Κ001.19 R O O M S to live, to grow, to love | Μέρος Β


R O O M S to live, to grow, to love
αφήγηση σε δύο μέρη

Ευφροσύνη Τσακίρη, Δρ. αρχιτέκτονας μηχανικός, πολεοδόμος (ΕΜΠ, UCL), συμβασιούχα διδάσκουσα ΕΣΠΑ, Τμήμα Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής , Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, eftsakiri@uniwa.gr


Εισαγωγή

Αντικείμενό της αφήγησης είναι η συσχέτιση λειτουργίας – ιδιαιτερότητας, η συνομιλία του ‘πρακτικού’ με το ‘ποιητικό’, του υλικού και γεωμετρικού με το άυλο, η σύνδεση του ‘σώματος’ με την ‘ψυχή’ στην κατοικία. Μέσα της αφήγησης είναι η αρχιτεκτονική, η λογοτεχνία, η ζωγραφική, ο κινηματογράφος. Διττός στόχος της είναι: Αφενός η εξοικείωση με πολύσημες αφαιρετικές έννοιες που εμφανίζονται σε σχεσιακά χωρικά δίπολα, όπως μέσα–έξω, πάνω–κάτω, μικρό–μεγάλο, κίνηση–στάση, και σε όρους, όπως όρια, φίλτρα, συνδέσεις. Αφετέρου η δόμηση ενός γνωσιολογικού πλαισίου που θα εκκινεί από το υπαρξιακό επίπεδο της βαθύτερης οντολογίας και της ψυχολογικής σημασιοδότησης του χώρου κατοίκησης, θα καταλήγει στις σύγχρονες, ρεαλιστικές απαιτήσεις και θα οδηγεί στην επιλογή των κατάλληλων μέσων για τον σχεδιασμό λειτουργικών κατοικιών με ιδιαίτερη ταυτότητα και στην κατασκευή μιας προσωπικής γλώσσας για την αυτοέκφραση του κάθε δημιουργού.

Η κατοικία αποτελεί πρωταρχικό και σημαντικό χώρο για το άτομο. Είναι ο μικρόκοσμός του, το προστατευτικό του κέλυφος, το εφαλτήριο της δράσης του, η υλική έκφραση της ταυτότητας και προσωπικότητάς του. Tι συμβαίνει μέσα από την πρόσοψη, στο εσωτερικό της; Πώς διαρθρώνεται αυτός ο ιδιαίτερος μικρόκοσμος;

Είναι δεδομένο ότι πέραν της προφανέστατης ανάγκης για λειτουργικότητα, υπάρχει μια υπαρξιακή νομοτέλεια στην οποία οφείλει να απαντά –ή να σχεδιάζεται– μια κατοικία.

Στο ΜΕΡΟΣ Α της αφήγησης θα σκιαγραφήσουμε το πλαίσιο αρχετυπικών αξιών που διέπουν την κατοίκηση, τον υπαρξιακό της σκελετό. Ποιοι είναι οι όροι της υπαρξιακής χωρικής σύνταξης της κατοικίας και ποια η ποιητική σημασία της κάθε γεωμετρικής της ιδιότητας; Τι συνδημιουργούν, για παράδειγμα, τα διπολικά ζεύγη μέσα – έξω, πάνω – κάτω; Mε μέσο την φαινομενολογία και οδηγό κείμενα, όπως η Ποιητική του Χώρου του Γάλλου φιλοσόφου Gaston Bachelard, λογοτεχνικά, κινηματογραφικά, ζωγραφικά, αλλά και αρχιτεκτονικά έργα, θα καταδυθούμε στα ποιητικά ενδότερα της κατοίκησης, προκειμένου να ανασύρουμε την υπαρξιακή ταυτότητα της κατοικίας.

Στο ΜΕΡΟΣ Β θα αναζητήσουμε τα διττά, υπαρξιακά και λειτουργικά χαρακτηριστικά κάθε δωματίου, δομικού λίθου της κατοίκησης και θα διερευνήσουμε το πώς συνομιλούν η λειτουργικότητα και η τυποποίηση της κοινής κατοικίας με την ιδιαιτερότητα, μοναδικότητα, πρωτοτυπία ακόμη και ‘ιδιορρυθμία’ κατοικιών που χαρακτηρίζονται από έντονη ατμόσφαιρα και προκαλούν για τον λόγο αυτό αίσθηση. Πώς συμβιβάζονται οι προσωπικές ανάγκες και τα ‘γούστα’ με τα κοινά παραδεκτά πρότυπα κατοίκησης που κυρίως χρησιμοποιούνται σήμερα. Θα δείξουμε μέσα από παραδείγματα μοντέρνας, σύγχρονης, και τοπικής αρχιτεκτονικής που υπαγορεύονται από διαφορετικές κάθε φορά ιδεολογίες, πολιτισμικές αξίες και πρότυπα, ότι παρά το αναμφισβήτητο και επωφελές γεγονός της τυποποίησης, υπάρχουν καθ’ όλο τον χώρο και χρόνο της αρχιτεκτονικής αξιόλογες κατοικίες και δωμάτια, που έχουν σχεδιαστεί στη βάση αυτών των όρων, που πετυχαίνουν να συνδυάσουν την λειτουργικότητα και την ιδιαιτερότητα και για τον λόγο αυτό αποτελούν σήμερα πρότυπα προς μίμηση. 

Μ Ε Ρ Ο Σ  Β

Δωμάτια, οι δομικοί λίθοι της κατοικίας: part 1 (εισαγωγή στην εξέλιξη της κατοικίας, μπάνιο, υπνοδωμάτιο)

