Showing posts with label # thesis. Show all posts
Showing posts with label # thesis. Show all posts

Δ003.21 | poroCity | εξερευνώντας τα όρια της οικειότητας

 
Διπλωματική εργασία: poroCity | εξερευνώντας τα όρια της οικειότητας 
Φοιτήτριες: Καιρίδου Μαρία-Ελπίδα, Κάκου Κατερίνα 
Επιβλέπων: Πανηγύρης Κωστής 
Σχολή: Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, 2021
 
 

 

 
Η πολυκατοικία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής αστικότητας, που συνήθως βιώνεται σαν ένας καταναγκασμός για συνύπαρξη με αγνώστους. Όλα φυλάσσονται εκεί με μια μανία ιδιωτικότητας. Τι θα γινόταν αν μεγαλύτερο κομμάτι της δημόσιας ζωής μπορούσε να διεισδύσει στο  διαμέρισμα; Πως μπορεί να επανεξεταστεί το μοντέλο της, ώστε να δώσει χώρο στον κάτοικο να απελευθερωθεί από την τυραννία της εγγύτητας και της συνύπαρξης; 
 
 

 
Το χάος, η ετερογένεια και οι συνεχείς μεταβολές είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν την πόλη. Οι αντιδράσεις είναι γρήγορες, ασυνεχείς, φευγαλέες. Στον πολυμερή αυτόν οργανισμό, χιλιάδες σχέσεις ξετυλίγονται καθημερινά. Αποτελεί ένα πεδίο ευκαιριών, συναντήσεων, ανταλλαγής βλεμμάτων αλλά και απλής επίγνωσης της παρουσίας του άλλου. Το πρότζεκτ προσπαθεί να συγκροτήσει όλα αυτά τα στοιχεία της πόλης σε ένα χωρικό σκελετό, να κατακτήσει την υπερδιέγερση των αισθήσεων που προκαλείται στον κάτοικο της μητρόπολης, ώστε αυτά τελικά να αποτελέσουν χαρακτηριστικά ενός νέου τρόπου ζωής.
 
 


Έγινε μια προσπάθεια σύνθεσης των ερεθισμάτων της πόλης σε έναν πορώδη οργανισμό, προκειμένου να επιτευχθεί μια ρευστότητα ορίων και η εμπειρία βίωσης του χώρου, «περνώντας». Μοιάζει με μια μικρογραφία της πόλης. Ωστόσο, στόχος δεν είναι να την υποκαταστήσει αλλά να της επιτρέψει να διεισδύσει. Στόχος δεν είναι η γραφικότητα αλλά η υπέρ-γραφικότητα. 
 
 

 
Υπάρχει η ιδέα μιας καθαρής κοινόχρηστης κίνησης, από την οποία ξεδιπλώνεται ο οργανισμός. Η κίνηση αυτή γίνεται ανοδικά μέσω μιας σκάλας. Όσο ανεβαίνει, οι λειτουργίες γίνονται πιο ιδιωτικές, χωρίς να αποθαρρύνουν τη συνέχεια της κίνησης. Η σκάλα περικλείεται από ένα modular σύστημα μονάδων και κενών που συνθέτουν τον πορώδη οργανισμό. 
 
 

 
Την κίνηση της σκάλας έρχεται να διακόψει μια πισίνα ως λυτρωτική στιγμή της αφήγησης, έχοντας τον χαρακτήρα της απελευθέρωσης. Της απελευθέρωσης του κατοίκου από την καταπιεστική ζωή. Είναι ένα σημείο χαλάρωσης και κοινωνικότητας. Ένα σημείο ένωσης των ατόμων και του οργανισμού. 
 
 

 
Τη σύνθεση συγκροτούν δύο κτήρια παρόμοιας μορφής. Το ένα αποτελεί συνέχεια του άλλου, δημιουργώντας μαζί μια νοητά ελικοειδή κίνηση. Οι σκάλες τους καταλήγουν στην πισίνα και το δεύτερο κτήριο συνεχίζει έπειτα προς τα πάνω με μια αντίστροφη κίνηση ανοιγόμενο προς τη θέα της Ακρόπολης. 
 
