Δ051.21 | «Αναδύσεις Μνήμης» : Η περίπτωση του βυθισμένου χωριού Καλλίου της λίμνης Μόρνου

 
Διπλωματική: «Αναδύσεις Μνήμης» : Η περίπτωση του βυθισμένου χωριού Καλλίου της λίμνης Μόρνου.
Φοιτήτρια: Ιφιγένεια Αναστασία Γκουμά
Επιβλέπουσα:  Λ. Μάντζιου
Σχολή: ΕΜΠ, 2021
 



Η παρούσα διπλωματική διαδραματίζεται στην τεχνητή λίμνη Μόρνου του νομού Φωκίδας. Στην αρχή της έρευνας, μετά από ένα σύντομο ερωτηματολόγιο, εξήχθη το συμπέρασμα ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού αγνοεί την αιτία της δημιουργίας της τεχνητής λίμνης και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτή πραγματοποιήθηκε. Με γνώμονα την ανάγκη της πρωτεύουσας για νερό, το 1979 ολοκληρώθηκε το φράγμα της τεχνητής λίμνης Μόρνου, βυθίζοντας όμως για πάντα στα νερά της το χωριό Κάλλιο (πρώην Βελούχοβο) και τις πρόσφατες ανασκαφές της Αρχαίας Καλλίπολης. Σε περιόδους ξηρασίας η στάθμη της λίμνης κατεβαίνει, φέρνοντας στην επιφάνεια τα ερείπια του παλαιού οικισμού.


Η λίμνη βρίσκεται περίπου στο κέντρο του νομού Φωκίδας, της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Πρόκειται για μια τεχνητή λίμνη, η οποία δημιουργήθηκε το 1979 για να λυθεί το πρόβλημα υδροδότησης της Πρωτεύουσας λόγω ραγδαίας αύξησης του πληθυσμού της. Μαζί με τις λίμνες του Μαραθώνα (από το 1929), της Υλίκης (από το 1958) και του Ευήνου (από το 1995) ανήκει σήμερα στο υδροδοτικό δίκτυο της Αθήνας.


Η μέση ετήσια διακύμανση της λίμνης ανέρχεται στα 10 μέτρα. Το 1991 και 1993 σημειώθηκε ιδιαίτερα μεγάλη λειψυδρία στην περιοχή, με αποτέλεσμα η στάθμη της λίμνης να κατέβει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, φανερώνοντας τα περισσότερα ερείπια του παλιού χωριού.

Τα στοιχεία που απαρτίζουν την ευρύτερη εικόνα της λίμνης είναι ποικίλα και την καθιστούν ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Η λίμνη περιβάλλεται από ένα ιδιαίτερα ορεινό ανάγλυφο, με συνεχή ροή νερού από τον ποταμό Μόρνο και τους παραποτάμους του, πυκνή και ποικιλόμορφη βλάστηση. Αυτοί ήταν και οι κύριοι λόγοι επιλογής της συγκεκριμένης τοποθεσίας για τη δημιουργία της λίμνης, αν και σε μεγάλη απόσταση από την Αθήνα. Ανήκει στο δίκτυο NATURA 2000 και παράλληλα τα Βαρδούσια Όρη και Γκιώνα, βουνά που περιβάλλουν τη λίμνη, είναι χαρακτηρισμένα ως βιότοποι CORINE.




«Και κανείς δεν αναρωτιέται πια τι υπάρχει κάτω από το νερό.
Σε λίγο θα πάψουμε να θυμόμαστε και τι υπήρχε.
Κ όμως οι μνήμες είναι νωπές. Γιατί υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αγαπούν και θυμούνται…
κ η αλήθεια παραμένει εν βυθώ 
Λιάνα Χ. Θεοδωράτου


«Η Νερομάννα της Αθήνας» Τόμος 1

Σκοπός της πρότασης είναι σε πρώτο στάδιο η δημιουργία μιας  περιπατητικής και ποδηλατικής παρόχθιας διαδρομής εκπαιδευτικού χαρακτήρα με πέντε κόμβους, για την Ιστορία του τόπου, η οποία ξεκινάει από το «Στενό» και καταλήγει στο χωριό Κάλλιο, διανύοντας απόσταση 3 χιλιομέτρων. Στο τέλος της διαδρομής προτείνεται η δημιουργία ενός Μουσείου – Δημόσιου χώρου για το νέο χωριό Κάλλιο, με στόχο τη διατήρηση της μνήμης του πρώην οικισμού. Διαμορφώνεται επίσης στην επιφάνεια της λίμνης μία εγκατάσταση με φωτεινές πηγές, οι οποίες αντιστοιχούν στα βυθισμένα ερείπια του οικισμού ακριβώς από κάτω. Η πρόταση  λοιπόν, απευθύνεται τόσο στο ευρύτερο κοινό για να γνωρίσει καλύτερα τον τόπο, όσο και στους παλαιούς κατοίκους του Καλλίου, ώστε να μην λησμονήσουν το παρελθόν τους.