Η τομή στην χρόνο της ιστορίας των δωματίων

Με την έλευση του Μοντέρνου Κινήματος στις αρχές του 20ο αιώνα σε Ευρώπη και Αμερική επέρχεται μια επανάσταση στον σχεδιασμό του σπιτιού: ‘’ανακαλύπτονται τα δωμάτια’’. Αν αυτή η φράση ακούγεται σήμερα παράξενη και ανοίκεια, τότε δεν ήταν –και αυτό οφείλεται στο ότι μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα για τον πολύ κόσμο που ζούσε στις πόλεις και δεν ανήκε στις τάξεις των ευγενών, πολλά από τα δωμάτια που σήμερα αποτελούν δεδομένα μιας κοινής, σύγχρονης κατοικίας ήταν ανύπαρκτα. Στην Βικτωριανή Αγγλία και σε μητροπόλεις όπως το Λονδίνο, τα σπίτια με δωμάτια ήταν προνόμιο της ανώτερης, ίσως σε κάποιες περιπτώσεις και της μεσαίας τάξης. Αντιθέτως η εργατική τάξη, ο λαός, στεγάζονταν ομαδικά σε μονόχωρα ‘διαμερίσματα’, πολλές φορές μάλιστα συνωστίζονταν σε ανθυγιεινά παραπήγματα [1] ή σε ασκεπείς χώρους με εφήμερα στέγαστρα. Στο Παρίσι του 19ου αιώνα οι εύποροι ζούσαν σε αρχοντικά που ονομάζονταν hôtels privés, ενώ ο λαός συνωστίζονταν ο ένας πάνω στον άλλο σε εξαώροφες οικοδομές: οι πλουσιότεροι κατοικούσαν στους χαμηλότερους ορόφους, οι φτωχότεροι στους ψηλότερους με αποκορύφωμα τη σοφίτα, όπου οι κατοικίες ήταν πολύ φτωχικές. Χώροι υγιεινής, κουζίνες και μπάνια, ήταν κοινά για κάθε όροφο, ενώ στη σοφίτα συχνά δεν υπήρχαν καθόλου [2]. Στην Νέα Υόρκη οι συνθήκες διαβίωσης δεν διέφεραν και πολύ. Όπως δείχνει ο χάρτης καταγραφής των υγειονομικών συνθηκών για την 4η πτέρυγα, ένα μεγάλο μέρος των καταλυμάτων δεν πληρούσε τις βασικές προϋποθέσεις για την υγιή διαβίωση των κατοίκων (κίτρινα και κόκκινα) και οι υγροί χώροι (μπάνια και κουζίνες) είτε δεν επαρκούσαν, είτε δεν υπήρχαν καθόλου (εικόνα 1).
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα το μπάνιο εξακολουθεί να απουσιάζει από πολλά αστικά σπίτια, ενώ στην επαρχία τα αγροτικά σπίτια δεν το περιλαμβάνουν ακόμη και μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα (τη λειτουργία του μπάνιου αναλαμβάνει συνήθως κάποια πρόχειρη κατασκευή κρυμμένη στην πίσω αυλή). Η κουζίνα αποκτά την σύγχρονη μορφή της (με τα εντοιχισμένα ντουλάπια και τα τυποποιημένα σκεύη) την 3η δεκαετία του 20ου αιώνα, και ιδιωτικά υπνοδωμάτια εμφανίζονται ως μέρη μιας τυπικής κατοικίας τον 19ο αιώνα. Επομένως αναφερόμενοι στα «δωμάτια ως δομικούς λίθους της κατοικίας», θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αναφερόμαστε σε μια σύγχρονη συνθήκη, η απαρχή της οποίας συνιστά μια τομή στον χρόνο και προσδιορίζει τον μοντέρνο σε αντιδιαστολή με τον προ–μοντέρνο τρόπο κατοίκησης και τρόπο λειτουργίας μιας κατοικίας. Όπως θα διαπιστώσουμε όμως παρακάτω, η ιστορία καθενός από τα δωμάτια – δομικούς λίθους εκκινεί από πολύ παλαιότερα (σε αρκετούς πολιτισμούς από την αρχαιότητα), αλλά η σύνταξη τους στο συγκρότημα της μοντέρνας κατοικίας είναι αυτό που προσδιορίζει την τομή και είναι πρόσφατη.

Εικόνα 1: τα slams στο Λονδίνο του 19ου αιώνα (πάνω αριστερά), η τυπική διάταξη μιας πολυώροφης κατοικίας στο Παρίσι και η αντίστοιχη κοινωνική διαστρωμάτωση (δεξιά), υγειονομικές συνθήκες στην Νέα Υόρκη του 19ου αιώνα (κάτω αριστερά) [3].





Η μοντέρνα και το σύγχρονη σύνταξη της κατοικίας

Στις αρχές του 20ου αιώνα το μοντέρνο κίνημα μάχεται να γεφυρώσει τα χάσματα, να αμβλύνει τις ανισότητες και να εξασφαλίσει για όλο τον κόσμο το δικαίωμα κατοίκησης σε ένα λειτουργικό σπίτι με δωμάτια. Η κατοικία αντιμετωπίζεται και σχεδιάζεται ως μια ‘μηχανή για τη ζωή’, φιλοσοφία που εστιάζοντας στην μεγιστοποίηση της λειτουργικότητας και εργονομίας του χώρου, αναπόφευκτα φέρνει την τυποποίηση και χάνεται η ιδιαιτερότητα που είχαν παλαιότερα κάποιοι παραδοσιακοί οικιακοί χώροι, όσον αφορά την αρχιτεκτονική και την ατμόσφαιρά τους. Αυτό συμβαίνει κυρίως στη μαζική δόμηση και τις πολυκατοικίες, όπου εφαρμόζονται συγκεκριμένοι τύποι που επειδή είναι πιο λειτουργικοί, σταδιακά υπερισχύουν. Ο πειραματισμός στην αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων εντοπίζεται σε μεμονωμένες περιπτώσεις σε κατοικίες κυρίως της ανώτερης τάξης, στις μονοκατοικίες, τις βίλες και τα εξοχικά. Εκεί ανακαλύπτουμε ένα πλούσιο ρεπερτόριο ιδεών και μορφών που εξελισσόμενα προάγουν την ιδέα της κατοικίας σε πρωτοπόρους δρόμους. Οι μεθερμηνείες παλαιών τύπων με νέα υλικά και σύγχρονη αισθητική (όπως η μεταγραφή στοιχείων της αρχαιότητας, του μεσαίωνα, της αναγέννησης, του μπαρόκ), αλλά και η αμφισβήτηση των συντακτικών νόμων (στην αποδόμηση) χαρακτηρίζουν την σύγχρονη αρχιτεκτονική στα τέλη του 20ου αιώνα.

Στην αυγή του 21ου αιώνα η σύνταξη της κατοικίας αλλάζει ριζικά. Όχι μόνο επαναπροσδιορίζεται το περιεχόμενο των δωματίων (νοηματικό και λειτουργικό), αλλά μεταβάλλονται και οι σχέσεις μεταξύ τους. Η σύγχρονη κατοικία δεν περιλαμβάνει πλέον δωμάτια με τις κοινές ονομασίες που τα γνωρίσαμε (υπνοδωμάτιο, κουζίνα, καθιστικό, κ.ο,κ.), αντιθέτως στεγάζει ή –κατά το ορθότερο, ‘εξυπηρετεί’ λειτουργίες κατοίκησης. Κύριο χαρακτηριστικό της οικιστικής αρχιτεκτονικής του 21ου αιώνα γίνεται η αλληλεπικάλυψη και αλληλοεισχώρηση των λειτουργιών και των μορφών, όπως, για παράδειγμα, στον υπαίθριο χώρο και τον εξώστη που μεταφέρονται στο εσωτερικό της κατοικίας, στους πολυμορφικούς χώρους που μπορούν να αλλάζουν μορφή συνεχώς ανάλογα με τις λειτουργίες που καλούνται να εξυπηρετήσουν, στις διαστάσεις που αλλάζουν, στις πολλαπλές κλίμακες, κ.ο.κ. Έτσι, βλέπουμε, για παράδειγμα, τον κήπο να εισχωρεί στα διαδοχικά κελύφη του House Ν του Sou Fujimoto, να διαμορφώνει τον ενδιάμεσο συνδετικό χώρο μεταξύ των δωματίων – κτιριακών μονάδων στο Moriyama House των Sanaa, Srejima & Nishizawa, τους εξώστες να διαμορφώνουν μια ενδιάμεση ζώνη στην οποία οι προσβάσεις, οπτικές και φυσικές αλληλοεισχωρούν στο House H των HAO Design, ή βλέπουν σε έναν ενδιάμεσο, κλειστό και συνάμα υπαίθριο χώρο στο Arch House των FRARI, τα δωμάτια να μετασχηματίζονται σε μετακινούμενα κουτιά που τοποθετούνται σε ένα κέλυφος στο Naked House του Shigeru Ban, ή να απουσιάζουν και η γνώριμη κλίμακα των οικιακών αυτών χώρων να μετατρέπεται σε κλίμακα λειτουργιών (σε κλίμακα χώρων που εξασφαλίζουν μόνο τα ουσιώδη στοιχεία κάθε λειτουργίας) στο πολυμορφικό Wooden House του Sou Fujimoto, κ.ο.κ. (εικόνες 2α, 2β).

