Δ067.20 | Περπατώντας προς το χωριό Κάλλιο. Μια Τοπολογία Συνύπαρξης

 
Διπλωματική εργασία: Περπατώντας προς το χωριό Κάλλιο. Μια Τοπολογία Συνύπαρξης 
Φοιτήτρια: Εβίτα Παπαζήση 
Επιβλέποντες: Ζήσης Κοτιώνης, Ασπασία Κουζούπη 
Σχολή: Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, 2020 
 
Το χωριό Κάλλιο και η τεχνητή λίμνη του Μόρνου, συνιστούν την βάση του θέματος αυτής της διπλωματικής εργασίας. Προσεγγίζεται ο τόπος στον οποίο αυτά συνυπάρχουν, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο ενός υδάτινου οικοσυστήματος - με αυτό να σημαίνει, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες του, τα δυναμικά του στοιχεία και τις μεταβολές που αυτά επιφέρουν στο τοπίο, σε βάθος χρόνου. Oι πρακτικές που έπειτα προτείνονται για την υποστήριξη του υδάτινου βιοτικού κι αβιοτικού κόσμου, σε συνδυασμό με τoν σχηματισμό μιας διαδρομής για τον επισκέπτη της λίμνης, επιχειρούν την ανάπτυξη συμβιωτικών σχέσεων μεταξύ των human και non-human οργανισμών της περιοχής· προβάλλουν μία πρόθεση συνύπαρξης, μέσα από τον σχεδιασμό.
 
θεωρητικό πλαίσιο
 
Η προσέγγιση της εργασίας διερευνά τρόπους επανεξέτασης του ρόλου μας και κατ’ επέκταση και του σχεδιασμού, στην ανθρωπόκαινο περίοδο.  Ο όρος της Ανθρωποκαίνου χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2000, για να προτείνει ότι οι δραστηριότητες τους ανθρώπου, είναι πλέον τέτοιου είδους και μεγέθους, που χρήζουν τη δημιουργία ενός νέου γεωλογικού όρου, για μια περίοδο κατά την οποία ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως ο σημαντικότερος συντελεστής στην διαμόρφωσή της. Αν υποθέσουμε ότι η εισαγωγή του όρου αυτού, συμπίπτει με την στιγμή αυτή που ο άνθρωπος αρχίζει να συνειδητοποιεί το μέγεθος του αποτυπώματός του στον πλανήτη, ίσως τώρα, είναι η χρονική στιγμή να περάσουμε σε μια νέα περίοδο, αυτή στην οποία αναθεωρούμε τον ρόλο μας και μαθαίνουμε να ζούμε σε αρμονία μέσα στον κόσμο. Μέσα από την έννοια του natureculture εκφράζεται η σύνθεση αυτή φύσης και πολιτισμού που είναι αδιάσπαστη, ενώ αποτρέπεται η κατανόηση της φύσης ως κάτι “άλλο” το οποίο τυχαίνει να είναι αμέτοχα παρόν στην ιστορία του ανθρώπου και μέσα από αυτήν την ενότητα, ενθαρρύνεται η ανακάλυψη νέων σχέσεων με το περιβάλλον, που δύνανται να οδηγήσουν σε νέες ιστορίες συμβίωσης και συν-διαμόρφωσης του πλανήτη, μαζί με τα υπόλοιπα είδη.
 
Στη περίοδο αυτή της ανθρωποκαίνου, τα τοπία, είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό ανθρωπογενή. Σε ένα τοπίο, μπορούν να επιτελούνται συνεχόμενες προσθήκες και μετατροπές, όχι μόνο από τον άνθρωπο, και μέχρι ένα βαθμό, να αφομοιώνονται συνέχεια, επιφέροντας νέες ισορροπίες στο οικοσύστημά του. Οι δυνάμεις που δημιουργούν τις νέες μορφολογίες, είναι ενσωματωμένες σε αυτές. Με άλλα λόγια κάθε μορφή αντανακλά το σύνολο των δυνάμεων που τη δημιούργησαν - δύναται να είναι μια απεικόνιση του χρόνου πάνω στο τοπίο. Το πέρασμα του χρόνου αποτυπώνεται με διάφορους τρόπους σε αυτό· γίνεται εμφανές, μέσω της σύστασης των φυτών, του νερού, του εδάφους και των πετρωμάτων, προδίδοντας όσα έλαβαν χώρα στο τοπίο, τα βιώματα και τις αλληλεπιδράσεις των οργανισμών του.
 
