Δ023.17 “Εκθέματος Απουσία”: Κέντρο επισκεπτών και ερευνών εναλίων αρχαιοτήτων στη Στενή Βάλα Αλοννήσου

Τίτλος: “Εκθέματος Απουσία”
Υπότιτλος: Κέντρο επισκεπτών και ερευνών εναλίων αρχαιοτήτων στη Στενή Βάλα Αλοννήσου
Φοιτήτριες: Μαλακόζη Παρασκευή, Στεργίου Στυλιανή
Επιβλέπουσα Καθηγήτρια: Αναπλ. Καθηγήτρια Βοζάνη Αριάδνη
Σύμβουλοι καθηγητές: Βασιλάτος Π., Κούρκουλας Αν., Μωρέττη Μ.
Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ιούνιος 2017

Η παρούσα διπλωματική πραγματεύεται την αξιοποίηση των ενάλιων αρχαιοτήτων Β. Σποράδων, όπως και τη διερεύνηση της προβληματικής που θέτει  ο σχεδιασμός ενός μουσείου του οποίου το κύριο έκθεμα απουσιάζει. Περιοχή μελέτης αποτελεί η Αλόννησος και συγκεκριμένα ο οικισμός Στενή Βάλα, το κοντινότερο σημείο απόπλου προς τα ναυάγια της περιοχής.


Ο αρχαιολογικός πλούτος των ελληνικών θαλασσών παραμένει άγνωστος στο ευρύ κοινό, ωστόσο η ενάλια αρχαιολογία αποκτά σταδιακά εξέχουσα θέση ανάμεσα στις ανθρωπολογικές επιστήμες, αφού μέσω της μελέτης των ναυαγίων προκύπτουν πολύπλευρες πληροφορίες σχετικά με τις τεχνικές ναυπήγησης και τις διεθνείς εμπορικές σχέσεις της χώρας μας στο παρελθόν


Η Αλόννησος επιλέχθηκε ως τόπος επέμβασης μας λόγω του αρχαιολογικού της πλούτου, της γεωγραφικής θέσης και του χαρακτήρα του νησιού, με ήδη ανεπτυγμένο τον οικολογικό και πολιτιστικό τουρισμό. Το νησί προσελκύει κάθε χρόνο όλο και περισσότερους αυτοδύτες, προωθώντας εγχειρήματα ανάδειξης του θαλάσσιου πλούτου και της ιστορίας του, εκ των οποίων και η ίδρυση εκεί του πρώτου υποβρύχιου μουσείου- πάρκου στην Ελλάδα.


Το κεντρικό θέμα της παρέμβασης αποτελεί η πληροφόρηση για ένα έκθεμα το οποίο απουσιάζει, καθώς βρίσκεται στο βυθό της θάλασσας. Σχεδιάσαμε λοιπόν ένα σύνολο εγκαταστάσεων που απευθύνεται τόσο στους καταδυόμενους αρχαιολόγους, ως ένα περιφερειακό ερευνητικό κέντρο, και πολύ περισσότερο στο ευρύτερο κοινό.


Η πρόταση μας αποτελεί ουσιαστικά μια γραμμική διαδρομή, στα διάφορα σημεία της οποίας “αγκιστρώνονται” διαδοχικά οι κτιριακοί όγκοι. Ελαχιστοποιώντας την απαιτούμενη επιφάνεια, παραμείναμε εντός της τοπικής κλίμακας με αποτέλεσμα μια απλή και ξεκάθαρη σύνθεση, στην οποία επιτυγχάνεται ταυτόχρονα τόσο η ενότητα όσο και η ανεξαρτησία μεταξύ των στοιχείων της πρότασης, καθ' ότι η διαδρομή λειτουργεί μεν ενοποιητικά, αλλά και ανεξάρτητα από τα κτίρια.


Οι αρχές σχεδιασμού πάνω στις οποίες εργαστήκαμε, είναι, πέραν της επέμβασης- διαδρομής, η χρήση βασικών αξόνων, η εκμετάλλευση των θεάσεων προς τη γύρω περιοχή, όπως και της μορφολογίας του εδάφους στο οικόπεδο. Πρόθεσή μας ήταν, μέσω των διαφόρων χειρισμών και της αξιοποίησης του φυσικού αναγλύφου, ο έλεγχος της θέασης προς το τελικό στόχο, η απόκρυψη του τελικού σκοπού της αναζήτησης, στοχεύοντας στην κλιμάκωση της έντασης της αποκάλυψης στον επισκέπτη. Κύρια μέριμνα κατά το σχεδιασμό αποτέλεσε η ενότητα κτιρίου και φυσικού περιβάλλοντος.