Εικόνα 2α: τυπική κάτοψη στη μαζική δόμηση του 20ου αιώνα, το διαμέρισμα και το κτίριο ως ‘μηχανή’ (πάνω αριστερά), House Ν, Sou Fujimoto 2008 (δεξιά), Moriyama House, Sanaa, Srejima & Nishizawa 2005 (μέση), House H, HAO Design 2016 (κάτω) [4].














Εικόνα 2β: Arch House, FRARI architecture network 2018, Naked House, Shigeru Ban 2000, Wooden House, Sou Fujimoto 2006 [5].




Παρακάτω θα ακολουθήσουμε την εξελικτική πορεία της κατοικίας μέσα από την παρουσίαση καθενός από τους δομικούς λίθους της, τα δωμάτια, από την προϊστορία μέχρι τον 20ο αιώνα προσθέτοντας αναφορές σε διάφορους πολιτισμούς πέραν του δυτικοευρωπαϊκού.

Μπάνιο: χώρος περισυλλογής και κάθαρσης, χώρος απόλαυσης και χαλάρωσης.

Την δεκαετία του ‘80 κυκλοφορεί στην Αγγλία μια πολύ ιδιαίτερη ταινία, από έναν πολύ ιδιαίτερο σκηνοθέτη: Πρόκειται για τα 26 μπάνια του Peter Greenaway. Με την πρωτότυπη σκηνοθετική ματιά του ο Greenaway εστιάζει στον τρόπο που η αρχιτεκτονική του προσωπικού αυτού χώρου στεγάζει τα ανθρώπινα πάθη και επιθυμίες. Η ταινία 26 bathrooms London and Oxfordshire (1985) είναι ένα ντοκιμαντέρ για το μπάνιο που μεταμφιέζεται σε ποικίλα πρόσωπα, γίνεται χώρος προσωπικός, μυστικός, χώρος χαλάρωσης, απόλαυσης, ερωτισμού και άνεσης, αλλά και χώρος κοινωνικής συναναστροφής, χώρος που εξυπηρετεί και προσαρμόζεται σε πολλές διαφορετικές ανάγκες. Δύο μπάνια μαζί για το ζευγάρι, χώρος γυμναστικής, πρωϊνό στο μπάνιο, γκαρνταρόμπα, κ.ο.κ. Και υπάρχουν συγκεκριμένα υλικά, έπιπλα, αντικείμενα, χωρικές δομές που του ταιριάζουν: ο καθρέφτης, το μεγάλο παράθυρο στη φύση, τα ερμάρια, το ανάκλιντρο, τα φυτά, τα βιβλία, προσωπικά και αγαπημένα αντικείμενα, τακτοποιημένα στα ράφια ή κρυμμένα, παραχωμένα στα συρτάρια... Το μεγάλο, ευρύχωρο μπάνιο είναι ιδιαίτερος χώρος που στεγάζει πολλές ανάγκες, όσο και το ελάχιστων διαστάσεων μικρό μπάνιο που ο χρήστης κρύβεται και απομονώνεται.

Ο χώρος του μπάνιου όμως κρύβει και ένα μυστήριο, είναι φορτισμένος με μια ‘κατάρα’. Το μπάνιο, είναι ένα άδυτο και η καταπάτησή του φέρνει την τιμωρία. Η σκηνή στο μπάνιο, από την ταινία Η κραυγή του Stanley Kubrick έχει αυτό το νόημα: Ο άντρας εισχωρεί απρόσκλητος στο μπάνιο και βρίσκει εκεί μια γυμνή, αισθησιακή γυναίκα να λούζεται. Η γυναίκα τον πλησιάζει, φιλιούνται, αλλά τότε η πανέμορφη νεαρή ύπαρξη μετατρέπεται σε εφιαλτική γριά ζόμπι, υπενθυμίζοντας στον άνδρα ότι καταπάτησε μια ιερή περιοχή. Το μπάνιο είναι ο πιο προσωπικός χώρος του ανθρώπου, ο χώρος που βρίσκεται πιο κοντά στο σώμα του και κυρίως ο χώρος που η ομορφιά και η ασχήμια συναντιούνται και συμφιλιώνονται… (εικόνα 3)

Εικόνα 3: 26 bathrooms (Peter Greenaway, 1985), The Shining (Stanley Kubrick, 1980).


Ο όρος «μπάνιο» που περιλαμβάνει το λουτρό και το αποχωρητήριο είναι αρκετά σύγχρονος, καθώς στην αρχαιότητα αυτές και άλλες λειτουργίες του σύγχρονου μπάνιου δεν γινόντουσαν απαραίτητα στον ίδιο χώρο και επιπλέον το μπάνιο δεν αποτελούσε τυπικό μέρος κάθε κατοικίας.

Στην αρχαιότητα η περιποίηση και ο καλλωπισμός του σώματος γινόταν σε δημόσιους χώρους, τα λουτρά, κτίσματα, δηλαδή, που περιλάμβαναν εκτός από υγρούς χώρους, δωμάτια διαλέξεων, κήπους, εστιατόρια, βιβλιοθήκες, γυμναστήρια, κ.ά. Το λουτρό ήταν χώρος με ιερή, θρησκευτική, μαγική και ιαματική λειτουργία. Σε αυτόν γίνονταν τελετές κάθαρσης του σώματος και της ψυχής. Στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό επικρατούσαν τα θερμά λουτρά (θέρμες), ενώ στην Ασία υπήρχαν και κρύα. Τα ρωμαϊκά λουτρά ήταν περίστυλοι χώροι που οργανώνονταν περιμετρικά σε θερμαινόμενες, ορθογώνιες, κυκλικές και ελλειπτικές γούρνες σε χαμηλότερη στάθμη και σε θέσεις ανάπαυσης. Η ιδιαίτερη αισθητική και η χαλαρωτική ατμόσφαιρα που επιτυγχάνονταν με τα πολυτελή διακοσμητικά στοιχεία, τα κεραμικά πλακίδια, τα περίτεχνα χρώματα και σχήματα, τον χαμηλό φωτισμό και το παιχνίδι φωτός και σκιάς, ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά τους. Το χαμάμ που συναντούμε στον αραβικό και ανατολίτικο πολιτισμό αποτελεί παρόμοιο χώρο πολιτιστικής και κοινωνικής σημαντικότητας, η παρουσία και η μεγαλοπρέπεια του οποίου είναι ένδειξη ενός κοσμοπολίτικου αστικού περιβάλλοντος. Η παράδοση του λουτρού που σταματά για λίγο στην Ευρώπη, επανέρχεται με δάνεια από τον ανατολίτικο πολιτισμό. Αν και κάποιες αριστοκρατικές κατοικίες στην αρχαιότητα είχαν δικό τους λουτρό με ειδικές εγκαταστάσεις θέρμανσης του νερού, μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οι άνθρωποι στις οικίες τους πλενόντουσαν συνήθως τοπικά στο λαβομάνο (lavamano). Στις βίλλες του Palladio, για παράδειγμα, δεν υπάρχει πουθενά σχεδιασμένος χώρος για λουτρό. Το ολόσωμο λουτρό γινόταν μέσα σε μια σκάφη, την οποία μετέφεραν σε κάποιο βοηθητικό δωμάτιο ή στην κρεβατοκάμαρα, στην περίπτωση που κάποιος χρειαζόταν να πλυθεί ολόκληρος.