η ιστορία του τοπίου 
 
Η λίμνη του Μόρνου συνιστά επίσης ένα ανθρωπογενές τοπίο, και η ιστορία της ευρύτερης περιοχής αρθρώνεται σε διαφορετικά χρονικά επίπεδα. Η κατασκευή ενός ταμιευτήρα νερού στην άλλοτε πεδιάδα του Μόρνου, φράζοντας τα νερά του ομώνυμου ποταμού, αναδείχθηκε ως η οριστική λύση στο μακροχρόνιο πρόβλημα ύδρευσης της Αθήνας. Παράπλευρη απώλεια αυτής της απόφασης αποτέλεσε το μικρό χωριό του Καλλίου, που όντας τοποθετημένο στην καρδιά της πεδιάδας, επρόκειτο να βυθιστεί, με τους κατοίκους του να οδηγούνται σε άμεσο εκτοπισμό. Με το ξεκίνημα, ωστόσο, των έργων του φράγματος, και της μελέτης της περιοχής, ήρθε στο φως η άγνωστη εώς τότε ιστορία του τόπου, με την ανακάλυψη μιας αρχαίας πόλης ακριβώς δίπλα από τον οικισμό, την ανακάλυψη της αρχαίας Καλλίπολης. Σωστικές ανασκαφές προσπάθησαν να προλάβουν τα νερά και να βγάλουν από τα χώματα όσο το δυνατόν περισσότερα αρχαία ευρήματα. Με τις πρώτες βροχές του Σεπτέμβρη του ’79 όμως, τα νερά είχαν ανέβει κατά πολύ και τόσο τα λείψανα της Καλλίπολης όσο και τα σπίτια του χωριού, θα είχαν σύντομα την ίδια κατάληξη.



 
Το χωριό Κάλλιο, πριν την ανακάλυψη της αρχαίας πόλης, ονομαζόταν Βελούχοβο ή Βελούχι. Κατοικήθηκε αρχικά από Σλάβους, έπειτα πέρασε στα χέρια των Τούρκων και σύντομα ερημώθηκε. Έπειτα ο οικισμός ανασχηματίστηκε το 1915. Πρώτη φορά για το φράγμα, άκουσαν γύρω στο ’65. Το γραφικό χωριό στη κοιλάδα του Μόρνου, με τα άφθονα νερά του, τα πλούσια δέντρα του και τις λάμπες πετρελαίου, επρόκειτο να ερημώσει ανθρώπινης παρουσίας. Οι τελευταίοι κάτοικοι του Καλλίου, άφησαν τα σπίτια τους τον Γενάρη του 1980, βλέποντας τα νερά να εισέρχονται στις αυλές τους. Μερικά χρόνια αργότερα, αποφάσισαν να επιστρέψουν, ξανασχηματίζοντας έναν μικρό οικισμό, στην κορυφή του λόφου, ανατολικά του παλιού. Στο τοπίο της λίμνης του Μόρνου, σε περιόδους που η στάθμη του ταμιευτήρα είναι χαμηλή, τα σπίτια του χωριού αναδύονται μέσα από τα νερά προδίδοντας κομμάτι της ιστορίας του τόπου.
 


