IN002.20 | Συνέντευξη στην Αθήνα τον Ιούνιο 2020 της Ηρώς Σκουλούδη, μέλος της κριτικής επιτροπής Europe 40 under 40 για τα βραβεία 2019-2020 στον Μανώλη Αναστασάκη







Μανώλης Αναστασάκης: Πως σας έγινε η πρόταση να συμμετέχετε ως μέλος της κριτικής επιτροπής;
Ηρώ Σκουλούδη: Ο θεσμός Europe 40 under 40 βραβεύει νέους αρχιτέκτονες και designers. Η πρόταση μου έγινε λόγω της διπλής μου ιδιότητας αφού εκτός από αρχιτέκτονας είμαι και designer της σειράς ξύλινων παραμετρικών φωτιστικών KUKUNARI. Δέχτηκα με χαρά καθώς θεώρησα ότι θα ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία και εμπειρία, όπως και ήταν τελικά. Παράλληλα μου δόθηκε η ευκαιρία να διαμορφώσω προσωπική άποψη για την νέα γενιά αρχιτεκτόνων της Ευρώπης στην οποία ηλικιακά ανήκω και εγώ.

ΜΑ: Με ποιο τρόπο διαβουλεύτηκε η επιτροπή. Εν μέσω πανδημίας, ανταλλάξατε γνώμες με φυσική παρουσία ή διαδικτυακά;
ΗΣ: Η επιτροπή συνεδρίασε στα τέλη Φεβρουαρίου 2020 στα γραφεία του European Centre for Architecture Art Design and Urban Studies στην Αθήνα. Δεν είχε ακόμα επιβληθεί το lockdown λόγω πανδημίας και έτσι η διαδικασία επιλογής διεξήχθη με τη φυσική παρουσία όλων των μελών της κριτικής επιτροπής. Μια εποικοδομητική, πολύωρη διαδικασία κατά την οποία ανταλλάξαμε απόψεις και προβληματισμούς για να καταλήξουμε στους καλύτερους 40 της Ευρώπης.

ΜΑ: Στις βραβεύσεις παρατηρούμε έντονη την παρουσία ομάδων από τη Γαλλία. Αυτό οφείλεται σε μία αναλογικά μεγαλύτερη συμμετοχή ή ίσως και σε μία φουρνιά νέων Γάλλων πολλά υποσχόμενη;
ΗΣ: Όντως παρατηρείται ένας μεγάλος αριθμός Γάλλων αρχιτεκτόνων ανάμεσα στις βραβεύσεις, όπως και πέρυσι, ο οποίος είναι ακόλουθο της αυξανόμενης τα τελευταία χρόνια συμμετοχής τους στο θεσμό. Ένα γεγονός που έγινε θέμα συζήτησης και προβληματισμού ανάμεσα στα μέλη της κριτικής επιτροπής. Πολλές και αρκετά καλές συμμετοχές από Γάλλους αρχιτέκτονες που σε δεύτερη ανάγνωση μπορεί να υποδηλώνουν μία αυξημένη αρχιτεκτονική δραστηριότητα στη χώρα αλλά και μια τάση των νέων να αναδείξουν και να επικοινωνήσουν το έργο τους.

ΜΑ: Μπορεί να διακρίνει κανείς κάποια αρχιτεκτονική ταυτότητα ανά χώρα ή η αρχιτεκτονική έχει πλέον και αυτή ομογενοποιηθεί;
ΗΣ: Η τάση ομογενοποίησης της αρχιτεκτονικής ήταν κάτι που παρατηρήθηκε και σχολιάστηκε κατά την κρίση των συμμετοχών. Υπήρχαν μάλιστα συμμετοχές που απείχαν αρκετά από την αντίστοιχη τοπική αρχιτεκτονική μορφολογία εμφανίζοντας έντονα χαρακτηριστικά μίας θα έλεγα «παγκόσμιας» αρχιτεκτονικής, δηλαδή μιας αρχιτεκτονικής χωρίς ταυτότητα περιοχής που μπορείς να την «ακουμπήσεις» οπουδήποτε. Δεν έλλειπαν όμως και οι συμμετοχές στις οποίες διάβαζες την «εντοπιότητα» μέσα από την διαχείριση της φόρμας, των υλικών, του κτισμένου σε σχέση με το περιβάλλον του. Είναι ευχάριστο να συνειδητοποιείς ότι υπάρχει ακόμα αρχιτεκτονική ταυτότητα και να μπορείς να την αναγνωρίσεις.

ΜΑ: Στα βραβεία έχουμε μία ομάδα από Κύπρο και δύο ομάδες από Ελλάδα. Το είχατε διακρίνει με κάποιο τρόπο; Για να το διατυπώσω διαφορετικά: το περιμένατε; πριν ανοίξουν βέβαια οι φάκελοι με τα ονόματα.
ΗΣ: Κατά τη διαδικασία κρίσης των συμμετοχών το μόνο στοιχείο που μας ήταν γνωστό ήταν η χώρα κατασκευής του έργου που μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις ήταν διαφορετική από την χώρα καταγωγής του αρχιτέκτονα. Οπότε και η κριτική επιτροπή έμαθε τους αρχιτέκτονες των έργων αφού ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα. Κάποιες συμμετοχές ήταν αναγνωρίσιμες λόγω προηγούμενων δημοσιεύσεων τους.

ΜΑ: Πόσο δύσκολο είναι να κρίνετε το αρχιτεκτονικό έργο μίας ηλικιακά νέας γενιάς και τι προβληματισμοί σας γεννήθηκαν;
ΗΣ: Προσωπικά ένιωσα μεγάλη ευθύνη κατά τη διαδικασία της επιλογής κυρίως συσχετίζοντας την κλίμακα και την ποιότητα των έργων με το νεαρό της ηλικίας των αρχιτεκτόνων. Είναι εντυπωσιακό να βλέπεις νέους αρχιτέκτονες στο ξεκίνημα της επαγγελματικής τους πορείας, είτε ως ανεξάρτητους είτε στο πλαίσιο μιας αρχιτεκτονικής εταιρείας, να σχεδιάζουν και να ηγούνται τέτοιων έργων.  Καθώς ανήκω σε αυτή την γενιά δεν μπόρεσα να μην προβληματιστώ σε σχέση με τα περιορισμένα έργα μεγάλης κλίμακας και τον περιορισμένο χώρο που δίνεται στους νέους αρχιτέκτονες στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τους συναδέλφους τους στην υπόλοιπη Ευρώπη. Θεωρώ ότι η αρχιτεκτονική χρειάζεται το δημιουργικό πνεύμα και τον ενθουσιασμό της νέας γενιάς και εύχομαι στα επόμενα χρόνια να δούμε ακόμα περισσότερες ελληνικές συμμετοχές στο θεσμό.