Στον Μεσαίωνα υπήρχαν πολλά λουτρά, αλλά από τον 16ο αιώνα στην Αγγλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες η χρήση του δημόσιου λουτρού ατονεί, αφενός καθώς αυτή συνδέεται με τους οίκους ανοχής, αφετέρου καθώς στα μεγάλα αστικά κέντρα το καθαρό νερό δεν επαρκεί [6]. Τον 16ο αιώνα ο βασιλιάς Ερρίκος ο 8ος διατάσσει την παύση λειτουργίας των δημόσιων λουτρών θεωρώντας ότι αποτελούν πηγή ασθενιών. Αντί του μπάνιου υιοθετείται η χρήση λινών εσωρούχων που άλλαζαν συχνά για να διατηρήσουν καθαρό το σώμα. Το λευκό έγινε τότε σύμβολο της καθαρότητας και της πολυτέλειας.

Σημαντική επιρροή στον πολιτισμό του λουτρού αποτελεί και η Ιαπωνία, στην οποία η τελετουργία του λουτρού, ιδιαίτερα διαδεδομένη στον Μεσαίωνα, έχει θρησκευτικές, θεραπευτικές και κοινωνικές συμπαραδηλώσεις. Το ιαπωνικό σκεύος για το μπάνιο ονομάζεται furo και είναι ένα ξύλινο, ορθογώνιο ή κυκλικό, μεταφερόμενο δοχείο, στο οποίο ρίχνουν ζεστό νερό, βρίσκεται δε σε πολλά ιαπωνικά σπίτια ακόμη και σήμερα. Υπήρχαν παλαιότερα και σιδερένια furo, τα οποία θέρμαιναν κάτω από την βάση. Το furo είναι μέρος της ιαπωνικής τελετουργίας του μπάνιου, η οποία έχει περισσότερο το νόημα της χαλάρωσης και της ζέστης, παρά της καθαριότητας. Το μπάνιο για καθαριότητα συνήθως γίνεται σε άλλο χώρο και στο furo εισέρχεται ο λουόμενος αφού έχει πρώτα καθαριστεί. Το furo μπορεί να βρίσκεται και σε εξωτερικό χώρο, μέσα στους υπέροχους ιαπωνικούς κήπους (εικόνα 4).

Εικόνα 4: Ρωμαϊκά λουτρά (πάνω και αριστερά), ιαπωνικό furo Syokokuji Senmyo του 1400 σε αναπαράσταση και ιαπωνικά λουτρά (κάτω δεξιά) [7].



Το αποχωρητήριο ως ειδικός χώρος υπήρχε από την αυγή του πολιτισμού και την δημιουργία των πρώτων οικισμών. Στον Ρωμαϊκό πολιτισμό αποτελούσε ως επί το πλείστο δημόσιο χώρο σε συσχέτιση ή όχι με τα λουτρά, στον οποίο συναντώντουσαν οι πολίτες και συζητούσαν. Κατά τον Μεσαίωνα δημιουργήθηκαν ιδιωτικά αποχωρητήρια, μικρά προσαρτήματα στον εξωτερικό τοίχο των σπιτιών των ευγενών (garderobes) με κατακόρυφη αποχέτευση που κατέληγε στο δημόσιο αποχετευτικό σύστημα. Οι χώροι αυτοί έμοιαζαν με μικρές ντουλάπες που φύλασσαν ρούχα. Σε καστρο–οικισμούς και αγροικίες το αποχωρητήριο ήταν συνήθως μια τρύπα σε μια ξύλινη τάβλα που οδηγούσε στον στάβλο, στα παλάτια ένα μετακινούμενο έπιπλο. Η μεσαία τάξη είχε ειδικά έπιπλα – λεκάνες που άδειαζαν στον δρόμο ή το ποτάμι, ενώ ο λαός εξυπηρετούνταν συνήθως στα δημόσια αποχωρητήρια που τοποθετούνταν σε γέφυρες πάνω από ποτάμια.

Η τουαλέτα με καζανάκι πρωτοανακαλύφθηκε στην Αγγλία το 1596 από τον ποιητή Sir John Harrington, αλλά δεν είχε ευρεία διάδοση. Πέρασαν δύο αιώνες μέχρι την ανακάλυψη της τουαλέτας όπως περίπου τη γνωρίζουμε σήμερα (το 1775 από τον Alexander Cummings). Στη γεωργιανή εποχή η τουαλέτα εξακολουθεί να είναι ένα πολυτελές έπιπλο με υφασμάτινη επένδυση που χρησιμοποιείται στην κρεβατοκάμαρα, ακόμη και κατά τη διάρκεια κοινωνικών συνευρέσεων. Η λέξη «τουαλέτα» που προσδιορίζει τόσο το αποχωρητήριο όσο και την διαδικασία καλλωπισμού ή το ακριβό ρούχο, έλκει την καταγωγή της από εκεί [8]. Ο τρόπος που ήταν φτιαγμένα τα ρούχα (με μακριά σακάκια και φουρό) εξασφάλιζε στους χρήστες των τουαλετών ένα είδος σωματικής ιδιωτικότητας. Στην βιομηχανική επανάσταση τα περισσότερα αστικά σπίτια δεν είχαν αποχωρητήριο και εξυπηρετούσαν τις ανάγκες τους σε κοινούς χώρους στις πίσω αυλές, όπου συνήθως οι κάτοικοι περίμεναν σε ουρές [9]. Τον 19ο αιώνα στην Αγγλία δημιουργήθηκαν κάποιοι τύποι στεγασμένων δημόσιων αποχωρητηρίων που όμως δεν συνδέονταν με κεντρικό σύστημα αποχέτευσης και για τον λόγο αυτό ήταν δύσοσμοι, δύσχρηστοι και ανθυγιεινοί [10]. Στην ύπαιθρο, στα αγροτικά σπίτια, το αποχωρητήριο βρισκόταν στην αυλή ακόμη και μέχρι τα μέση του 20ου αιώνα (εικόνα 5).

Εικόνα 5: Ρωμαϊκό αποχωρητήριο (πάνω και αριστερά), μεσαιωνική garderobe (πάνω δεξιά), αποχωρητήρια σε γέφυρα, εδώ η London Bridge (μέση αριστερά), πρώτη τουαλέτα με καζανάκι του Harrington (μέσο), δημόσια τουαλέτα στη βιομηχανική Αγγλία (μέσο δεξιά), η τουαλέτα της Μαρίας Αντουανέτας (κάτω αριστερά), η τουαλέτα ως έπιπλο σε κοινωνικές συνευρέσεις (κάτω δεξιά) [11].