 
η χαρτογράφηση του Καλλίου
 
Η έρευνα ξεκίνησε με την χαρτογράφηση του Καλλίου, σε μια προσπάθεια να κατανοήσω καλύτερα το ίδιο το τοπίο, όταν το νερό που ανεβοκατεβαίνει μέσα σε αυτό, αλλάζει εντελώς τις διαστάσεις του. Ξεκίνησα έτσι μια διαδικασία παραγωγής αρχείου, συλλογής φωτογραφιών από το διαδίκτυο, social media, βίντεο και βιβλία, που θα με βοηθούσαν να συγκεντρώσω μια γενική εικόνα του βυθισμένου οικισμού. Τα ερείπια του Καλλίου, είχα την πρόθεση να τα αποτυπώσω, ώστε έπειτα να εξετάσω τον τρόπο με τον οποίο θα γινόταν δυνατή μια περιήγηση γύρω ή μέσα σε αυτά. Στην διαδικασία αποτύπωσης τους όμως, μέσα από φωτογραφίες διαφορετικών χρονολογιών, άρχισα να παρατηρώ την φθορά τους στην πάροδο του χρόνου. Για παράδειγμα, ένα διώροφο χτίσμα που μπορεί να φαινόταν σε φωτογραφίες του ’91 όταν η στάθμη της λίμνης είχε κατέβει, δεν υπήρχε πια ή μπορεί να μην ήταν πια διώροφο, σε φωτογραφίες του 2008.  Το ίδιο βέβαια ίσχυε και για τις όχθες της λίμνης. Το τοπογραφικό της περιοχής που είχα στα χέρια μου, αφορούσε την προ-λίμνης μορφή του εδάφους. Με την συνεχή της διάβρωση και αλλοίωση της από τα νερά, η κλίση της, επίσης τροποποιείται. Οπότε καταλάβαινα σταδιακά ότι αποτυπώνω στιγμιότυπα του τοπίου, συνειδητοποιούσα ότι διαχειρίζομαι ένα τοπίο που οι μεταβολές του μέσα στον χρόνο είναι ιδιαίτερα έντονες.
 


 
τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή
 
Εκτός όμως από τα ιζήματα του βυθού, οι βιοτικοί κι αβιοτικοί παράγοντες του οικοσυστήματος, τα νερά και τα βουνά του τόπου, η πανίδα και χλωρίδα αυτών, μπορούν επίσης να προσδώσουν πολλές πληροφορίες για το τι συνέβη αλλά και το τι συμβαίνει στον τόπο.
 


 
Γενικά τα φράγματα, είναι τα τεχνικά έργα που προκαλούν τις μεγαλύτερες παρεμβάσεις στο γεωλογικό περιβάλλον. Οι λίμνες που σχηματίζονται τεχνητά, αποτελούν μια ραγδαία αλλαγή για τα δεδομένα της φύσης και συγκεκριμένα η ευρύτερη περιοχή του Μόρνου είναι αυτή τη στιγμή αντιμέτωπη με έναν μεγάλο αριθμό περιβαλλοντικών προβλημάτων. Η διάβρωση των εδαφών, οι έντονες λιθοκατακρημνίσεις που μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες υλικών στον βυθό της λίμνης, οι αυξομειώσεις της στάθμης και της έκτασης των νερών που εμποδίζουν την ανάπτυξη παρόχθιας βλάστησης, η δυσκολία αναπαραγωγής της ιχθυοπανίδας της λίμνης και η μειωμένη βιοποικιλότητας της, είναι κάποια από τα προβλήματα αυτά. Η μελέτη των προβλημάτων και η κατανόησή τους σε βάθος, ήταν απαραίτητη για την ανάπτυξη, έπειτα, ενός σχεδιασμού, που θα βοηθούσε στην αντιμετώπισή τους. 
 