Βασικό συνθετικό εργαλείο για την οργάνωση των χώρων μας, πέρα από την έννοια της απουσίας, ήταν και η διαδικασία- στάδια κατάδυσης στη θάλασσα. Με βάση αυτά τα στάδια ορίσαμε τη σειρά κατά την οποία θα πρέπει να συναντά ο επισκέπτης τις βασικές λειτουργίες του κέντρου: πληροφόρηση-έρευνα-εκπαίδευση. Ο συνδυασμός τους συμβάλλει στην εκπλήρωση της τέταρτης και σημαντικότερης λειτουργίας, δηλαδή το να “εμπνεύσουμε” τους επισκέπτες ανεξαρτήτως υποβάθρου, να καταδυθούν.

Η πορεία μέσα απ' τη συνολική παρέμβαση, χωρίζεται σε τέσσερις ενότητες που τις χαρακτηρίζουν διαδοχικά τα εξής: το φυσικό στοιχείο, η καθαρή γεωμετρία των κτιριακών όγκων, η γραμμική διαδρομή και η κορύφωση στο τέλος της πορείας.


Ο επισκέπτης ξεκινά από το μικρό διαμορφωμένο πλάτωμα κοντά στο δρόμο, προσεγγίζοντας την αρχή της διαδρομής και έχοντας εποπτεία της περιοχής. Στο σημείο αυτό, βρίσκεται κανείς σε πιο ψηλή στάθμη από την υπόλοιπη σύνθεση, καθώς το κτίριο “κρύβεται” απ’ τη φυσική τοπογραφία, αφήνοντας μόνο ένα μικρό μέρος του εμφανές, υποδεικνύοντας έτσι και τη συνέχεια της διαδρομής.

Προχωρώντας, στην ισόγεια στάθμη στεγάζεται το ερευνητικό κέντρο, ενώ στη συνέχεια ο επισκέπτης κατευθύνεται μέσω μιας κεντρικής, μεταλλικής και κλειστής εκατέρωθεν σκάλας στην υπόγεια στάθμη, που αποτελεί και τον κύριο εκθεσιακό χώρο του μουσείου. Το υπόγειο “δωμάτιο” αποκαλύπτεται συνολικά στον επισκέπτη στο τέλος της σκάλας. Πρόκειται για έναν ημιυπαίθριο, ελεύθερο χώρο με κυκλικά υποστυλώματα. Βασικό χαρακτηριστικό είναι εδώ ο ήχος του νερού στη περιμετρική δεξαμενή και το περιορισμένο φως που φτάνει από την επιφάνεια, διαθλώμενο στις αδρές επιφάνειες των τοιχίων από θραπιναριστό σκυρόδεμα και στην επιφάνεια του νερού.



Βγαίνοντας πάλι στην επιφάνεια, ο επισκέπτης βρίσκεται πλαισιωμένος από δύο γραμμικά τοιχία που αναπόφευκτα δίνουν κατεύθυνση κίνησης και βλέμματος. Έχοντας πλέον γνώση του αρχαιολ. πλούτου που υπάρχει, ο επισκέπτης συνεχίζει προς το τέλος της τελετουργικής, γραμμικής πορείας. Η διαδρομή καταλήγει σε μια καθοδική κλίμακα που οδηγεί στο σημείο “υπό του μηδενός”, στην τομή με τη θάλασσα. Κατεβαίνοντας στα -2,00 μέτρα από την επιφάνεια, η διαμόρφωση αποτελεί στην ουσία ένα παράθυρο στο πυθμένα της θάλασσας και χωρίς να επικεντρώνει σε κάτι συγκεκριμένο , εντείνει ακόμη περισσότερο την αίσθηση της απουσίας.

Στη συνέχεια ο επισκέπτης επιστρέφει ή κατευθύνεται στο καταδυτικό κέντρο. Την είσοδο στο κτίριο σηματοδοτεί μια μικρή πλατεία πάνω από το φυσικό ανάγλυφο και τη θάλασσα. Μέσω του καταδυτικού κέντρου ο καταδυόμενος πια επισκέπτης οδηγείται μέσω ράμπας στο φυσικό έδαφος και τις πλωτές αποβάθρες, οι οποίες αφενός σχηματίζουν προστατευμένο χώρο εκπαίδευσης και αφετέρου το σημείο αναχώρησης των καταδυομένων με σκάφος για τις τοποθεσίες των ναυαγίων.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα κτίριο το οποίο εντάσσεται στο περιβάλλον του χωρίς να το διαταράσσει. Μέσα από μια αυστηρή, γεωμετρική μορφή, την ενσωμάτωση της έννοιας της απουσίας και τους χειρισμούς ως προς την τοπιακή επέμβαση, η πρόταση μας δίνει ένα αρμονικό αποτέλεσμα που εντάσσεται στην τοπική κλίμακα και δεν της επιβάλλεται. Απευθυνόμενοι τέλος, στο ευρύ κοινό κι όχι μόνο στο εξειδικευμένο, δημιουργούμε μια πρόταση- αισθητηριακή εμπειρία που μέσω της τελετουργικής μετάβασης στους χώρους, εσωτερικούς και εξωτερικούς, καλεί τον επισκέπτη να καταδυθεί και να δει από κοντά τον πλούτο των ελληνικών θαλασσών.