Η τομή στην ιστορία του μπάνιου συμπίπτει χρονικά με την δημιουργία αποτελεσματικών αποχετευτικών συστημάτων στα μεγάλα αστικά κέντρα που επέτρεπαν την δημιουργία υγρών χώρων μέσα στις κατοικίες. Ο συνδυασμός λουτρού και αποχωρητηρίου σε κοινό χώρο ξεκινά κατά την Βικτωριανή εποχή στην Αγγλία με την μετατροπή ενός χώρου δίπλα στην κρεβατοκάμαρα, ή του χώρου κάτω από την σκάλα [12]. Το μπάνιο αποκτά τώρα μια νέα σημαντικότητα και γίνεται, με αυτή την νέα του διττή λειτουργία, δομικός λίθος και σύμβολο της μοντέρνας κατοικίας. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη διαδραματίζει τόσο η τεχνολογία που παράγει είδη υγιεινής με σύγχρονες προδιαγραφές, όσο και ‘πολιτιστικά δάνεια’ από παραδόσεις, στις οποίες τόσο το λουτρό, όσο και το αποχωρητήριο, θεωρούνται χώροι ιεροί, χώροι  των αισθήσεων με ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Στο δοκίμιο περί της Ιαπωνικής οικιστικής αρχιτεκτονικής Praise of Shadows (Εγκώμιο της Σκιάς) του Junichirō Tanizaki (1933), παρατίθεται μια εκπληκτική περιγραφή ενός αποχωρητηρίου που από χώρος απωθημένος ανάγεται σε χώρο μυστικισμού: το αποχωρητήριο, ένα μικρό, ξύλινο κουτί, τοποθετείται στο βάθος ενός ιαπωνικού κήπου, μέσα στην φύση και συγκρίνεται με έναν ναό, τον ναό του ανθρώπινου σώματος και τον τόπο του εξαγνισμού του. 

Ο Α. Macfarlane εξηγεί ότι το αποχωρητήριο στον Ιαπωνικό πολιτισμό αποτελεί ένα εξαιρετικά καθαρό και περιποιημένο χώρο με συμπαραδηλώσεις ιερότητας που φαίνονται στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του ταυτότητα, την τοποθέτησή του στο εσωτερικό ή το εξωτερικό του σπιτιού, πάντα σε πανέμορφο φυσικό περιβάλλον, στον κήπο ή στην άκρη ενός εξώστη, και την πολυτέλεια των υλικών κατασκευής και των σκευών του [13]. Στον δυτικό τρόπο σκέψης, η ιδέα του αισθησιακού ιαπωνικού μπάνιου, αλλά και των εξίσου ατμοσφαιρικών ανατολίτικων λουτρών μετεγγράφονται σε έργα, όπως το μπάνιο της Villa Savoye του Le Corbusier που εγκαινίασε μια νέα εποχή στον σχεδιασμό του φέρνοντας μέσα το φως και μετατρέποντας το μπάνιο από σκοτεινό χώρο ανάγκης σε χώρο χαλάρωσης, σε φωτεινό και αισθησιακό χώρο απόλαυσης [14]. Το μεγάλο παράθυρο και η ξαπλώστρα έγιναν συνώνυμα του εκσυγχρονισμένου μπάνιου, ένα μοντέρνο αρχέτυπο που ακόμη και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί πρότυπο στον σχεδιασμό του μπάνιου. Το 1960 ξεκινά μια εντατική διερεύνηση του μπάνιου που αφορά στα ανθρωπομετρικά του δεδομένα, τις διαστάσεις και την εργονομία του. Ο Alexander Kira το 1979 εκδίδει το βιβλίο του μπάνιου (The Bathroom Book) με αναλυτικές περιγραφές για την επίπλωσή του (εικόνα 6).


Εικόνα 6: Παραδοσιακό Ιαπωνικό αποχωρητήριο, εντός και εκτός της κατοικίας (πάνω), το μπάνιο της Villa Savoye του Le Corbusier (κάτω αριστερά), εικόνες από το βιβλίο του Alexander Kira για το μπάνιο [15].


Υπνοδωμάτιο: μήτρα, σπηλιά, σύμβολο της γέννησης, του έρωτα, του ονείρου, του θανάτου

Η τυπική περιγραφή ενός σύγχρονου υπνοδωματίου αναφέρει: ‘είναι ιδιωτικός, στεγασμένος χώρος που περιλαμβάνει ένα ή δύο κρεββάτια με στρώματα, μαξιλάρια και σκεπάσματα, ντουλάπα ρούχων, κομοδίνο, λαμπατέρ, καρέκλα ή πολυθρόνα, τραπεζάκι τουαλέτας, και κάποιες συσκευές, όπως κυρίως τηλεόραση’. Η περιγραφή αφορά ένα πολύ μικρό ποσοστό υπνοδωματίων που περιορίζεται χρονικά και χωρικά, έχει, με άλλα λόγια, ιστορία λίγο περισσότερο από έναν αιώνα και συναντάται κυρίως στον δυτικό πολιτισμό. Είναι δε σήμερα επιπλέον αρκετά ξεπερασμένη, καθώς οι πολλαπλές δυνατότητες του σχεδιασμού εσωτερικών χώρων αποκαλύπτουν μυριάδες εκδοχών που δεν συμφωνούν με την παραπάνω περιγραφή. Κάνοντας μια γρήγορη αναφορά σε υπνοδωμάτια άλλων πολιτισμών και άλλων εποχών διαπιστώνουμε ότι ο χώρος δεν ήταν πάντα ιδιωτικός, ούτε όμως αποτελούνταν και από ένα μόνο δωμάτιο, αλλά περισσότερα, η χρήση του δεν ήταν μόνο ο ύπνος και η περιποίηση, σε κάποιες περιπτώσεις το υπνοδωμάτιο είναι υπαίθριο ή τμήμα της σοφίτας και ακόμη το κρεββάτι, το στρώμα, τα μαξιλάρια, αλλά και τα περισσότερα σύγχρονα έπιπλα, αποτελούν σχετικά πρόσφατες προσθήκες.

Αν συγκρίνουμε την ελληνική και την αγγλική λέξη για το υπνοδωμάτιο διαπιστώνουμε ότι και οι δύο περιγράφουν τον ύπνο, η μεν πρώτη τη διαδικασία και η δεύτερη το υλικό μέρος, δηλαδή την επίπλωση. Η διαδικασία του ύπνου και το υλικό του ανάλογο όμως δεν αναφέρονται πάντα και μόνο σε αυτόν, αλλά και άλλες (πολιτιστικά λιγότερο ή περισσότερο συμβατές με το υπνοδωμάτιο) δραστηριότητες του ανθρώπου, όπως η ξεκούραση, η σεξουαλική συνεύρεση, η συζήτηση, η τηλεθέαση, το κλείσιμο συμφωνιών (στην Αναγέννηση και το Μπαρόκ), το παιχνίδι, ο θηλασμός, η κατάκλιση λόγω αδιαθεσίας, η αναμονή του θανάτου. Το υπνοδωμάτιο ανά τις εποχές, τους πολιτισμούς και ανάλογα με την κοινωνική τάξη, έχει υιοθετήσει πλήθος χαρακτήρων πέραν του ύπνου: Στην πρόσφατη μόνο ιστορία του αποδίδεται ο χαρακτήρας του αισθησιακού χώρου, ενώ για παράδειγμα στον Μεσαίωνα κυρίαρχος χαρακτήρας ήταν κοινωνικός και οικονομικός. Μια ακόμη ενδιαφέρουσα διαπίστωση αφορά την έκφραση που σήμερα είναι προσωπική, ενώ παλαιότερα κοινωνική, αλλά αυτό που φαίνεται να παραμένει αμετάβλητο είναι ο πλούτος, η χλιδή και πολυτέλεια του υπνοδωματίου που αποτελούν πάντα δείκτη κοινωνικού στάτους και που εντοπίζονται αφενός στα μεγέθη (βλέπε για παράδειγμα τον χαρακτηρισμό king size bed), αφετέρου στα υλικά με κυρίαρχα τα απαλά, άνετα και μαλακά, όπως τα στρώματα, τα χαλιά, τα υφάσματα, τις κουρτίνες, κ.ά. (βλέπε για παράδειγμα το παραμύθι της πριγκίπισσας με το ρεβίθι).