 
μελέτη και σχεδιασμός
 
Ξεκινώντας αρχικά, με μια καταγραφή των νερών της λίμνης και των μεταβαλλόμενων ορίων που σχηματίζουν, άρχισα να παρατηρώ το δυναμικό περίγραμμα που διαγράφουν, τόσο μέσα στην εναλλαγή των εποχών όσο και από χρόνο σε χρόνο. Η απουσία νερού σε κάποια κομμάτια της λίμνης, μπορεί να διαρκέσει ακόμη και 4 μήνες. Από την άλλη, η κίνηση της στάθμης, δεν ακολουθεί απαραίτητα την κυκλικότητα των εποχών. Αντίθετα έχει μια δική της άστατη κυκλικότητα, γεμίζοντας όταν τύχει πχ να βρέξει μια περίοδο, και αδειάζοντας τόσο λόγω έλλειψης βροχών, όσο και υψηλής θερμοκρασίας ή ακόμη ίσως και κατανάλωσης. Αυτό εισάγει και το στοιχείο του απρόβλεπτου, όσον αφορά τις συνθήκες της λίμνης αλλά και όσον αφορά την διαθεσιμότητα ενός χώρου για περίπατο γύρω από αυτή. Oι κανόνες εδώ τίθενται από τα δυναμικά νερά του τόπου, και η χρονικότητά τους είναι αυτή που ολοκληρώνει τον σχεδιασμό. 



 
Η σχεδιαστική χειρονομία, θα αρθρώνεται σε αυτό το ενδιάμεσο κομμάτι που λαμβάνουν χώρα οι μεταβολές της στάθμης. Πρόκειται για μια χέρσα ζώνη, στείρου εδάφους, που διαχωρίζει το πράσινο και το μπλε στο τοπίο· την βλάστηση και την λίμνη. Μια “ζώνη μεταβολής” ή μια μπεζ κορδέλα που μοιάζει να υπογραμμίζει το περιβαλλοντικό πρόβλημα της περιοχής.
 


 
Κάνοντας έρευνες για τον τρόπο που μπορεί να υποστηριχτεί ένα λιμναίο περιβάλλον, συνέλεξα διάφορα στοιχεία και τεχνικές με τα οποία θα μπορούσα έπειτα να συνθέσω το βασικό λεξιλόγιο της πρότασης. Εντοπίζοντας τα διαφορετικά χαρακτηριστικά των σημείων της παρόχθιας ζώνης, η κάθε λύση που προτείνεται διαχειρίζεται διαφορετικές ανάγκες.
 
Η χειρονομία συνίσταται από ένα λεξιλόγιο κατασκευών και υλικοτήτων, και αρθρώνεται ως μια διαδρομή, από το σημείο που ο ποταμός Μόρνος εισέρχεται στον ταμιευτήρα, μέχρι το σημείο του Καλλίου.  Μπορεί να γίνει αντιληπτή κι ως μια δέσμη διαδρομών, καθώς πολλά από τα κομμάτια της δεν είναι διαθέσιμα ανά περιόδους, λόγω του ότι σκεπάζονται από τα νερά.  Γι’ αυτό διαθέτει κι έναν αριθμό εγκάρσιων, ως προς το ποτάμι, διαδρομών, που επιτρέπουν την έξοδο από την διαδρομή που συντάσσεται, όταν αυτή οδηγεί σε υδάτινο αδιέξοδο. Έτσι αναλόγως την χρονική περίοδο ή εποχή, η χειρονομία μπορεί να μεταλλάσσεται από μία διαδρομή σε 3,4 ή 5 μικρότερες διαδρομές, παραλαμβάνοντας κι η ίδια, το χαρακτηριστικό της μεταβλητότητας και της εποχικότητας.
 


 
Το λεξιλόγιο της χειρονομίας συντάσσεται από (α) ακατέργαστες πέτρες που συνθέτουν λιθορριπές (ή rip-raps) (β) ένα μεταλλικό (cor-ten) μονοπάτι με υποστυλώματα, με δάπεδο μορφής πλέγματος (γ) λιθοδέματα (δ) πηλό (ε) βλάστηση, ειδικά επιλεγμένη για το λιμναίο οικοσύστημα του Μόρνου, η ίδια ως κομμάτι του σχεδιασμού, τοποθετημένη ανάλογα με τον βαθμό ανοχής σε νερό/ξηρασία.
 