Ολόκληρη η εργασία αναπτύχθηκε έχοντας ως βασικούς άξονες την Μνήμη και τον σεβασμό προς το τοπίο μελέτης. Για την εμβάθυνση του θέματος, επιλέχθηκε το νοτιότερο σημείο του ακρωτηρίου του Καλλίου, που βρίσκεται εκτός νερού.






Βασική συνθετική αρχή, ήταν η ομαλή ένταξη στο τοπίο και οι χαράξεις αναπτύχθηκαν με το σκοπό αυτό. Η κλίμακα της επέμβασης σχετίζεται σε άμεσο βαθμό με τα γύρω κτήρια του χωριού, ώστε να μην λειτουργήσει επιβαρυντικά προς αυτά. Όπως και η υπόλοιπη διαδρομή από το Στενό, αναπτύσσεται κατά μήκος της χερσαίας ζώνης ανάμεσα στο σημερινό οικισμό του Καλλίου, και τον πρώην οικισμό κάτω από το νερό. Επισημαίνεται, δηλαδή, με αυτό τον τρόπο, αυτό το δίπολο μεταξύ ζωής και θανάτου. Ο επιμήκης άξονας που διασχίζει την τριγωνική κάτοψη δημιουργήθηκε με βάση την οπτική φυγή προς το Στενό και τη θέα που αυτός προσφέρει καθ’ όλο το μήκος του προς τη λίμνη. Καταλήγει σε μια πλωτή εξέδρα, η οποία περνά δίπλα από ένα μισοβυθισμένο ερείπιο. Το ερείπιο αυτό αποτέλεσε κεντροβαρικό σημείο, με τη σύνθεση να περιστρέφεται συνεχώς γύρω από αυτό, επιτυγχάνοντας έτσι την επαφή με το «νεκρό». Η μία πλευρά του υπόσκαφου τριγώνου χαράχθηκε έτσι ώστε να ακολουθεί τις υψομετρικές καμπύλες, αλλά και να βρίσκεται στο ίχνος ενός παλιού δρόμου του χωριού, με την πρόθεση να αποτελέσει μέρος αυτού. Τέλος, όλος ο κτηριακός όγκος στρέφεται προς το βυθισμένο χωριό και την εγκατάσταση με τα λαμπάκια, εκμεταλλευόμενος παράλληλα τον νοτιοδυτικό προσανατολισμό.






Στην πάνω στάθμη της επέμβασης προτείνεται η δημιουργία μιας «πλατείας»-δημόσιου χώρου για το νέο χωριό, μιας και ένας τέτοιος λείπει. Σε αυτόν εκτονώνεται το νέο «καφενείο» του χωριού, προσφέροντας πανοραμική θέα προς τη λίμνη. Από τη νοτιοανατολική πλευρά της σύνθεσης, αναπτύσσεται ένα αμφιθέατρο με πλωτή εξέδρα που μπορεί να φιλοξενήσει συναυλίες ή άλλες εκδηλώσεις του χωριού.

Στην κάτω υπόσκαφη στάθμη, αναπτύσσεται ένας μουσειακός χώρος, με σκοπό τη διατήρηση της Μνήμης του πρώην οικισμού. Οι βασικός κλειστός χώρος προσφέρεται για εκθέσεις. Σε αυτόν εκτίθενται και τα ευρήματα από την Αρχαία Καλλίπολη. Ο εκθεσιακός χώρος συνδέεται με μια αίθουσα προβολών ή πολλαπλών χρήσεων για την προβολή του Ντοκιμαντέρ «Νερομάννα» ή άλλων παρόμοιων δράσεων. Στο βάθος αναπτύσσονται οι βοηθητικοί χώροι. Ο επισκέπτης έχει επιπλέον τη δυνατότητα ενοικίασης καταδυτικού εξοπλισμού για να περιηγηθεί και να μαγευτεί από τα ερείπια του βυθισμένου χωριού. Για τους λιγότερο θαρραλέους προτείνεται η περιήγηση μέσω βάρκας στην ατμοσφαιρική εγκατάσταση με τα λαμπάκια, στο Στενό και στο φράγμα της λίμνης.






Η επιλογή των βασικών υλικών, της πέτρας, του ξύλου έγινε καθώς είναι φυσικά υλικά και συμβάλλουν στην ένταξη στο τοπίο. Επιλέχθηκε πέτρα στις βασικές χαράξεις, όμοια με αυτή που χρησιμοποιήθηκε για την ανοικοδόμηση του πρώην οικισμού. Το εμφανές σκυρόδεμα, στον σκελετό του κτηρίου, μαρτυρά την αδρότητα που χρειάζεται η παρέμβαση. Μεγάλα ανοίγματα στο Νότο με διαβαθμίσεις εισόδου φωτός, συσχετίζουν το εσωτερικό με το εξωτερικό και δίνουν οπτικό έλεγχο στον επισκέπτη.








Ολόκληρη η εργασία στο :  https://issuu.com/ifi_g1/docs/_-_-_2_2_