Τα υπνοδωμάτια μέχρι πολύ πρόσφατα δεν είναι ατομικά, αλλά κοινά [16], καθώς η ιδιωτικότητα  που σήμερα θεωρούμε δεδομένη για το υπνοδωμάτιο και αρκετές από τις χρήσεις του, δεν αξιολογούνταν ως σημαντική ή απαραίτητη, ή απλά εφικτή για οικονομικούς λόγους. Στην προϊστορία και αρχαιότητα οι οικιακές δραστηριότητες γινόντουσαν όλες σε έναν κοινό χώρο, που σταδιακά μετεξελίχθηκε από σκηνή σε καλύβα και σάλα [17],στον οποίο τυπικά στο κέντρο υπήρχε η εστία και περιμετρικά τα ‘υπνοδωμάτια’ ένας ειδικά διαμορφωμένος χώρος με δάπεδο στρωμένο με δέρματα ή στρώματα και σε κάποιες περιπτώσεις διαχωρισμένος με κουρτίνες [18]. Παρόμοιες διατάξεις συναντώνται και σήμερα σε αρκετές παραδοσιακές κατοικίες, όπως τα ντιβάνια στα χωριάτικα σπίτια ή η κόγχες ύπνου στα παραδοσιακά σπίτια της Τυνησίας. Στον Ευρωπαϊκό Μεσαίωνα και την Αναγέννηση σε κατοικίες εύπορων υπήρχε και πάνω όροφος όπου κοιμόταν το ζευγάρι, αλλά και εδώ η ιδιωτικότητα ήταν περιορισμένη. Το ‘δωμάτιο του ύπνου’ ήταν ένας αρκετά μεγάλος χώρος, στον οποίο γίνονταν πλήθος δραστηριοτήτων και αξιολογούταν ως εξαιρετικό προνόμιο η χρήση του, σε βαθμό που αποτελούσε σύμβολο κοινωνικής καταξίωσης για τους χρήστες του.

Τη λειτουργία της ιδιωτικότητας του ύπνου αναλάμβανε το κρεββάτι, το οποίο καθώς περιλάμβανε ουρανό, κουρτίνες και ντουλάπια, έμοιαζε με μικρό δωμάτιο. Κατά τη διάρκεια της ημέρας οι κουρτίνες ήταν ανοιχτές και πάνω στο κρεββάτι μπορούσαν να γίνουν διάφορες δραστηριότητες. Το ρόλο της «πόρτας που κλείνει την νύχτα» έπαιζαν οι κουρτίνες. Το κρεββάτι με ουρανό γρήγορα ανήλθε σε σύμβολο εξουσίας. Η κατασκευή, ο αριθμός των στρωμάτων και παπλωμάτων και ο πλούσιος διάκοσμος αποτελούσαν όλα στοιχεία που φανέρωναν την δύναμη αυτών που ξάπλωναν σε αυτό. Το κρεββάτι, βασικό στοιχείο του υπνοδωματίου έχει μεγάλη και ενδιαφέρουσα ιστορία που χρονολογείται από την προϊστορία. Υπάρχουν στοιχεία ότι οι κάτοικοι του Sibudu στην νότια Αφρική ήδη πριν 77 χιλιετίες κατασκεύαζαν στρώματα από φυσικά υλικά με συγκεκριμένες ιδιότητες που ευνοούσαν τον ύπνο, όπως για παράδειγμα, τα αρωματικά φύλλα κάποιων φυτών που δρούσαν ως φυσικά εντομοαπωθητικά. Στην Κίνα το θερμαινόμενο κρεββάτι που είχε πέτρες ως υπόστρωμα (kang) ήταν σύνηθες ήδη πριν από 7000 χρόνια. Το kang  χρησιμοποιούταν ως τράπεζα μαγειρέματος κατά την διάρκεια της ημέρας και ως κρεββάτι κατά τη διάρκεια της νύχτας. Το κρεββάτι δεν ήταν άγνωστο στον αρχαίο αιγυπτιακό και ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, όπου κατασκεύαζαν περίτεχνα έπιπλα που μοιάζουν κάπως με τα σύγχρονα. Το εμπόριο υφασμάτων μεταξύ ανατολής και δύσης επηρέασε αργότερα την όψη και τον διάκοσμο του κρεβατιού (εικόνα 7).

Εικόνα 7: Προϊστορική καλύβα και οι λειτουργίες της (πάνω αριστερά), μεσαιωνική σάλα great hall (πάνω μέση και μέση δεξιά), παραδοσιακή μονόχωρη κατοικία σε σπηλιά στο Bhali Fez στο Μαρόκο (πάνω δεξιά), υπνοδωμάτιο ως χώρος κοινωνικής συνεύρεσης (μέση και κάτω αριστερά), κρεββάτι με ουρανό ως σύμβολο εξουσίας (κάτω μέση), κινέζικο kang (κάτω δεξιά) [19].

Σημαντική τομή στην μετεξέλιξη του υπνοδωματίου από κοινό σε ιδιωτικό χώρο υπήρξε η αλλαγή της κάτοψης της κατοικίας που από μονοεπίπεδη διάταξη επάλληλων δωματίων (μέσω των οποίων διέρχονταν όλοι), μετατράπηκε σε πολυεπίπεδη διάταξη ενός ή περισσότερων ‘αδιέξοδων’ δωματίων (ή ‘ιδιαίτερων διαμερισμάτων’) με μονές πόρτες. Τον 18ο αιώνα αρχίζουν να εμφανίζονται σε μεγαλοαστικές κατοικίες ιδιωτικά υπνοδωμάτια. Τον 19ο αιώνα τα περισσότερα πλούσια σπίτια έχουν ιδιωτικά υπνοδωμάτια τόσο για το ζευγάρι, όσο και για τους γονείς, ή ακόμη, σε κάποιες περιπτώσεις, και για το υπηρετικό προσωπικό. Ο λαός ωστόσο, δεν έχει το προνόμιο των ξεχωριστών δωματίων και όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή, λόγω έλλειψης στέγης, κυρίως στις βιομηχανικές μητροπόλεις, ζει, κοιμάται και μαγειρεύει στον ίδιο χώρο. Αυτή η συνθήκη άνισης πρόσβασης των κοινωνικών τάξεων στις ανέσεις της κατοικίας άλλαξε ριζικά τον 20ο αιώνα με την έλευση του Μοντέρνου Κινήματος (εικόνα 8).