 

 
Υπάρχει μια διαστρωμάτωση των λειτουργιών που ακολουθούν την κίνηση της κεντρικής σκάλας. Κάτω από αυτήν αναπτύσσεται η “καθημερινότητα”, η αγορά με τα μαγαζιά και γενικότερα οι πιο δημόσιες χρήσεις. Καθώς η σκάλα ανεβαίνει ανυψώνεται παράλληλα και το επίπεδο του δρόμου. Από πάνω της οργανώνονται κλιμακωτά οι κατοικίες. Το τελευταίο επίπεδο του κτηρίου μετατρέπεται σε πράσινο, επιστρέφοντάς το έτσι στην πόλη. Είναι συνδεδεμένα, φυτεμένα δώματα. Χώροι ειδυλλιακής απομόνωσης. 
 
 

 
Λόγω του πορώδους χαρακτήρα προκύπτουν ποιότητες χώρων που θυμίζουν αυτές των μπαλκονιών. Εσωτερικοί διάδρομοι, αίθρια, ανισοϋψείς όγκοι και επίπεδα δημιουργούν μια “μπαλκονική” συνθήκη. Αν αναλογιστούμε και το παράδειγμα της πανδημίας, το μπαλκόνι ανέδειξε μια άλλου είδους κοινωνικότητα, λιγότερο εξαναγκασμένη, περισσότερο απελευθερωτική. Το μπαλκόνι απέδειξε ότι έχει την ικανότητα να προσφέρει συντροφιά, χωρίς την απαίτηση κάποιας οικειότητας. Δίνει την ευκαιρία να είναι κανείς με άλλους, με έναν τρόπο πιο χαλαρό, μη απαιτητικό, επαναπροσδιορίζοντας την έννοια της απόστασης. 
 
 

 
Πρόκειται για ένα συνονθύλευμα όγκων, όπου αναπτύσσονται το ίδιο κλιμακωτά με τη δομή δημόσιες, ημι-δημόσιες και ιδιωτικές χρήσεις σε ένα πρόγραμμα κλιμακούμενης οικειοποίησης του χώρου. Το πορώδες εμφανίζεται σε όλες του τις μορφές σε μια προσπάθεια να γίνει νόμος της ζωής.
 
 

 
 

 

 

 


 
 
 
 
__________________________________________________________________________________
 
 
 
Diploma thesis: poroCity | exploring the limits of intimacy 
Students: Keridu Maria Elpida, Kakou Katerina 
Department of Architecture, University of Thessaly, February 2021 
 
The polykatoikia is an integral part of the greek urban landscape, that is predominantly experienced as a compulsion to coexist with strangers. Life is guarded within its walls with a frenzy of privacy. What would happen if a greater part of the public life could permeate the apartment? How can the model of the polykatoikia be reimagined, in order for its occupants to be liberated from the tyranny of the proximity and the coexistence? 
 
Chaos, heterogeneity and dynamism are components that define the city. The reactions are fast, non-successive, fleeting. In this multifaceted entity, a myriad of relations unfold every day. The city is a breeding ground for opportunities, chance encounters, exchanges of glances but also the simple awareness of the presence of other people. 
 
The project tries to bring all these elements together in a spatial framework, to conquer the overstimulation of the senses that the citizen of the 21st century metropolis experiences, in order for these to constitute the foundation of a new way of life. 
 
There was an attempt to embed the stimuli of the city into a porous organism, in order to achieve a fluid interaction between the public and the private realm and a lived experience and a lived experience of the surrounding space by means of passing through. Although it might appear as resembling a miniature of the city, its aim is not to substitute the urban experience but to allow the city to pervade its fabric. The aim is not quaintness but over-quaintness. 
 
The main idea is built around a structure, which allows the unobstructed flow of all space users and, from which the organism unfolds. This movement is achieved through a staircase. As we ascend to higher levels, it becomes clear that the intended use of space progressively shifts from the public to the private. The staircase is enclosed by a modular system of units and void spaces, bringing about a “porosity”. 
 
The motion of the stair is interrupted by a swimming pool, which constitutes a liberating moment in the narration. The pool, offers a form of liberation for the urbanites from the aspects of life that suppress them. It is a point for relaxation and socialization. A unifying point for the people and for the building – as an organism. 
 
The synthesis comprises of two buildings of a similar form. There is a continuity between them, conceptually creating a spiral motion. Both the staircases lead to the pool, from where, only the second building continues its rise reversely, facing the Acropolis. 
 
