βορινά, με στόχο την συνύπαρξη του γηγενή πληθυσμού με τους ερευνητές. Οι λειτουργίες διασπείρονται μέσα στον οικισμό με το κεντρικό οικόπεδο (integrated house) να συμπεριλαμβάνει στο σχεδιασμό και το ερείπιο που βρίσκεται στην εγγύτητά του, διαμορφώνοντας ένα κοινοτικό κέντρο για το χωριό. Το εργαστήρι έρευνας και δράσης τοποθετείται στον οικισμό Μ.Χωριό, λόγω της εγγύτητας αυτού με τις διδακτικές δομές του τοπίου και με σκοπό την ήπια ενεργοποίηση του, σχεδόν ερειπωμένου σήμερα οικισμού. Στο σχεδιασμό λαμβάνεται υπόψιν και η ζώνη των ερειπίων στην άκρη του οικισμού, η οποία ενεργοποιείται μέσω της επανάχρησης των ερειπίων και της τοποθέτησης σε αυτά χώρου βιβλιοθήκης, εκθέσεων και χώρου προβολών. Κατά μήκος της διαδρομής μεταξύ των δύο οικισμών τοποθετούνται χώροι στάσης και θέασης, επαναχρησιμοποιούνται δομές του πρώην πρωτογενούς παραγωγικού τομέα (αλώνια, νερόμυλοι, περιστεριώνες, κονάκια) καθώς επίσης βελτιώνονται και αναδιαμορφώνονται παράλληλες περιηγητικές διαδρομές με σκοπό την εύκολη προσβασιμότητά τους. 
 
 

 
Η ανάγνωση της δομής των οικισμών, είτε όσον αφορά τον δημόσιο χώρο τους ως συνδετικό κονίαμα είτε ως σύνολο κατακόρυφων δαιδαλωδών ορίων, καθόρισαν τόσο την τοποθεσία των παρεμβάσεων όσο και τον σχεδιασμό τους. Η παρέμβαση των κατοικιών έρχεται να συμπληρώσει τα ανενεργά κενά του οικισμού Βορινά, ενισχύοντας το συνδετικό κονίαμα μεταξύ τους, ενώ το εργαστήρι δημιουργεί νέα ίχνη στο δαιδαλώδη οικισμό του Μ.Χωριού. 
 
 

 
Από τις σημειακές παρεμβάσεις κατά μήκος της διαδρομής, για να ακούσει κανείς το ρυάκι ή να θαυμάσει ένα ξωκκλήσι, μέχρι το σύμπλεγμα κατοικιών και το εργαστήρι, στόχος είναι η βιωματική εμπειρία των μελλοντικών ερευνητών και εθελοντών του προγράμματος και η διδαχή τους, τόσο από το ανδριώτικο τοπίο όσο και από τη σύγχρονη ερμηνεία του.