Εικόνα 8: Μονοεπίπεδη διάταξη οικίας και διαμερίσματα ύπνου (πάνω αριστερά), πολυεπίπεδη διάταξη τυπικής πολυώροφης γεωργιανής κατοικίας (πάνω δεξιά), δωμάτιο σε slum της Νέας Υόρκης τον 19ο αιώνα (κάτω αριστερά), υπνοδωμάτια μεγαλοαστικών κατοικιών στα τέλη το 19ου ή αρχές του 20ου αιώνα (κάτω δεξιά) [20].

Κατά τον 20ο αιώνα με την αποκρυστάλλωση της σύνταξης της μοντέρνας και αργότερα της σύγχρονης κατοικίας και τον σχετικά πλέον σαφή διαχωρισμό και προσδιορισμό των δωματίων στο δυτικότροπο σπίτι, σχεδιάστηκαν από γνωστούς αρχιτέκτονες πολλά υπνοδωμάτια που εξερευνούσαν διαφορετικές ενδιαφέρουσες πτυχές του: Το υπνοδωμάτιο που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Adolf Loss το 1903, στρωμένο με λευκά μεταξένια σεντόνια και λευκές φλοκάτες, περιτυλιγμένο με ημιδιάφανες κουρτίνες που εμποδίζουν το ξεδιάντροπο άμεσο φως και αφήνουν μόνο την ανταύγεια του να εισέρχεται, αναδεικνύει έναν αρχέτυπο, βαθιά αισθησιακό και ερωτικό χώρο. Τυλιγμένα στη φλοκάτη που παραπέμπει στην ζεστασιά, στο απαλό άγγιγμα του γυμνού δέρματος, το ζώο και το ζωώδες ένστικτο, το δάπεδο και το κρεββάτι ενοποιούνται και λειτουργούν ως ένα φυσικό ανάγλυφο επιτρέποντας την απρόσκοπτη ροή της ερωτικής ενέργειας. Έτσι η πράξη του ύπνου και της ερωτικής συνεύρεσης τοποθετούνται στον φυσικό χώρο υπονοώντας ότι δεν γνωρίζουν τους περιορισμούς της τεχνολογίας. Το χρώμα, λευκό, αγνό, παρθένο, παραπέμπει στην αθωότητα, στην καθαρότητα, ίσως και στο κρεββάτι του γάμου πριν την πρώτη νύχτα.

Πόσο χώρο πραγματικά χρειαζόμαστε για να κοιμηθούμε; Ποιες είναι οι διαστάσεις ενός ψυχολογικά και ποιες οι διαστάσεις ενός καρτεσιανά προσδιοριζόμενου υπνοδωματίου; Σίγουρα το πώς αισθανόμαστε στο υπνοδωμάτιο επηρεάζει το αν το χαρακτηρίζουμε ως μικρό ή μεγάλο. Αν η ανάγκη μας για περίκλειση, κρύψιμο, κούρνιασμα μας ωθεί να κουλουριαστούμε και να τρυπώσουμε σε μια κόγχη ή σπηλιά που μόλις χωράμε, τότε ένα τυπικό δωμάτιο [21] θα μας φαίνεται πολύ μεγάλο, αχανές και μη λειτουργικό όσον αφορά την αίσθηση της ασφάλειας. Στην περίπτωση του αγροτόσπιτου του Khuner το υπνοδωμάτιο που σχεδίασε ο Adolf Loos είναι μια μικρή, στενή, εντοιχισμένη κόγχη που χωρά μόνο τον ύπνο. Με παρόμοιο σκεπτικό τα υπνοδωμάτια των παραδοσιακών σπιτιών σε Τυνησία και Μαρόκο δημιουργούνται σε περιμετρικές κόγχες που διαχωρίζονται οπτικά από τον κύριο χώρο επειδή έχουν καμάρες και είναι υπερυψωμένα (άρα το ύψος τους είναι μικρότερο και δημιουργεί την αίσθηση της φωλιάς). Στην ελληνική παράδοση έχουμε παρόμοιες διατάξεις για τον ύπνο, όπως ο οντάς, ο Σκυριανός σοφάς, κ.ά.

Μιλώντας για υπνοδωμάτια, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε συνοπτικά στους ναούς της ηδονής, δηλαδή στα υπνοδωμάτια των οίκων ανοχής, ξεκινώντας ίσως από αυτά της αρχαιότητας, όπως της Πομπηίας με τις τοιχογραφίες των ερωτικών στάσεων, και καταλήγοντας στους διάσημους παρισινούς οίκους της Belle Epoque με το βαρύ μπαρόκ στιλ, τα περίτεχνα μωσαϊκά που αναπαριστούσαν γυμνές γυναίκες σε ερωτικές σκηνές, τους καθρέφτες, τις εξωφρενικά υπερβολικές τους διακοσμήσεις, που δυστυχώς καταστράφηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά με εντολή του δήμου του Παρισιού το 1946, εξαφανίζοντας ένα σημαντικότατο τμήμα της παρισινής ιστορίας.

Τα τοιχώματα, τα υλικά, το περίβλημα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αίσθηση που μας προκαλεί το υπνοδωμάτιο. Έτσι, λέγεται ότι ο αισθησιασμός και η θαλπωρή του υπνοδωματίου ταιριάζουν με σκοτεινά χρώματα, υφάσματα, χαλιά, χαμηλό φωτισμό, απαλές υφές. Φανταζόμαστε τους τοίχους του υπνοδωματίου είτε λευκούς, αέρινους, όπως στο δωμάτιο του Loos, είτε σκοτεινούς, βαθείς, βαριούς, γεμάτους εικόνες που μας ταξιδεύουν. Το υπνοδωμάτιο είναι ένας χώρος της φαντασίας, του ονειροπολήματος και δεν μπορεί να είναι ένα τετράγωνο κουτί –οφείλει να προσφέρει διεξόδους στην φαντασία. Έτσι διακρίνεται η τάση το τετράγωνο να μεταμορφωθεί σε στρογγυλό, το ανόργανο σχήμα σε οργανικό, σε σώμα που θα αγκαλιάσει το άλλο σώμα. Το σπίτι του διάσημου Ρώσου χορευτή Rudolf Nureyef διακρίνεται για την ιδιαίτερη θαλπωρή και τον αισθησιασμό του που οφείλονται στις υφές, τα υφάσματα, την επιδερμίδα του, τον διάκοσμο και τα ζωγραφικά έργα που πλαισιώνουν οι τοίχοι. Σχεδιασμένο με τα πρότυπα του αραβικού σπιτιού, το σπίτι αυτό και η “Arabian nights” κρεβατοκάμαρα αποπνέουν απαράμιλλο αισθησιασμό (εικόνα 9).

Εικόνα 9: Το υπνοδωμάτιο του Adolf Loos το 1903 (πάνω αριστερά), το υπνοδωμάτιο της κατοικίας Khuner (πάνω μέση), υπνοδωμάτια σε περιμετρικές κόγχες σε παραδοσιακές κατοικίες της Τυνησίας (πάνω δεξιά), παραδοσιακός οντάς στην Σιάτιστα (κέντρο), ο οίκος ανοχής στην Πομπηία (κάτω αριστερά), παρισινός οίκος ανοχής της belle époque (κάτω μέσο), το υπνοδωμάτιο του Nureyef (κάτω δεξιά) [22].