The uses are layered following the structure of the staircase. Under the stairs unfold the quotidian moments of life, with stores and shops for daily needs. The level of the street is shifting along with the upward movement of the staircase. Staggered housing units are organized above it. The space above the habitable spaces is turned into greenery, reintegrating it into the urban landscape, connected, planted terraces acting as places of idyllic seclusion. 
 
Due to the buildings’ porous character, the qualities of the space the emerge mirror those of the balcony. Interior corridors, patios, uneven volumes and levels create a “balconial” effect. If one considers the case of the current pandemic, the balcony established a different kind of sociality, less forced, more liberating. The balcony proved its ability to offer company without the accompanying need of intimacy. The balcony redefined the concept of distance, making it possible for one to be with others with a more casual, non-demanding way. 
 
All in all, it is an assemblage of cubes, along with which develop public, semi-private and private uses, to from a structural entity where space is appropriated in a scalar fashion. Porosity appears in all of its forms in an attempt to become a norm of life.
 
Read More...

Δ058.19 | Ο λάκκος με τις τρεις κρήνες


Διπλωματική εργασία: Ο λάκκος με τις τρεις κρήνες 
Φοιτήτρια: 
Ευαγγελία Πασχαλίδου
Επιβλέποντες: 
Γουρδούκης Δημήτρης, Βεργόπουλος Σταύρος
Πανεπιστήμιο: 
Α.Π.Θ. Πολυτεχνική Σχολή, Τμήμα Αρχιτεκτόνων μηχανικών



Η υφιστάμενη συνθήκη ενός τμήματος ρέματος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης αποτέλεσε την αφετηρία της παρούσας διπλωματικής εργασίας, η οποία είχε ως στόχο τη μετατροπή του από αστικό εμπόδιο σε χώρο αναψυχής και περιπλάνησης˙ την ανάδειξη αυτής της όασης πρασίνου που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης. Ο σχεδιασμός ξεκινά από την αστική κλίμακα, με το σχεδιασμό μεταβατικών περιοχών από το επίπεδο της πόλης στο ρέμα καθώς και τον σχεδιασμό κατασκευών μικρότερης κλίμακας στις όχθες του ρέματος. Οι αρχιτεκτονικοί χειρισμοί της πρότασης είχαν ως κύριο μέλημα το σεβασμό του φυσικού υποδοχέα, με στόχο την συνύπαρξη και την αλληλεπίδραση τόσο της αρχιτεκτονικής όσο και του ανθρώπου με τη φύση. Ο επισκέπτης μέσω της αρχιτεκτονικής καλείται να επαναπροσδιορίσει το ρέμα ή «τον λάκκο» ως ένα ‘τοπίο’. Αφηγηματικό εργαλείο της ιδέας αποτελούν οι κρήνες, οι οποίες αποτελούν το μέσο της εννοιολογικής σύνδεσης της περιπλάνησης, προσδίδοντας παράλληλα χαρακτήρα στην περιοχή του ρέματος, τον «Λάκκο με τις τρεις κρήνες».





Αναλυτικότερα, η περιοχή επέμβασης βρίσκεται στο Ανατολικό τμήμα της πόλης της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή της Κάτω Τούμπας και παραμένει ανοιχτό σε έκταση 300 μέτρων, μεταξύ της οδού Παπάφη και της οδού Θεαγένους Χαρίση. Κατά την Οθωμανική περίοδο η ονομασία του ήταν «üç çeşmesi deresi» το οποίο μεταφράζεται ως «ο λάκκος των τριών βρύσεων». Σήμερα αν και το ρέμα αντιμετωπίζεται ως ένα εμπόδιο της καθημερινότητας, ως πρόσφορο έδαφος παραβατικότητας και εστία μόλυνσης, δεν παύει να αποτελεί ένα ‘τοπίο’. Οι όχθες των ρεμάτων αρχίζουν να αντιμετωπίζονται ως «φύση» κατά το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα. Η φύση αρχίζει να θεωρείται ως «τοπίο» όταν παύει να αποτελεί ένα εμπόδιο κι ο άνθρωπος στρέφεται προς αυτή χωρίς πρακτικό σκοπό. Το να βλέπει κανείς ως τοπίο ένα κομμάτι εδάφους, μαζί με ό,τι υπάρχει σε αυτό, σημαίνει να παρατηρεί αυτή τη φορά από τη δική του πλευρά, ένα απόσπασμα της φύσης ως ενότητα. Συνεπώς ως τοπίο δε θεωρείται μόνο το σύνολο των φυσικών και τεχνητών στοιχείων που το περιβάλλουν αλλά και ο τρόπος με τον οποίο το αντιλαμβάνεται και το βιώνει ο κάθε παρατηρητής.