 
Η διαδρομή ακουμπά, διασχίζει ή παρακάμπτει την ακτογραμμή και το μεταλλικό μονοπάτι παραλαμβάνει διάφορες μορφολογίες που εξυπηρετούν το κάθε σημείο. Επιγραμματικά θα αναφερθώ σε κάποιες: σε δύο σημεία, σχηματίζονται φαρδύτερες επιφάνειες οι οποίες στην πάνω πλευρά τους, μπορούν να αποτελέσουν στάση για τον άνθρωπο-επισκέπτη, ενώ στην κάτω πλευρά τους κι ανάμεσα στα υποστυλώματα, υπάρχουν οριζόντια και κάθετα πλέγματα, πάνω στα οποία μπορούν να σταθεροποιηθούν υλικά - ανακυκλωμένα από την τριγύρω περιοχή - όπως ξερόκλαδα και καλάμια, σχηματίζοντας μικρο-οικοσυστήματα για τους υδρόβιους οργανισμούς - προσφέροντάς τους ενδιαιτήματα, κρυψώνες, χώρο για αναπαραγωγή. Η συντήρηση τους, καθώς και όλων των υπόλοιπων κατασκευών, προτείνεται να πραγματοποιείται από τοπικά workshops, που μπορούν να λαμβάνουν χώρα στα σημεία αυτά, καθώς επίσης και στο προαύλιο της εκκλησίας του Καλλίου, δίνοντας αφορμή για επίσκεψη στον μικρό οικισμό, παράλληλα με μια γενικότερη ενημέρωση για την ιστορία της λίμνης και τις οικολογικές της ανάγκες. Μία ακόμη τεχνική είναι η δημιουργία μικρών όγκων από πέτρες και λιθοδεμάτια, σε σημεία που υπάρχει ροή υλικών.  Κατά αυτόν τον τρόπο, μπορούν να συγκρατηθούν ποσότητες από τις αλλούβιες αποθέσεις, όπου με την πάροδο του χρόνου, δύνανται να δημιουργήσουν μια νέα εδαφική συνθήκη, ένα νέο, εύφορο, λασπώδες έδαφος, ιδανικό για πολλά από τα ψάρια της λίμνης, ανακουφίζοντας παράλληλα την υπόλοιπη λίμνη από την συνεχή μείωση της χωρητικότητάς της.  Άλλα λειτουργικά κομμάτια αποτελούν κυματοθραύστες, λιθορριπές εγκάρσιες στην ακτογραμμή ή επιφάνειες πηλού, τεχνικές που δεν επιλύουν εντελώς τα περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά κερδίζουν χρόνο, επιβραδύνοντας τις μεταβολές των νερών για αυτούς.
 


 
Στην τοποθεσία του παλαιού οικισμού του Καλλίου, ο χαρακτήρας της χειρονομίας γίνεται πολύ ήπιος γιατί υπάρχει ακόμη πιο έντονα εδώ, η πρόθεση μη αλλοίωσης του υπάρχοντος τοπίου. Ωστόσο, αυτό που προτείνεται, είναι η αποφόρτιση του βυθισμένου οικισμού από τις πέτρες από τα χαλάσματα που υπάρχουν, με σκοπό την αύξηση της χωρητικότητας της λίμνης. Οι πέτρες αυτές μπορούν να ενταχθούν στις λιθορριπές και να αρθρώσουν το μονοπάτι που θα οδηγεί τελικά στον τόπο από τον οποίο προήλθαν. Η διαδρομή που σχηματίστηκε λοιπόν, καταλήγει, αυτή τη φορά υπό την μορφή λιθόστρωτου μονοπατιού, στο κέντρο του παλιού χωριού, στην βυθισμένη πλατεία Μακρυγιάννη. Αντίστοιχα και άλλα δύο μονοπάτια που συνδέονται με την κεντρική οδό και καταλήγουν ομοίως, στο κέντρο του χωριού. Και τα τρία αυτά μονοπάτια, ακολουθούν δρόμους του παλιού χωριού, δρόμους που οδηγούσαν στην πλατεία, τον μεγάλο πλάτανο και τον νερόμυλο. 
 