Στον αντίποδα του ‘ντυμένου’ υπνοδωματίου του Nureyef βρίσκεται το ‘γυμνό’ υπνοδωμάτιο της οικίας του αρχιτέκτονα Philip Johnson. Το γυάλινο κέλυφος συνδέει τον χώρο του ύπνου με το φυσικό περιβάλλον, το δάσος. Ο άνθρωπος νιώθει μεν μέρος της φύσης, ταυτόχρονα όμως, ενδεχομένως να του δημιουργείται μια ανοίκεια αίσθηση καθώς το μόνο που τους χωρίζει είναι μια γυάλινη επιφάνεια που δεν απομονώνει τα οπτικά ερεθίσματα. Σε αντίθεση με το φτιαγμένο από πέτρα ή ξύλο και μικροσκοπικά ανοίγματα καλύβι στο δάσος, μια κατασκευή μικρή, αδιαφανή και εσωστρεφή, το γυάλινο περίβλημα του υπνοδωματίου του Johnson επιβάλει έκθεση και εξωστρέφεια. Με παρόμοιο τρόπο εκπλήσσει η αρχιτεκτονική της σύγχρονης κατοικίας Naked House του Ιάπωνα Sigeru Ban, ο οποίος δημιουργεί ένα μακρόστενο χώρο με κέλυφος από ελαφρά φωτοπερατά υλικά, μέσα στο οποίο οι λειτουργίες τοποθετούνται σε μετακινούμενα κουτιά. Κατά μια έννοια ο κάτοικος του Naked House βρίσκεται δύο φορές εκτεθειμένος: μέσα στο ανοιχτό κουτί και μέσα στο φωτοπερατό κέλυφος. 

Η αντίθεση του σκοτεινού, βαρυφορτωμένου υπνοδωματίου του Nureyef με τα ανάλαφρα εκτεθειμένα στις περιβαλλοντικές συνθήκες υπνοδωμάτια των Johnson και Sigeru Ban μπορεί να αναγνωστεί ως ένα ενδεικτικό στοιχείο για τους πολλούς διαφορετικούς τρόπους που μπορεί ο άνθρωπος να βιώσει την διαδικασία του ύπνου και τον χώρο που θα τον εκφράσει προσωπικά. Κατά μια άλλη έννοια, το κουτί μέσα στο κέλυφος που προτείνει ο Ban δεν διαφέρει και πολύ από τα μεσαιωνικά και αναγεννησιακά κρεββάτια με ουρανό που αποτελούσαν ενότητες με ενσωματωμένες διάφορες παραπλήσιες χρήσεις και τοποθετούνταν στις μεγάλες σάλες. Έτσι, μεταγράφοντας τέτοιους είδους λειτουργικές συντάξεις, το υπνοδωμάτιο του μέλλοντος μπορεί να είναι ένα «κουτί ύπνου» (sleeping box), όπως αυτά που συναντούμε πλέον σε κάποια αεροδρόμια, ένα «κουτί ελάχιστης κατοικίας», ή ένα «μίνι διαμέρισμα», κ.ο.κ. (εικόνα 10).

Εικόνα 10: Το γυάλινο σπίτι του Philip Johnson και το υπνοδωμάτιο (πάνω αριστερά), το κουτί ύπνου στο Naked House του Shigeru Ban (μέσο αριστερά), το micro compact home των Architektur Fuchs (μέσο), το sleepbox των Krymov, Chambers & Goryainov (δεξιά), το boxhome των Rintala Eggertsson Architects [23].

Σύντομο βιογραφικό σημείωμα συγγραφέως

Η Ευφροσύνη Τσακίρη είναι αρχιτέκτονας μηχανικός (Διπλ.Μηχ.Δρ.Μηχ.ΕΜΠ), με μεταπτυχιακές σπουδές στη σχολή Bartlett του UCL στο Λονδίνο στα αντικείμενα της πολεοδομίας και του αστικού σχεδιασμού ως υπότροφος ΙΚΥ (1998–2002). Η διδακτορική της διατριβή εκπονήθηκε στο εργαστήριο Πολεοδομικής Σύνθεσης του τομέα Πολεοδομίας Χωροταξίας (ΕΜΠ 2018) και τιτλοφορείται «Από την πολλαπλότητα στην πολυπλοκότητα: Η εικόνα της πόλης στις αναπαραστάσεις της». Η διατριβή διερευνά την αντίληψη της πόλης στο φάσμα πολεοδομίας, χαρτογραφίας και ζωγραφικής, καταλήγοντας στην σύγχρονη συνθήκη της πολυπλοκότητας. Το εφαρμοσμένο τμήμα της προτείνει μηχανισμό εικαστικής αναπαράστασης της πόλης που συνδυάζει στοιχεία από την πολεοδομία, τον σχεδιασμό την χαρτογραφία και τις καλές τέχνες.

Διδάσκει σήμερα αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής με το πρόγραμμα ΕΣΠΑ. Στο παρελθόν έχει διδάξει πολεοδομικό και αστικό σχεδιασμό στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (επικουρική διδασκαλία 2014–2017), αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στο Πολυτεχνείο Κρήτης (ακαδημαϊκή υπότροφος 2016–2018) και σχέδιο διακοσμητικών εφαρμογών σε ιδιωτικό ΙΕΚ (συμβασιούχα διδάσκουσα 2006–2013). Εργάζεται ως αρχιτέκτονας μηχανικός, ενώ πειραματίζεται ταυτόχρονα με την εικαστική αναπαράσταση της πόλης μέσω σύνδεσης επιστήμης και τέχνης. Είναι εικαστική επιμελήτρια σε εκθέσεις, οργανώτρια, συγγραφέας, ομιλήτρια σε εργαστήρια, σεμινάρια, μαθήματα, επιστημονικά συνέδρια, περιοδικά, βιβλία στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.






[3]https://www.historyextra.com/period/victorian/life-in-19th-century-slums-victorian-londons-homes-from-hell| https://victorianparis.wordpress.com/2013/04/18/living-vertically-parisian-housing-in-1850-part-1 | Sanitary and social chart of the Fourth Ward of the City of New York, to accompany a report of the 4th Sanitary Inspection District, made to the Council of Hygiene of the Citizens' Association by E.R. Pulling, M.D. assisted by F.J. Randall, (1864), The New York Public Library, Astor, Lennox, and Tilden Foundation. Πηγή: https://commons.wikimedia.org
[12]Το 1840 τοποθετούνται σωλήνες αποχέτευσης μέσα στα σπίτια, ενώ μέχρι το 1940 τουλάχιστον το 50% των σπιτιών δεν είχαν ζεστό νερό, νιπτήρα, μπανιέρα ή λεκάνη.
[13]Alan Macfarlane (2002). The development of toilet in Japan. http://www.alanmacfarlane.com/savage/A-TOILET.PDF
[14]Ο Jacques Sbriglio υποστηρίζει ότι το ανατολίτικο χαμάμ αποτέλεσε τη βασική επιρροή του Le Corbusier για τον σχεδιασμό του μπάνιου της Villa Savoye.
[16]Η αλλαγή από το κοινό στο ιδιωτικό διαφέρει ανά πολιτισμό και κοινωνική τάξη
[17]Ονομάζεται π.χ. great hall στον Μεσαίωνα στην Βρετανία.