Κατά την περιπλάνηση στο ρέμα έγινε προσπάθεια καταγραφής των στοιχείων που προσδίδουν τον χαρακτήρα του.
 Από την πυκνή βλάστηση ξεπροβάλλουν τεχνητά στοιχεία, ερείπια και θραύσματα προηγούμενων εποχών, τα οποία πλέον αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του ‘τοπίου’. Τα τεχνητά αυτά στοιχεία καθώς και η ιστορική αναφορά της ονομασίας του ρέματος και η σημασία που αποκτά κατά την αποτέλεσαν την κεντρική ιδέα του σχεδιασμού για τη δημιουργία ενός «ονειρικού τόπου». Η αίσθηση του σημειακού που παράλληλα αποτελεί τμήμα μιας ολότητας, αποτέλεσε βασική αρχή της πρότασης. Στους διάφορους περιπάτους κατά την αναγνώριση, άρχισε να γίνεται ένας καθορισμός υποενοτήτων του ρέματος σύμφωνα με τα διαφορετικά χαρακτηριστικά τους. Η πρόταση συνδέεται άρρηκτα με το υπάρχον τοπίο, αντλώντας αναφορές από αυτή, δημιουργώντας αρχιτεκτονικά σκηνικά για μια λυρική και πειραματική μεταχείριση του ίδιου τόπου με απώτερο στόχο την ανάδειξή του. Οι αρχιτεκτονικές κατασκευές εν δυνάμει θα καλυφθούν από την τοπική βλάστηση και θα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο ενός δυναμικού τοπίου. Τα όρια μεταξύ πραγματικού και φαντασιακού χάνονται και ο περιπατητής κατά την περιπλάνηση του επαναπροσδιορίζει το περιβάλλον γύρω του, με τις αρχιτεκτονικές κατασκευές να αφυπνίζουν τις αισθήσεις του, προσφέροντας ψυχική ανάπαυση κατά τη συνεχή διαδικασία αποτύπωσης ενός ‘τοπίου’ μέσω του βλέμματός του που το καθιστά μοναδικό.
















Project Title: The Pit with the Three Fountains
Name: Evangelia Paschalidou
Date: July 2019
Course: Diploma Thesis
Supervisors: Gourdoukis Dimitris, Vergopoulos Stavros
Institution:  School of Architecture, Aristotle University of Thessaloniki

Accompanying text

The start of this diploma thesis was a neglected stream in the center of Thessaloniki, which nowadays is perceived as an urban burden. The stream is an overlooked green oasis, a ‘pit’ in the city’s center, maintaining 300m of its natural terrain with a flowing stream. This proposal attempts to redefine the stream zone as a landscape through the individual’s vision. Architecture as a medium enhances the accessibility of the stream zone thus enabling the visitor to wander and discover new qualities of the landscape through different architectural artifacts, capturing new aspects of the untended landscape.

The banks of the streams begin to be characterized as “nature” during the first quarter of the 19th century. Nature begins to be regarded as a “landscape” when it ceases to be an obstacle for the individual that is now turning to it without a practical purpose. Nowadays this stream is treated as a hindrance to everyday life, with its difficult access due to the dense and indigenous vegetation and as well as its isolation, making it a suitable land of degradation. This diploma thesis is an attempt to redefine this neglected stream zone as a “landscape” through the different architectural manipulations.

The definition of “landscape” is difficult to be accurately described. According to Simmel, the wanderer’s attention of individual elements or simultaneously as an ensemble, is not enough to have the consciousness of the “landscape”. Seeing as a landscape a piece of land, along with everything in it, means to observe it this time on its own unique sight, an excerpt of nature as a unity, hence  a landscape is not only considered the set of natural and artificial elements surrounding it, but also the way in which each observer gazes and understands it. Bearing in mind all the above, during strolls through the stream, various existing artifacts were found and captured, which have now lost their original purpose, becoming a part of the “landscape”. Those artifacts and their form acted as the foundation of the design process of the new artifacts.