 
επίλογος
 
Σε μια λίμνη που η μορφολογία του βυθού περιλαμβάνει κτίρια, στο έδαφος της βρίσκεται μια αρχαία πόλη και τελικά στα νερά που επιβλήθηκαν, το οικοσύστημα δυσκολεύεται να ισορροπήσει, ίσως μια στάση υποχώρησης του ανθρώπου, σε έναν βαθμό, είναι πιο καίρια· και το Κάλλιο ας παραδοθεί στις δυνάμεις και τους ρυθμούς των νερών της λίμνης και ας είναι αυτά που θα ολοκληρώσουν το τοπίο στον δικό της ορισμένο χρόνο. Μέσα στα νερά της λίμνης, βλέπουμε τις ανθρώπινες κατασκευές να επιστρέφουν και να παραδίδονται σε κάτι που ποτέ δεν ήταν στην πραγματικότητα αποκομμένα από, την φύση. Την φύση από
 


 
την οποία ο άνθρωπος έχει αποφασίσει να απομακρυνθεί, και την οποία ενδιαφέρεται κυρίως να περιορίσει και να ελέγξει. Ο αρχιτέκτονας πολλές φορές χτίζει με την ψευδαίσθηση της διαχρονικότητας και την φιλοδοξία της μονιμότητας της κατασκευής. Τελικά όμως τα ερείπια, τα υπολείμματα κτιρίων του παρελθόντος, είτε μιας αρχαίας πόλης είτε ενός νεότερου, μη υπάρχοντος πια, οικισμού, μας υπενθυμίζουν τα όρια ενός χτίσματος. Μας δείχνουν ότι στην πραγματικότητα ένα κτίριο απο-οικοδομείται ήδη από την στιγμή που ξεκινά η διαδικασία της ανέγερσης· και τα ίχνη του, είναι κομμάτι της ζωής του κτιρίου. Και ακόμη, ότι το κτίριο που σχεδιάζεται ενδέχεται να αλλάξει χρήση. Ενδέχεται το πέρασμα του χρόνου να το υποχρεώσει να φιλοξενήσει σενάρια τα οποία ο άνθρωπος  δεν είχε φαντασιωθεί. Τα σπίτια του παλαιού Καλλίου, δεν είναι άδεια, παρά μόνο ανθρώπινης παρουσίας. Είναι γεμάτα νερό. Στους τοίχους τους, βρίσκει κανείς πληθώρα οστράκων και φυκιών. Και κάθε μέρα μπορεί να φιλοξενήσουν ή απλά να διαπεραστούν από δεκάδες ψάρια. Δε χρειάζεται να επανακατοικηθούν από τον άνθρωπο, γιατί έχουν προλάβει να βρουν ήδη μιαν άλλη χρήση.
 


 
Κλείνοντας τώρα, όσον αφορά την χειρονομία της διαδρομής, το ακριβές αποτέλεσμα των κατασκευών της, δε θα μπορούσε να προβλεφθεί, γιατί εμπλέκονται οι δυναμικοί παράγοντες των κλιματικών συνθηκών, του νερού, του εδάφους, που θα προσαρμοστούν με τους δικούς τους τρόπους στις κατασκευές που εναποτίθενται· έτσι ο σχεδιασμός βασίζεται σε αρκετά μεγάλο βαθμό στην παράμετρο του χρόνου και πιο συγκεκριμένα, του ιδιαίτερου χρόνου του δυναμικού τοπίου. Ο σχεδιασμός που τελικά θα μπορούσε να διηγηθεί νέα συμβιωτικά σενάρια, θα μπορούσε να ξεκινά απλά, με την  μείωση της απόστασης μας από το οικοσύστημα μέσα στο οποίο ζούμε γιατί σήμερα περισσότερο από ποτέ, ο κόσμος που κατοικούμε είναι τελικά αυτός που εμείς οι ίδιοι έχουμε μορφώσει κι ευθύνη για τα τοπία που έπονται, είναι δική μας, ίσως περισσότερο από ποτέ.
 


 
Το τεύχος με ολόκληρη την εργασία εδώ
 
Α booklet with the english translation here