The sense of the ‘focused’ which is part of a whole, was a basic principle of the proposal. The new objects are placed in four different subunits of the stream zone, each one with its own characteristics, encouraging the walker to discover new and different aspects of the "landscape" through his unique point of view.  The paths in the stream zone are depended on the walker and his choices. Considering the name of the stream during the Ottoman period ‘The Pit with the Three Fountains’, the undefined route is “united” with the design of three fountains functioning as a narrative tool, forming the landmarks each subunit.





Read More...

Δ005.20 | Σχολή Σχεδιασμού Μόδας & Κέντρο Πολιτισμού στην Καστοριά: Επανάχρηση του Μεντρεσέ Αχμέτ Πασά και προσθήκη νέων κτιρίων

 
Διπλωματική εργασία: Σχολή Σχεδιασμού Μόδας & Κέντρο Πολιτισμού στην Καστοριά: Επανάχρηση του Μεντρεσέ Αχμέτ Πασά και προσθήκη νέων κτιρίων
Φοιτητές: Δήμητρα Δόλλα, Σύρμω Παπαδάκη
Επιβλέποντες Καθηγητές: Σταύρος Δενδρινός, Γεώργιος Παπαγιαννόπουλος, Νικόλαος Θωμάς
Σχολή: ΔΠΘ, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ξάνθης




Τον 17ο και 18ο αιώνα, η οικονομία της Καστοριάς άνθισε λόγω της βιοτεχνίας της γούνας, καθώς οι γουναράδες ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις με χώρες του εξωτερικού, όπως την Κωνσταντινούπολη, την Συρία, την Περσία, την Αίγυπτο και τη Ρωσία. Σήμερα, οι εμπορικές σχέσεις της Καστοριάς αναπτύσσονται κυρίως ανάμεσα στη Ρωσία, την Κίνα και την Ιταλία. Ανέκαθεν η γούνα έχει αποτελέσει βασικό στοιχείο της οικονομικής ευμάρειας και σταθερότητας στην Καστοριά. 
 
 

 
Σήμερα όμως η ιδεολογία της γούνας απορρίπτεται όλο και περισσότερο ως υλικό, δημιουργώντας σημαντική οικονομική αστάθεια για την πόλη, και ενώ η προοπτική της γούνας φαίνεται να παρακμάζει, προκύπτει η ανάγκη προσαρμογής στα δεδομένα της εποχής.
 
Η πρόταση αυτής της διπλωματικής εργασίας επικεντρώνεται στην επέκταση του ορίζοντα της πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα και στον αποπροσανατολισμό από την γούνα με εκμετάλλευση του ήδη υπάρχοντος υπόβαθρου. Έχοντας όλα τα τεχνικά και οργανωτικά εργαλεία στην κατοχή της (τεχνίτες, σχεδιαστές, εμπορικές σχέσεις, δημοπρασία και έκθεση γούνας), η Καστοριά θα μπορούσε να εδραιωθεί ως η πόλη της μόδας στην Ελλάδα. Βασικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού του στόχου έγκειται στην εκπαίδευση σε εναλλακτικές τεχνικές και τον σχεδιασμό μόδας και κατ’ επέκταση στην ίδρυση μιας σχολής σχεδιασμού μόδας.
 
 

 
Ο Μεντρεσές Αχμέτ Πασά χτίστηκε στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα  και λειτουργούσε ως ιεροσπουδαστήριο. Οι ουλεμάδες, οι οποίοι φοιτούσαν στον Μεντρεσέ, διδάσκονταν την ανάγνωση και ερμηνεία του Κορανίου, ιστορία και θρησκευτικό δίκαιο.
 
Οι μαθητές διέμεναν στο ιεροδιδασκαλείο και δεν επιτρεπόταν η απομάκρυνση τους από αυτό, στοιχείο που αποτυπώνεται στην αρχιτεκτονική του μνημείου, καθώς διαφυλάσσεται έντονα η ιδιωτικότητα και η εσωστρέφεια. Η κάτοψη χαρακτηρίζεται από 2 πτέρυγες σε διάταξη Π, οι οποίες κλείνουν δυτικά από το Ιουστινιάνειο τείχος. Δημιουργείται έτσι μια εσωστρεφής αυλή προσβάσιμη μόνο από την κεντρική είσοδο του μνημείου η οποία είναι και η μοναδική είσοδος από την  οδό Διοικητηρίου. Περιμετρικά του αύλειου χώρου αναπτύσσεται στεγασμένος διάδρομος πλάτους 3μ. ο οποίος στηρίζεται από 17 κίονες και αποτελείται από 19 τρούλους (μικροί τρούλοι). Το κτίριο αποτελείται από 14 χώρους καθένας με ξεχωριστή είσοδο και δικό του τζάκι.
 
 

 
Βασικό στόχο των επεμβάσεων σε επίπεδο πόλης αποτέλεσε η αποσυμφόρηση του μνημείου από το πυκνοδομημένο περιβάλλον του και η πεζοδρόμηση ενός τμήματος της οδού Διοικητηρίου, που παραλαμβάνει την κίνηση δίπλα από το μνημείο. Σημαντικό στοιχείο στην ανάδειξη του μνημείου αποτέλεσε και η αποχωμάτωση τμήματος του Ιουστινιάνειου Τείχους δίπλα από τον Μεντρεσέ και η δημιουργία μιας υπαίθριας βιωματικής πορείας για την ανάδειξη του. 
 
Στον Μεντρεσέ στεγάζονται οι λειτουργίες έκθεσης - συγκεκριμένα ο χώρος επίδειξης μόδας βρίσκεται στην νότια πτέρυγα του μνημείου, ενώ στην Βόρεια πτέρυγα βρίσκονται μικρές αυτόνομες εκθέσεις σε μορφή εκθετηρίου, μαζί με μια μόνιμη ιστορική έκθεση και έναν χώρο εστίασης.
 
Στο οικόπεδο επέμβασης, το οποίο βρίσκεται νότια του μνημείου και στο μέτωπο της οδού Μεγ. Αλεξάνδρου, τοποθετούνται δύο κτίρια, τα οποία στεγάζουν τις λειτουργίες της σχολής σχεδιασμού μόδας και την βιβλιοθήκη. Η σχολή αποτελείται από έναν κεντρικό αίθριο χώρο - στον οποίο τοποθετείται η εστίαση της σχολής - μια αίθουσα διδασκαλίας, έναν πολυχώρο για δράσεις και εκδηλώσεις της σχολής, μια αίθουσα διαλέξεων για προβολές, έναν χώρο εργαστηρίου / atelier με γραφεία, σχεδιαστήρια και ραπτομηχανές, καθώς και τις διοικητικές λειτουργίες - γραφεία καθηγητών.
 
Το κτίριο βιβλιοθήκης, το οποίο βρίσκεται απέναντι από το κτίριο της σχολής, λειτουργεί αυτόνομα και μεμονωμένα από το υπόλοιπο κτίριο, με σκοπό την χρήση του από φοιτητές και επισκέπτες. Το κτίριο της σχολής ενώνεται με μια θερμαινόμενη πορεία με το κτίριο της βιβλιοθήκης στο επίπεδο του πρώτου ορόφου, και στη συνέχεια το κτίριο της βιβλιοθήκης ενώνεται με την νότια πτέρυγα του Μεντρεσέ με μια παρόμοια θερμαινόμενη πορεία στο επίπεδο του δεύτερου ορόφου.
 
Στόχος του σχεδιασμού είναι η κίνηση του επισκέπτη να υπάρχει σε όλη την έκταση του μνημείου και του οικοπέδου επέμβασης μπροστά από τον Μεντρεσέ. Με την δημιουργία πολλών δημόσιων πορειών, οι οποίες διασχίζουν το Μνημείο και την σχολή, αλλά και με την ένωση των κτιριακών όγκων μέσω των υπαίθριων και θερμαινόμενων χώρων σε κάθε επίπεδο της σύνθεσης, δίνεται μία εναλλακτική προσέγγιση ανάμεσα στο δημόσιο - ιδιωτικό για τους ίδιους τους φοιτητές της σχολής και τους επισκέπτες του μνημείου.
 
 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
Φωτογραφίες μακέτας: Χριστίνα Ευαγγελοπούλου
 
 
Read More...